Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016

Μικραίνει και μοιράζεται σε λιγότερα χέρια η πίτα της αγροτικής παραγωγής (infographic)



Mπόλικη τροφή για προβληματισμό, αλλά ελάχιστα… χριστουγεννιάτικα δώρα για τους αγρότες επιφύλασσε το «Συνέδριο για τις Προοπτικές του Αγροτικού Τομέα», που διοργάνωσε το διήμερο 6-7 Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες η Κομισιόν.

Η εκδήλωση, στην οποία έδωσαν το παρών τα πλέον υψηλόβαθμα στελέχη της Επιτροπής –μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, και ο επίτροπος Γεωργίας, Φιλ Χόγκαν–, συνοδεύτηκε από τη δημοσιοποίηση των μεσοπρόθεσμων προβλέψεων της Κομισιόν για το γεωργικό εισόδημα και τις αγορές βασικών αγροτικών προϊόντων, με τη γενική εικόνα, ωστόσο, που προκύπτει από αυτές κάθε άλλο παρά ευχάριστη να είναι για την πλειονότητα των Ευρωπαίων παραγωγών.

Μεταξύ άλλων, οι προβολές της Επιτροπής αποτυπώνουν την τάση συγκέντρωσης των εκμεταλλεύσεων σε ολοένα και λιγότερα χέρια, την ώρα που το πραγματικό εισόδημα που καλούνται να «μοιραστούν» οι Ευρωπαίοι αγρότες μειώνεται ως αποτέλεσμα της αύξησης του κόστους παραγωγής και των πιέσεων που υφίστανται οι τιμές των περισσότερων αγροτικών εμπορευμάτων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την Κομισιόν, το πραγματικό αγροτικό εισόδημα ανά μονάδα εργασίας αναμένεται να αυξηθεί σε ποσοστό 1% τη δεκαετία 2016-2026 στις 15 παλαιότερες χώρες της ΕΕ (ΕΕ-15) και να μειωθεί 5% στις 13 νεότερες (ΕΕ-13), αυτές δηλαδή που εντάχθηκαν μετά το 1995. Το πρόσημο για το σύνολο της ΕΕ είναι οριακά θετικό, ωστόσο, όπως παραδέχεται η Κομισιόν, αυτό οφείλεται κυρίως στη διαρκή μείωση του αριθμού των απασχολουμένων στο αγροτικό επάγγελμα. Κάτι που, με τη σειρά του, αποδίδεται στις «δομικές αλλαγές» που συντελούνται στην ευρωπαϊκή γεωργία, οι οποίες έχουν να κάνουν με το –μικρό– μέγεθος των εκμεταλλεύσεων και τη –μεγάλη– ηλικία πολλών Ευρωπαίων αγροτών.



Σε αντίθεση με το εισόδημα ανά μονάδα εργασίας, το συνολικό αγροτικό εισόδημα στην ΕΕ εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί κατά 14% την επόμενη δεκαετία, καθώς «ο ρυθμός αύξησης της αξίας της παραγωγής αδυνατεί να παρακολουθήσει τα κόστη», όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση της Επιτροπής. Αξίζει να σημειωθεί ότι το κόστος παραγωγής ως ποσοστό της αξίας αναμένεται να διαμορφωθεί στο 79% στο τέλος της εξεταζόμενης περιόδου από 76%, που είναι ο μέσος όρος της τριετίας 2014-2016. Η, δε, καθαρή προστιθέμενη αξία της αγροτικής παραγωγής, σε ονομαστικούς όρους, εκτιμάται ότι δεν θα αυξηθεί παραπάνω από 2%.
Χαμηλές πτήσεις για τα σιτηρά, συνέρχεται η αγορά γάλακτος

Πέρα από τα κόστη παραγωγής, το αγροτικό εισόδημα εξαρτάται άμεσα, όπως είναι λογικό, από τις τιμές των προϊόντων, για την πλειονότητα των οποίων, όμως, η Κομισιόν εμφανίζεται μάλλον απαισιόδοξη – με την εξαίρεση της ζάχαρης και, σε μικρότερο βαθμό, κτηνοτροφικών προϊόντων, όπως το κρέας και το γάλα.

