Τα Άγραφα είναι ιστορική περιοχή και οροσειρά της κεντρικής Ελλάδας, η νοτιότερη απόληξη της Πίνδου.
Καταλαμβάνουν όλο το βόρειο τμήμα του νομού Ευρυτανίας και το δυτικό του νομού Καρδίτσας και χωρίζονται στα Βόρεια, στα Δυτικά και στα Ανατολικά Άγραφα. Μια άλλη θεώρηση τα χωρίζει σε Θεσσαλικά και σε Ευρυτανικά Άγραφα, ανάλογα με τους νομούς στους οποίους βρίσκονται.
Οι παλιότεροι λέγανε ότι όταν ο Θεός έφτιαχνε τον κόσμο, πήρε μια χούφτα χώμα και το πέρασε σε σίτα. Το εύφορο πέρασε απ’ αυτήν και έγιναν οι κάμποι. Οι πέτρες και τα χοντράδια έπεσαν στη γη και γεννήθηκαν τ Άγραφα.
Σύμφωνα με την καταγραφή της ιστορίας, η τραχιά αυτή περιοχή με τα απάτητα βουνά και τους αδάμαστους κατοίκους δεν υποτάχθηκε ποτέ στην κεντρική εξουσία. Μάταια οι Βυζαντινοί προσπαθούσαν να εισπράξουν τους φόρους. Δεν είχαν καλύτερη τύχη οι Οθωμανοί, μιας και ήταν το μοναδικό κομμάτι που δεν κατέλαβαν οι Τούρκοι και ποτέ δεν το έγραψαν στα φορολογικά τους κιτάπια.
Για πολλούς τα Άγραφα, είναι η ομορφότερη ορεινή περιοχή της Ελλάδας, καθώς η ιστορική οροσειρά χαρακτηρίζεται από δεκάδες, άγριες κορυφές που διαδέχονται η μία την άλλη δημιουργώντας το πιο απομονωμένο ορεινό συγκρότημα της Ελλάδας.
Η ομορφιά των Αγράφων έχει να κάνει με το γεγονός ότι αποτελούν με διαφορά την πιο δύσβατη περιοχή της Ελλάδας καθώς οι πολυάριθμες πανύψηλες βουνοκορυφές και οι βαθειές χαράδρες δεν πλησιάζονται εύκολα. Το οδικό δίκτυο της περιοχής αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από δύσκολους χωματόδρομους, ενώ οι λιγοστοί κάτοικοι ακόμα χρησιμοποιούν μονοπάτια που περνάνε από παλιά πέτρινα γεφύρια. Η απομόνωση της περιοχής, τα μεγάλα υψόμετρα, τα πυκνά δάση, οι χαράδρες και τα ποτάμια έχουν συμβάλει στη διατήρηση μιας πλούσιας άγριας ζωής και δεκάδων απειλούμενων ειδών της ελληνικής πανίδας και χλωρίδας.
Γιατί όμως Άγραφα?
Τα είπαν Άγραφα, γιατί δεν τα κατέγραψαν ποτέ, γιατί εσκεμμένα τα άφησαν έξω από τον χάρτη, γιατί ποτέ τους δεν κατάλαβαν τι γυρεύουν οι άνθρωποι σ’ αυτό το απομονωμένο ορεινό σύμπλεγμα?
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές, μερικές από τις οποίες είναι οι εξής:
– Το όνομα Αγραφα προήλθε από την αρχαία χώρα Αγραία, που περιλάμβανε την περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Αγραφιώτη και Ασπροπόταμο (Αχελώο).
– Η ονομασία προήλθε από τις δυσκολίες που συναντούσαν οι Βυζαντινοί στην είσπραξη των φόρων, λόγω των ατίθασων κατοίκων της περιοχής που δεν γράφονταν στους φορολογικούς καταλόγους. Λέγεται μάλιστα οτι είχαν πετύχει ειδικά προνόμια αυτονομίας και φοροαπαλλαγής, οπότε και έμειναν »άγραφοι».
– Κατά μία άλλη εκδοχή η ονομασία επικράτησε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν επίσης οι κάτοικοι παρέμειναν άγραφοι στους φορολογικούς καταλόγους. Και αυτό γιατί οι Τούρκοι, λόγω του ορεινού και δύσβατου εδάφους, δεν κατάφεραν να τους γράψουν, σε αντίθεση με τα 15 χωριά της Πίνδου που βρίσκονται ανατολικά από τονποταμό Καλαμά, τα ονομαζόμενα Γραμμενοχώρια, που υποτάχθηκαν στους Τούρκους και στη φορολογική τους πολιτική.
– Μία επίσης βάσιμη εκδοχή είναι να πήραν το όνομά τους από το κεφαλοχώρι Αγραφα που βρίσκεται φωλιασμένο στην καρδιά αυτών των απρόσιτων βουνών, ανάμεσα στις κορυφές Νιάλα, Καμάρια, Σβόνι και δεν διακρίνεται εύκολα παρά μόνο όταν κάποιος φτάσει στα πρώτα σπίτια του. Ένα χωριό δηλαδή χαμένο, »άγραφο».
– Η τελευταία και η πιο πειστική εκδοχή σύμφωνα με τον Βυζαντινό χρονογράφο Μιχαήλ Ψελλό (1018-1078 μ.Χ.), λέει ότι το όνομα δόθηκε στην περιοχή πολλούς αιώνες πριν από τους Τούρκους. Συγκεκριμένα, την εποχή της Εικονομαχίας ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Κοπρώνυμος (741 – 775 μ.Χ.) έστειλε ανθρώπους του σε ολόκληρη την αυτοκρατορία για να διαπιστώσουν αν εκτελέστηκαν οι εντολές του για αφαίρεση των εικόνων από τις εκκλησίες. Πραγματικά, στα πεδινά της Θεσσαλίας οι εικόνες είχαν αφαιρεθεί από τους ναούς. Οταν όμως οι απεσταλμένοι του έφτασαν στην ορεινή περιοχή διαπίστωσαν με έκπληξη οτι οι εικόνες βρίσκονταν στη θέση τους. Προσπάθησαν τότε να πείσουν τους κατοίκους να συμμορφωθούν με τις διαταγές. Εκείνοι όμως, άνθρωποι περήφανοι, ανυπότακτοι και τραχείς, όχι μόνο δεν τους άκουσαν αλλά τους σκότωσαν κιόλας γιατί τους θεώρησαν ασεβείς και ιερόσυλους. Όταν πληροφορήθηκαν το περιστατικό στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας εξοργισμένος διέταξε να διαγράψουν αυτή την περιοχή από τους χάρτες της αυτοκρατορίας. Έτσι, η ορεινή αυτή περιοχή ονομάστηκε Άγραφα.
Ιστορικά στοιχεία
Αρχαιότητα
Στην αρχαιότητα στην περιοχή των Αγράφων ήταν εγκατεστημένοι οι Δόλοπες. Πρωτεύουσά τους ήταν η Κτημένη που πιθανότερα βρισκόταν κοντά στο σημερινό ομώνυμο χωριό, στην περιοχή της λίμνης Σμοκόβου. Υπάρχουν και άλλες απόψεις για την θέση της που την τοποθετούν κοντά στο χωρίο Φουρνά της Ευρυτανίας ή κοντά στο χωριό Ρεντίνα του νομού Καρδίτσας. Για τους Δόλοπες που ήταν κτηνοτροφικός ορεσίβιος λαός υπάρχουν λιγοστές αναφορές. Συμμετείχαν στην Δελφική Αμφικτυονία όπου εκπροσωπούνταν με δύο ψήφους. Από τον 3ο αιώνα π.Χ. βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο των Αιτωλών. Όπως αναφέρει ο Παυσανίας οι Δόλοπες είχαν εξαφανιστεί ως λαός κατά τον 2οαιώνα μ.Χ.
Μεσαιωνική περίοδος
Στις αρχές του μεσαίωνα ο πληθυσμός της περιοχής παρουσίαζε αραίωση. Το πληθυσμιακό κενό κάλυψε πολύ μικρής έκτασης εγκατάσταση Σλάβων οι οποίοι αναμίχθηκαν και αφομοιώθηκαν πλήρως με τον ντόπιο ελληνικό πληθυσμό. Οι πρώτες ομάδες φαίνεται πως εγκαταστάθηκαν τον 6ο αιώνα, όταν εισέβαλαν στον ελλαδικό χώρο συνοδεύοντας τους Αβάρους και στη συνέχεια τον 8ο αιώνα μ.Χ, σε μία περίοδο εκτεταμένης διείσδυσης Σλάβων στον ελλαδικό χώρο. Την παρουσία των Σλάβων μαρτυρούν αρκετά σλαβικά τοπωνύμια που συναντώνται στη περιοχή με τις χαρακτηριστικές καταλήξεις – ίτσα, – όβο.
Κατά την διάρκεια της δεύτερης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, στα τέλη του 12ου και αρχές 13ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Θεσσαλίας πληθυσμοί Βλάχων. Η εγκατάσταση των Βλάχων στα Άγραφα ήταν περιορισμένη καθώς ελάχιστα Βλάχικα τοπωνύμια συναντώνται. Αργότερα, κατά την Τουρκοκρατία υπήρξε εγκατάσταση Σαρακατσάνων στην περιοχή .
Την περίοδο του Βυζαντίου φαίνεται πως η περιοχή απέκτησε το σημερινό της όνομα. Σύμφωνα με τον χρονικογράφο Μιχαήλ Ψελλό η περιοχή απέκτησε το όνομά της την περίοδο της εικονομαχίας, όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Κωνσταντίνος Ε΄. Οι κάτοικοι της περιοχής αρνήθηκαν την εφαρμογή του διατάγματος για την αφαίρεση των εικόνων από τους ναούς και θανάτωσαν τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα. Τότε ο Κωνσταντίνος εξοργισμένος διέγραψε την περιοχή από τους χάρτες της Αυτοκρατορίας.
Σύμφωνα με μία διαδεδομένη προφορική παράδοση η περιοχή απέκτησε το όνομά της εξαιτίας της αδυναμίας των αρχών να εισπράξουν φόρους, οπότε διέγραψαν την περιοχή από τους φορολογικούς καταλόγους.
Οι πρώτοι αιώνες της Τουρκοκρατίας
Τα Άγραφα γνώρισαν ακμή την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Οι Οθωμανοί έκριναν ασύμφορη την εγκατάσταση φρουράς για τον στρατιωτικό έλεγχο της περιοχής, θεωρώντας προτιμότερο να παραχωρήσουν στην περιοχή καθεστώς αυτονομίας και να εισπράττουν μία σταθερή φορολογία. Προχώρησαν λοιπόν το 1525 μ.Χ. στην υπογραφή της συνθήκης του Ταμασίου με την οποία παραχωρήθηκε αυτονομία στην περιοχή των Αγράφων, με αντάλλαγμα την υποχρέωση των κατοίκων να καταβάλλουν ετήσια φορολογία50.000 γρόσια. Έδρα της αυτόνομης περιοχής των Αγράφων, που απλωνόταν από τα όρια του κάμπου της Καρδίτσας μέχρι τον ποταμό Αχελώο, ορίστηκε το Νεοχώρι. Τα χρόνια που ακολούθησαν η περιοχή αναπτύχθηκε οικονομικά γεγονός που αποτυπώνεται στις μεγάλες εκκλησίες και μοναστήρια που χτίστηκαν αυτή την περίοδο. Ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η τέχνη της αγιογραφίας με τους ντόπιους αγιογράφους να δημιουργούν αξιόλογα εργαστήρια αγιογραφίας. [4] Λόγω του κλίματός μεγαλύτερης ελευθερίας και της οικονομικής ανάπτυξης που επικρατούσε, τα Άγραφα προσέλκυσαν ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός που ίδρυσε το Ελληνομουσείο Αγράφων, ανώτατη σχολή γραμματικών και θρησκευτικών σπουδών.