Δημητριακά: Η Επιτροπή αναμένει ότι οι αγρότες θα συνεχίσουν να επικεντρώνονται σε βασικές καλλιέργειες όπως το σιτάρι, το καλαμπόκι και το κριθάρι. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η ζήτηση θα σημειώσει αύξηση 6% μέχρι το 2026 (κυρίως λόγω του καλαμποκιού, που προορίζεται για κτηνοτροφική χρήση), οι τιμές, εξαιτίας του χαμηλού κόστους της ενέργειας και των γενικότερων πιέσεων στα εμπορεύματα, θα παραμείνουν μεσοπρόθεσμα στα χαμηλά επίπεδα των 160-170 ευρώ/τόνο. Από την εξέλιξη αυτή, εκτιμάται ότι θα βγουν ωφελημένοι οι κτηνοτρόφοι που θα δουν το δικό τους κόστος παραγωγής να μειώνεται, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ο αριθμός των εκτρεφόμενων ζώων, αλλά και η παραγωγή κρέατος και γάλακτος.

Στους ελαιούχους σπόρους, από τις καλλιεργούμενες εκτάσεις διαφαίνεται ήδη μια στροφή από την ελαιοκράμβη προς τη σόγια, η οποία, σύμφωνα με την Κομισιόν, αναμένεται να ενταθεί μέσα στην επόμενη δεκαετία, δεδομένης της αβεβαιότητας γύρω από τη νομοθεσία που σχετίζεται με τα βιοκαύσιμα.

Γάλα: H αγορά γαλακτοκομικών ακόμη «συνέρχεται» από το σοκ που προκάλεσαν η κατάργηση των ποσοστώσεων στην ΕΕ τον Απρίλιο του 2015, η πτώση του αγοραστικού ενδιαφέροντος από την πλευρά της Κίνας και η «άνευ προηγουμένου», όπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Κομισιόν, αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής. Οι τιμές δείχνουν να ανακάμπτουν σταδιακά από το καλοκαίρι του 2016 και η τάση αυτή θα συνεχιστεί και το 2017. Η παραγωγή, την επόμενη δεκαετία, θα αυξηθεί οριακά κατά 1,3%, ποσοστό που όμως αναμένεται να αποδειχθεί αρκετό για να καταστήσει την ΕΕ πρώτη εξαγωγική δύναμη στον κόσμο, ξεπερνώντας τη Νέα Ζηλανδία.

Κρέας: Η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και των εισοδημάτων θα ενισχύσει τη ζήτηση για κρέας, με την παγκόσμια κατανάλωση να αναμένεται αυξημένη κατά 13,5% (42,6 εκατ. τόνους) τη δεκαετία 2016-2026. Η παραγωγή βοδινού εκτιμάται ότι θα μειωθεί ελαφρώς φτάνοντας τους 7,5 εκατ. τόνους το 2026, ενώ, αντίθετα, εκείνη του πρόβειου και του κατσικίσιου κρέατος αναμένεται να σταθεροποιηθεί λόγω της ζωηρής ζήτησης, αλλά και των βελτιωμένων περιθωρίων κερδοφορίας που εμφανίζει ο κλάδος. Το χοιρινό «βλέπει» μια αύξηση 1,3% σε επίπεδο ποσοτήτων, ωστόσο οι εξαγωγές προβλέπονται αυξημένες, παίρνοντας ώθηση από τις χαμηλότερες τιμές ζωοτροφών. Οι πιο αισιόδοξες προοπτικές, ωστόσο, αφορούν τον κλάδο των πουλερικών, καθώς το λευκό κρέας κερδίζει διαρκώς έδαφος στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Συνεπεία αυτού, αναμένεται μια αύξηση της τάξης του 5% στις παραγόμενες ποσότητες.
http://www.ypaithros.gr/