Παράλληλα η περιοχή συγκέντρωσε πολλούς φυγάδες που αντιμετώπιζαν προβλήματα με τις οθωμανικές αρχές οι οποίοι συγκρότησαν μαζί με ντόπιους οπλαρχηγούς σώματα κλεφτών. Σε ορισμένους οπλαρχηγούς αυτών των σωμάτων ανατέθηκε από τους Τούρκους η ασφάλεια της περιοχής. Οι ομάδες αυτές αποτέλεσαν τα σώματα των αρματολών. Σημαντικότερος κλέφτης των Αγράφων ήταν ο Κατσαντώνης που έδρασε την περίοδο 1802-1808. Για τη σύλληψη του οργανώθηκαν από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων πολλές επιχειρήσεις που αποτύγχαναν για αρκετά χρόνια. Τελικά συνελήφθη το 1808 ενώ ήταν βαριά άρρωστος και μεταφέρθηκε στα Ιωάννινα όπου θανατώθηκε. Από τα Άγραφα καταγόταν και ο οπλαρχηγός της ελληνικής επανάστασης του 1821 Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ανέλαβε το αρματολίκι των Αγράφων μέχρι το 1824 και στην συνέχεια ορίστηκε αρχιστράτηγος της Ρούμελης μέχρι τον θάνατό του το 1827.
19ος αιώνας
Με τον σχηματισμό του ελληνικού κράτους και την διαμόρφωση των ελληνικών συνόρων στην γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού με την συνθήκη του Λονδίνου του 1832 η ιστορική ενότητα των Αγράφων διασπάστηκε καθώς ένα τμήμα τους εντάχθηκε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος (Ευρυτανικά Άγραφα) ενώ ένα άλλο παρέμεινε κάτω από Οθωμανικό έλεγχο (Θεσσαλικά Άγραφα).
Το ξέσπασμα του Κριμαϊκού πολέμου το 1854 αποτέλεσε σημαντική ευκαιρία των περιοχών που είχαν παραμείνει έξω από τα ελληνικά σύνορα να επαναστατήσουν και να πετύχουν την ένωσή τους με την Ελλάδα. Σύντομα στις επαναστατημένες περιοχές έσπευσαν συμμορίες ανταρτών από τον ελλαδικό χώρο για να βοηθήσουν τους επαναστάτες και οι κυριότερες επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία. Με επέμβαση τελικά των Άγγλων και των Γάλλων οι οποίοι επέβαλλαν ναυτικό αποκλεισμό στην Ελλάδα, την υποχρέωσαν να ανακαλέσει τα σώματα που είχαν σταλεί στις τουρκοκρατούμενες περιοχές και σύντομα οι Τούρκοι κατέστειλαν την επανάσταση και προχώρησαν σε λεηλασίες και καταστροφές χωριών στις περιοχές αυτές.
Το 1877 με αφορμή το ξέσπασμα του νέου Ρωσοτουρκικού πολέμου προκλήθηκε νέος αναβρασμός στις τουρκοκρατούμενες περιοχές κοντά στα ελληνικά σύνορα. Η ελληνική κυβέρνηση της εποχής αποφάσισε αποστολή στρατεύματος στη Θεσσαλία αλλά λίγο μετά επήλθε συνθηκολόγηση και λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Ο ελληνικός στρατός αποσύρθηκε από την περιοχή και τα τουρκικά στρατεύματα προχώρησαν σε καταστροφές χωριών των Θεσσαλικών Αγράφων. Στο Συνέδριο του Βερολίνου αποφασίστηκε τελικά η παραχώρηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα που οριστικοποιήθηκε το 1881 με την Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Οθωμανική αυτοκρατορία. Πλέον ολόκληρη η περιοχή των Αγράφων συμπεριλήφθηκε στο ελληνικό έδαφος.
Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, στρατεύματα των Τούρκων κατέλαβαν την Θεσσαλία και παρέμειναν στην περιοχή μέχρι τις αρχές του 1898, οπότε και επήλθε συμβιβασμός ανάμεσα στις δύο πλευρές. Κατά την περίοδο της κατοχής στην περιοχή έδρασαν σώματα Ανταρτών με αποτέλεσμα πολλά χωριά της περιοχής να υποστούν μεγάλες καταστροφές από τους Γερμανούς. Μετά το τέλος του πολέμου ο πληθυσμός των Αγράφων παρουσίασε μείωση λόγω της μετανάστευσης των κατοίκων προς το εξωτερικό ή προς μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας.
20ος αιώνας
Η περιοχή των Αγράφων υπήρξε μία από τις σημαντικότερες εστίες της Εθνικής Αντίστασης. Στην περιοχή δραστηριοποιήθηκε ο ΕΛΑΣ, με τη δράση του οποίου, τα Άγραφα υπήρξαν από τις πρώτες ελεύθερες περιοχές της Ελλάδας. Από τις 9 Αυγούστου 1943 λειτούργησε στο οροπέδιο της Νεβρόπολης (στον χώρο που καλύπτει σήμερα η λίμνη Ταυρωπού) αεροδρόμιο ελεγχόμενο από τους αντάρτες, με το οποίο εξασφαλίστηκε ανεφοδιασμός των αντάρτικων σωμάτων από τις συμμαχικές δυνάμεις. Η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης που σχηματίστηκε για τη διοίκηση των απελευθερωμένων περιοχών, στεγάστηκε στη Βίνιανη στα νότια των Αγράφων.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 δημιουργήθηκε στα Θεσσαλικά Άγραφα η τεχνητή λίμνη Ταυρωπού ή λίμνη Πλαστήρα, όπως μετονομάστηκε αργότερα προς τιμήν του εμπνευστή της, στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα, ο οποίος καταγόταν από την περιοχή. Η λίμνη προσέφερε δυνατότητες τουριστικής ανάπτυξης στα παραλίμνια χωριά μετά την δεκαετία του 1990 βοηθώντας να συγκρατηθεί ο πληθυσμός στην περιοχή. Τα Ευρυτανικά Άγραφα παρέμειναν περισσότερο απομονωμένα και μόνο τα τελευταία χρόνια δημιουργείται στην περιοχή ασφάλτινο οδικό δίκτυο δίνοντας τη δυνατότητα στην περιοχή να βγει από την απομόνωση.
Γεωγραφία
Τα Άγραφα είναι οι νοτιότερες κορυφές της Πίνδου, που σχηματίζουν ένα πέταλο γύρω από την κοιλάδα του ποταμού Αγραφιώτη με έξοδο προς την Ευρυτανία και το φράγμα των Κρεμαστών. Αποτελούνται από απόκρημνες κορυφές, εντυπωσιακές χαράδρες, απόμερα οροπέδια. Είναι ένας τόπος δύσβατος, απροσπέλαστος τους μήνες του χειμώνα. Η έκτασή τους ξεπερνά τα 2500 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Πρόσφατη έρευνα της UNESCO κατέταξε την περιοχή μέσα στις πέντε καθαρότερες του κόσμου από άποψη περιβάλλοντος.
Δεκάδες άγριες κορυφές της νότιας Πίνδου με ύψος πάνω από τα 2000 μ. και ανάμεσά τους τρεις ποταμοί-θρύλοι: ο Αχελώος, ο Αγραφιώτης και ο Ταυρωπός (Μέγδοβας).
Τα Βόρεια Άγραφα βρίσκονται στην κορυφή του πέταλου και περιλαμβάνουν τα βουνά Καραβούλα (1862 μ.), Καράβα ή Σχιζοκάραβο (2184 μ.), Βουτσικάκι ή Γκαβέλ (2154 μ) και τις κορυφές Καζάρμα ή Ζυγουρολίβαδο (1977 μ.) και Τέμπλα (1810 μ.) Οριοθετούνται από βορά με τον Πορταϊκό ποταμό και το βουνό Χατζή και χωρίζονται από τα Δυτικά Άγραφα με τον Αχελώο και το βουνό Κοκκινόλακος (1750 μ). Το ανατολικό τους όριο είναι η πεδιάδα των Τρικάλων και η λίμνη του Μέγδοβα
Τα Ανατολικά Άγραφα αποτελούνται από τα βουνά Μπορλέρο ή Γαλατάς (2017 μ), Φλυτζάνι (2016 μ.) Πέντε Πύργοι (2003 μ.) Σβώνη ή Μαραθιά (2039 μ.), Παπαδημήτρη (1930 μ.) Κόψη (1941 μ.) Κόφτρα (1508 μ.) Καυκί (1753 μ.) με διάταξη από βορρά προς νότο και τα χαμηλότερα Βουλγάρα (1654 μ.), Ίταμος (1490 μ.) και Καπροβούνι.(1445μ) Ανατολικά καταλήγουν στη λίμνη του Μέγδοβα και χωρίζονται από το Βελούχι με τον Ταυρωπό ποταμό. Δυτικά καταλήγουν στον Αγραφιώτη και νότια φτάνουν μέχρι τη λίμνη των Κρεμαστών.
Τα Δυτικά Άγραφα αποτελούνται από τα βουνά Λιάκουρα (2043μ), Φτέρη ή Πυραμίδα (2126 μ.), Ντελιδήμι (2163 μ.) και Γαλάτσι ή Ασημένιο Βουνό (1894 μ).
Στο Νότιο τμήμα ορθώνεται επιβλητικό το Βελούχι ή Τυμφρηστός στα 2135μ.
Η περιοχή ανήκει γεωγραφικά στη ζώνη Ωλονού – Πίνδου. Τα πετρώματα που κυριαρχούν είναι ο ασβεστόλιθος και ο φλύσχης, ένα ιδιαίτερα εύθρυπτο υλικό σε συνδυασμό με τις απότομες κλίσεις και τα πολλά νερά είναι αιτία των συχνών κατολισθήσεων.
Τρία είναι τα κύρια ποτάμια, που διασχίζουν τα Άγραφα, ο Αγραφιώτης, ο Μέγδοβας (Ταυρωπός) και ο Αχελώος και τρείς είναι και οι λίμνες, εκτός από την πασίγνωστη τεχνητή λίμνη Πλαστήρα είναι και η μικρή λίμνη της Στεφανιάδας που δημιουργήθηκε από κατολίσθηση αλλά και η πρόσφατα κατασκευασμένη τεχνητή λίμνη Σμοκόβου.
Χλωρίδα & Πανίδα
Η βλάστηση των Αγράφων αποτελείται κυρίως από πυκνά δάση μακεδονικής ελάτης (Abies borisii-regis). Ακόμα απαντώνται δάση μαυρόπευκου, οξιάς, καστανιάς και πολλών ειδών βελανιδιάς. Άλλα κοινά δέντρα του βουνού είναι τα σφενδάμια, οι σορβιές, τα βουνοκυπάρρισα, τα σκλήθρα και οι ιτιές. Στα υποαλπικά και στα αλπικά επικρατούν μεγάλες χορτολιβαδικές εκτάσεις με δεκάδες σπάνια είδη. Η περιοχή δεν έχει μελετηθεί αρκετά από την άποψη της χλωρίδας αλλά υπολογίζεται ότι εδώ φυτρώνουν πάνω από 1.200 είδη φυτών.
Στα Άγραφα ακόμα ζούνε πολλά σπάνια είδη της ορνιθοπανίδας. Στην περιοχή ζούνε ακόμα λίγα όρνια, ενώ περιστασιακή είναι η παρουσία του ασπροπάρη. Από τα αρπακτικά πουλιά, στο βουνό ζούνε χρυσαετοί, φιδαετοί, πετρίτες, σφηκιάρηδες, γερακίνες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα και μπούφοι. Η ορνιθοπανίδα συμπληρώνεται από είδη όπως σπάνιες πετροπέρδικες, γαλαζοκότσυφες, πετροκότσυφες, κοκκινοκαλιακούδες, μαύρους δρυοκολάπτες, λευκονώτους δρυοκολάπτες, βραχοτσοπανάκους, σταυρομύτες, χιονάδες, κιτρινοκαλιακούδες, αετομάχους, γυδοβυζάχτρες, βουνοτσίχλονα, ελατοπαπαδίτσες, γαλαζοπαπαδίτσες, αιγίθαλους, πυρροβασιλίσκους, χιονόσπινους, χιονόστρουθους, πράσινους δρυοκολάπτες, τσίχλες, γερακότσιχλες, χρυσοτσίχλονα, τρυγόνια, φάσσες.
Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει είδη, όπως ο αλπικός τρίτωνας, η σαλαμάνδρα, η κιτρινομπομπίνα, ο γραικοβάτραχος, ο φρύνος, ο πρασινόφρυνος, ο δεντροβάτραχος, η κρασπεδωτή χελώνα, η πρασινόσαυρα, η σαύρα της Ρούμελης, η τοιχογουστέρα, το νερόφιδο, το σπιτόφιδο, η δεντρογαλιά, η σαΐτα και η κοινή οχιά, ενώ δεν αποκλείεται να ζει στο βουνό η σπάνια οχιά των λιβαδιών.
Στα θηλαστικά συμπεριλαμβάνεται η περιστασιακή παρουσία της αρκούδας και του λύκου, ενώ στα δάση ζούνε ακόμα ζαρκάδια και αγριόγατες. Αλλά είδη θηλαστικών των Αγράφων είναι οι αγριόχοιροι, οι νυφίτσες, τα κουνάβια, οι ασβοί, οι αλεπούδες, οι λαγοί, οι δασομυωξοί, οι δεντρομυωξοί, οι σκίουροι και διάφορα είδη τρωκτικών και νυχτερίδων.
Στα πεντακάθαρα νερά των ποταμιών κολυμπούν πέστροφες, κυπρίνοι, μπριάνες, πέρκες και βίδρες.
Τέλος, κοντά στη κορφή Καράβα ζει ένα στενότοπο ενδημικό είδος ακρίδας, το Oropodisma karavica
Τα Μοναστήρια
Τα περισσότερα φτιάχτηκαν στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα με την επίδραση των μοναστηριών των Μετεώρων και ακολουθούν απλοποιημένη παραλλαγή του Αθωνίτικου τύπου. Τα κυριότερα από αυτά είναι: Της Παναγίας Σπηλιάς, της Παναγίας Πελεκητής, της Ρεντίνας, της Ζωοδόχου Πηγής και του Γεννεσίου της Θεοτόκου στο Ανθηρό, του Αγίου Γεωργίου στο Μαυρομμάτι, της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στα Βραγκιανά, της Παναγίας Τατάρνας και της Κορώνας.
Τα γεφύρια
Φτιαγμένα κυρίως από μαστόρους Ηπειρώτες, γεφύρωναν τις όχθες των ορμητικών ποταμών και χειμάρρων. Σήμερα ορθώνουν ακόμη εντυπωσιακά το ανάστημά τους τα γεφύρια Τριζώλου (Καρυάς) και Λιασκοβίτικο (Πετρωτού) στην Αργιθέα, οι γέφυρες Αυλακίου και Τέμπλας στον Αχελώο, των Βραγκιανών στον Αγραφιώτη, της Βίνιανης και των Δομιανών στον Ταυρωπό και η μισοβυθισμένη γέφυρα Μανώλη στον Γρανιτσιώτη. Διασημότερο όλων το γεφύρι Κοράκου του οποίου ένα βάθρο μόνο απέμεινε κοντά στο φράγμα της Συκιάς.
Οι άνθρωποι
Μέσα στο πέταλο των Αγράφων υπάρχει ένα πλήθος από χωριά που ομαδοποιούνται σε ευρύτερες περιοχές: Αργιθέα, κοιλάδα του Μέγδοβα, Σμόκοβο. Πρόκειται για 125 χωριά με λιγοστούς κατοίκους αφού η περιοχή είναι άγονη και φτωχή, βασιζόμενη κυρίως στην κτηνοτροφία. Έτσι οι άνθρωποι αναγκάζονται να αναζητήσουν αλλού την τύχη τους. Παλιότερα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, αργότερα στην Αμερική, σήμερα στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Τα Άγραφα κατά παράδοση θεωρούνται κοιτίδα των Σαρακατσαναίων, αρχαίου ελληνικού νομαδικού φύλου που περνούσε τους καλοκαιρινούς μήνες στα βουνά της περιοχής ενώ το χειμώνα έμενε στις πεδιάδες της Θεσσαλίας της Βοιωτίας και της Αιτωλοακαρνανίας.
Καταλαμβάνουν όλο το βόρειο τμήμα του νομού Ευρυτανίας και το δυτικό του νομού Καρδίτσας και χωρίζονται στα Βόρεια, στα Δυτικά και στα Ανατολικά Άγραφα. Μια άλλη θεώρηση τα χωρίζει σε Θεσσαλικά και σε Ευρυτανικά Άγραφα, ανάλογα με τους νομούς στους οποίους βρίσκονται.
Οι παλιότεροι λέγανε ότι όταν ο Θεός έφτιαχνε τον κόσμο, πήρε μια χούφτα χώμα και το πέρασε σε σίτα. Το εύφορο πέρασε απ’ αυτήν και έγιναν οι κάμποι. Οι πέτρες και τα χοντράδια έπεσαν στη γη και γεννήθηκαν τ Άγραφα.
Σύμφωνα με την καταγραφή της ιστορίας, η τραχιά αυτή περιοχή με τα απάτητα βουνά και τους αδάμαστους κατοίκους δεν υποτάχθηκε ποτέ στην κεντρική εξουσία. Μάταια οι Βυζαντινοί προσπαθούσαν να εισπράξουν τους φόρους. Δεν είχαν καλύτερη τύχη οι Οθωμανοί, μιας και ήταν το μοναδικό κομμάτι που δεν κατέλαβαν οι Τούρκοι και ποτέ δεν το έγραψαν στα φορολογικά τους κιτάπια.
Για πολλούς τα Άγραφα, είναι η ομορφότερη ορεινή περιοχή της Ελλάδας, καθώς η ιστορική οροσειρά χαρακτηρίζεται από δεκάδες, άγριες κορυφές που διαδέχονται η μία την άλλη δημιουργώντας το πιο απομονωμένο ορεινό συγκρότημα της Ελλάδας.
Η ομορφιά των Αγράφων έχει να κάνει με το γεγονός ότι αποτελούν με διαφορά την πιο δύσβατη περιοχή της Ελλάδας καθώς οι πολυάριθμες πανύψηλες βουνοκορυφές και οι βαθειές χαράδρες δεν πλησιάζονται εύκολα. Το οδικό δίκτυο της περιοχής αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από δύσκολους χωματόδρομους, ενώ οι λιγοστοί κάτοικοι ακόμα χρησιμοποιούν μονοπάτια που περνάνε από παλιά πέτρινα γεφύρια. Η απομόνωση της περιοχής, τα μεγάλα υψόμετρα, τα πυκνά δάση, οι χαράδρες και τα ποτάμια έχουν συμβάλει στη διατήρηση μιας πλούσιας άγριας ζωής και δεκάδων απειλούμενων ειδών της ελληνικής πανίδας και χλωρίδας.
Γιατί όμως Άγραφα?
Τα είπαν Άγραφα, γιατί δεν τα κατέγραψαν ποτέ, γιατί εσκεμμένα τα άφησαν έξω από τον χάρτη, γιατί ποτέ τους δεν κατάλαβαν τι γυρεύουν οι άνθρωποι σ’ αυτό το απομονωμένο ορεινό σύμπλεγμα?
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές, μερικές από τις οποίες είναι οι εξής:
– Το όνομα Αγραφα προήλθε από την αρχαία χώρα Αγραία, που περιλάμβανε την περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Αγραφιώτη και Ασπροπόταμο (Αχελώο).
– Η ονομασία προήλθε από τις δυσκολίες που συναντούσαν οι Βυζαντινοί στην είσπραξη των φόρων, λόγω των ατίθασων κατοίκων της περιοχής που δεν γράφονταν στους φορολογικούς καταλόγους. Λέγεται μάλιστα οτι είχαν πετύχει ειδικά προνόμια αυτονομίας και φοροαπαλλαγής, οπότε και έμειναν »άγραφοι».
– Κατά μία άλλη εκδοχή η ονομασία επικράτησε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν επίσης οι κάτοικοι παρέμειναν άγραφοι στους φορολογικούς καταλόγους. Και αυτό γιατί οι Τούρκοι, λόγω του ορεινού και δύσβατου εδάφους, δεν κατάφεραν να τους γράψουν, σε αντίθεση με τα 15 χωριά της Πίνδου που βρίσκονται ανατολικά από τονποταμό Καλαμά, τα ονομαζόμενα Γραμμενοχώρια, που υποτάχθηκαν στους Τούρκους και στη φορολογική τους πολιτική.
– Μία επίσης βάσιμη εκδοχή είναι να πήραν το όνομά τους από το κεφαλοχώρι Αγραφα που βρίσκεται φωλιασμένο στην καρδιά αυτών των απρόσιτων βουνών, ανάμεσα στις κορυφές Νιάλα, Καμάρια, Σβόνι και δεν διακρίνεται εύκολα παρά μόνο όταν κάποιος φτάσει στα πρώτα σπίτια του. Ένα χωριό δηλαδή χαμένο, »άγραφο».
– Η τελευταία και η πιο πειστική εκδοχή σύμφωνα με τον Βυζαντινό χρονογράφο Μιχαήλ Ψελλό (1018-1078 μ.Χ.), λέει ότι το όνομα δόθηκε στην περιοχή πολλούς αιώνες πριν από τους Τούρκους. Συγκεκριμένα, την εποχή της Εικονομαχίας ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος Κοπρώνυμος (741 – 775 μ.Χ.) έστειλε ανθρώπους του σε ολόκληρη την αυτοκρατορία για να διαπιστώσουν αν εκτελέστηκαν οι εντολές του για αφαίρεση των εικόνων από τις εκκλησίες. Πραγματικά, στα πεδινά της Θεσσαλίας οι εικόνες είχαν αφαιρεθεί από τους ναούς. Οταν όμως οι απεσταλμένοι του έφτασαν στην ορεινή περιοχή διαπίστωσαν με έκπληξη οτι οι εικόνες βρίσκονταν στη θέση τους. Προσπάθησαν τότε να πείσουν τους κατοίκους να συμμορφωθούν με τις διαταγές. Εκείνοι όμως, άνθρωποι περήφανοι, ανυπότακτοι και τραχείς, όχι μόνο δεν τους άκουσαν αλλά τους σκότωσαν κιόλας γιατί τους θεώρησαν ασεβείς και ιερόσυλους. Όταν πληροφορήθηκαν το περιστατικό στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας εξοργισμένος διέταξε να διαγράψουν αυτή την περιοχή από τους χάρτες της αυτοκρατορίας. Έτσι, η ορεινή αυτή περιοχή ονομάστηκε Άγραφα.
Ιστορικά στοιχεία
Αρχαιότητα
Στην αρχαιότητα στην περιοχή των Αγράφων ήταν εγκατεστημένοι οι Δόλοπες. Πρωτεύουσά τους ήταν η Κτημένη που πιθανότερα βρισκόταν κοντά στο σημερινό ομώνυμο χωριό, στην περιοχή της λίμνης Σμοκόβου. Υπάρχουν και άλλες απόψεις για την θέση της που την τοποθετούν κοντά στο χωρίο Φουρνά της Ευρυτανίας ή κοντά στο χωριό Ρεντίνα του νομού Καρδίτσας. Για τους Δόλοπες που ήταν κτηνοτροφικός ορεσίβιος λαός υπάρχουν λιγοστές αναφορές. Συμμετείχαν στην Δελφική Αμφικτυονία όπου εκπροσωπούνταν με δύο ψήφους. Από τον 3ο αιώνα π.Χ. βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχο των Αιτωλών. Όπως αναφέρει ο Παυσανίας οι Δόλοπες είχαν εξαφανιστεί ως λαός κατά τον 2οαιώνα μ.Χ.
Μεσαιωνική περίοδος
Στις αρχές του μεσαίωνα ο πληθυσμός της περιοχής παρουσίαζε αραίωση. Το πληθυσμιακό κενό κάλυψε πολύ μικρής έκτασης εγκατάσταση Σλάβων οι οποίοι αναμίχθηκαν και αφομοιώθηκαν πλήρως με τον ντόπιο ελληνικό πληθυσμό. Οι πρώτες ομάδες φαίνεται πως εγκαταστάθηκαν τον 6ο αιώνα, όταν εισέβαλαν στον ελλαδικό χώρο συνοδεύοντας τους Αβάρους και στη συνέχεια τον 8ο αιώνα μ.Χ, σε μία περίοδο εκτεταμένης διείσδυσης Σλάβων στον ελλαδικό χώρο. Την παρουσία των Σλάβων μαρτυρούν αρκετά σλαβικά τοπωνύμια που συναντώνται στη περιοχή με τις χαρακτηριστικές καταλήξεις – ίτσα, – όβο.
Κατά την διάρκεια της δεύτερης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, στα τέλη του 12ου και αρχές 13ου αιώνα εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Θεσσαλίας πληθυσμοί Βλάχων. Η εγκατάσταση των Βλάχων στα Άγραφα ήταν περιορισμένη καθώς ελάχιστα Βλάχικα τοπωνύμια συναντώνται. Αργότερα, κατά την Τουρκοκρατία υπήρξε εγκατάσταση Σαρακατσάνων στην περιοχή .
Την περίοδο του Βυζαντίου φαίνεται πως η περιοχή απέκτησε το σημερινό της όνομα. Σύμφωνα με τον χρονικογράφο Μιχαήλ Ψελλό η περιοχή απέκτησε το όνομά της την περίοδο της εικονομαχίας, όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Κωνσταντίνος Ε΄. Οι κάτοικοι της περιοχής αρνήθηκαν την εφαρμογή του διατάγματος για την αφαίρεση των εικόνων από τους ναούς και θανάτωσαν τους απεσταλμένους του αυτοκράτορα. Τότε ο Κωνσταντίνος εξοργισμένος διέγραψε την περιοχή από τους χάρτες της Αυτοκρατορίας.
Σύμφωνα με μία διαδεδομένη προφορική παράδοση η περιοχή απέκτησε το όνομά της εξαιτίας της αδυναμίας των αρχών να εισπράξουν φόρους, οπότε διέγραψαν την περιοχή από τους φορολογικούς καταλόγους.
Οι πρώτοι αιώνες της Τουρκοκρατίας
Τα Άγραφα γνώρισαν ακμή την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Οι Οθωμανοί έκριναν ασύμφορη την εγκατάσταση φρουράς για τον στρατιωτικό έλεγχο της περιοχής, θεωρώντας προτιμότερο να παραχωρήσουν στην περιοχή καθεστώς αυτονομίας και να εισπράττουν μία σταθερή φορολογία. Προχώρησαν λοιπόν το 1525 μ.Χ. στην υπογραφή της συνθήκης του Ταμασίου με την οποία παραχωρήθηκε αυτονομία στην περιοχή των Αγράφων, με αντάλλαγμα την υποχρέωση των κατοίκων να καταβάλλουν ετήσια φορολογία50.000 γρόσια. Έδρα της αυτόνομης περιοχής των Αγράφων, που απλωνόταν από τα όρια του κάμπου της Καρδίτσας μέχρι τον ποταμό Αχελώο, ορίστηκε το Νεοχώρι. Τα χρόνια που ακολούθησαν η περιοχή αναπτύχθηκε οικονομικά γεγονός που αποτυπώνεται στις μεγάλες εκκλησίες και μοναστήρια που χτίστηκαν αυτή την περίοδο. Ιδιαίτερα σημαντική υπήρξε η τέχνη της αγιογραφίας με τους ντόπιους αγιογράφους να δημιουργούν αξιόλογα εργαστήρια αγιογραφίας. [4] Λόγω του κλίματός μεγαλύτερης ελευθερίας και της οικονομικής ανάπτυξης που επικρατούσε, τα Άγραφα προσέλκυσαν ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός που ίδρυσε το Ελληνομουσείο Αγράφων, ανώτατη σχολή γραμματικών και θρησκευτικών σπουδών.
Παράλληλα η περιοχή συγκέντρωσε πολλούς φυγάδες που αντιμετώπιζαν προβλήματα με τις οθωμανικές αρχές οι οποίοι συγκρότησαν μαζί με ντόπιους οπλαρχηγούς σώματα κλεφτών. Σε ορισμένους οπλαρχηγούς αυτών των σωμάτων ανατέθηκε από τους Τούρκους η ασφάλεια της περιοχής. Οι ομάδες αυτές αποτέλεσαν τα σώματα των αρματολών. Σημαντικότερος κλέφτης των Αγράφων ήταν ο Κατσαντώνης που έδρασε την περίοδο 1802-1808. Για τη σύλληψη του οργανώθηκαν από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων πολλές επιχειρήσεις που αποτύγχαναν για αρκετά χρόνια. Τελικά συνελήφθη το 1808 ενώ ήταν βαριά άρρωστος και μεταφέρθηκε στα Ιωάννινα όπου θανατώθηκε. Από τα Άγραφα καταγόταν και ο οπλαρχηγός της ελληνικής επανάστασης του 1821 Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ανέλαβε το αρματολίκι των Αγράφων μέχρι το 1824 και στην συνέχεια ορίστηκε αρχιστράτηγος της Ρούμελης μέχρι τον θάνατό του το 1827.
19ος αιώνας
Με τον σχηματισμό του ελληνικού κράτους και την διαμόρφωση των ελληνικών συνόρων στην γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού με την συνθήκη του Λονδίνου του 1832 η ιστορική ενότητα των Αγράφων διασπάστηκε καθώς ένα τμήμα τους εντάχθηκε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος (Ευρυτανικά Άγραφα) ενώ ένα άλλο παρέμεινε κάτω από Οθωμανικό έλεγχο (Θεσσαλικά Άγραφα).
Το ξέσπασμα του Κριμαϊκού πολέμου το 1854 αποτέλεσε σημαντική ευκαιρία των περιοχών που είχαν παραμείνει έξω από τα ελληνικά σύνορα να επαναστατήσουν και να πετύχουν την ένωσή τους με την Ελλάδα. Σύντομα στις επαναστατημένες περιοχές έσπευσαν συμμορίες ανταρτών από τον ελλαδικό χώρο για να βοηθήσουν τους επαναστάτες και οι κυριότερες επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν στην Ήπειρο και στη Θεσσαλία. Με επέμβαση τελικά των Άγγλων και των Γάλλων οι οποίοι επέβαλλαν ναυτικό αποκλεισμό στην Ελλάδα, την υποχρέωσαν να ανακαλέσει τα σώματα που είχαν σταλεί στις τουρκοκρατούμενες περιοχές και σύντομα οι Τούρκοι κατέστειλαν την επανάσταση και προχώρησαν σε λεηλασίες και καταστροφές χωριών στις περιοχές αυτές.
Το 1877 με αφορμή το ξέσπασμα του νέου Ρωσοτουρκικού πολέμου προκλήθηκε νέος αναβρασμός στις τουρκοκρατούμενες περιοχές κοντά στα ελληνικά σύνορα. Η ελληνική κυβέρνηση της εποχής αποφάσισε αποστολή στρατεύματος στη Θεσσαλία αλλά λίγο μετά επήλθε συνθηκολόγηση και λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Ο ελληνικός στρατός αποσύρθηκε από την περιοχή και τα τουρκικά στρατεύματα προχώρησαν σε καταστροφές χωριών των Θεσσαλικών Αγράφων. Στο Συνέδριο του Βερολίνου αποφασίστηκε τελικά η παραχώρηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα που οριστικοποιήθηκε το 1881 με την Συμφωνία της Κωνσταντινούπολης ανάμεσα στην Ελλάδα και την Οθωμανική αυτοκρατορία. Πλέον ολόκληρη η περιοχή των Αγράφων συμπεριλήφθηκε στο ελληνικό έδαφος.
Στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, στρατεύματα των Τούρκων κατέλαβαν την Θεσσαλία και παρέμειναν στην περιοχή μέχρι τις αρχές του 1898, οπότε και επήλθε συμβιβασμός ανάμεσα στις δύο πλευρές. Κατά την περίοδο της κατοχής στην περιοχή έδρασαν σώματα Ανταρτών με αποτέλεσμα πολλά χωριά της περιοχής να υποστούν μεγάλες καταστροφές από τους Γερμανούς. Μετά το τέλος του πολέμου ο πληθυσμός των Αγράφων παρουσίασε μείωση λόγω της μετανάστευσης των κατοίκων προς το εξωτερικό ή προς μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας.
20ος αιώνας
Η περιοχή των Αγράφων υπήρξε μία από τις σημαντικότερες εστίες της Εθνικής Αντίστασης. Στην περιοχή δραστηριοποιήθηκε ο ΕΛΑΣ, με τη δράση του οποίου, τα Άγραφα υπήρξαν από τις πρώτες ελεύθερες περιοχές της Ελλάδας. Από τις 9 Αυγούστου 1943 λειτούργησε στο οροπέδιο της Νεβρόπολης (στον χώρο που καλύπτει σήμερα η λίμνη Ταυρωπού) αεροδρόμιο ελεγχόμενο από τους αντάρτες, με το οποίο εξασφαλίστηκε ανεφοδιασμός των αντάρτικων σωμάτων από τις συμμαχικές δυνάμεις. Η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης που σχηματίστηκε για τη διοίκηση των απελευθερωμένων περιοχών, στεγάστηκε στη Βίνιανη στα νότια των Αγράφων.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 δημιουργήθηκε στα Θεσσαλικά Άγραφα η τεχνητή λίμνη Ταυρωπού ή λίμνη Πλαστήρα, όπως μετονομάστηκε αργότερα προς τιμήν του εμπνευστή της, στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα, ο οποίος καταγόταν από την περιοχή. Η λίμνη προσέφερε δυνατότητες τουριστικής ανάπτυξης στα παραλίμνια χωριά μετά την δεκαετία του 1990 βοηθώντας να συγκρατηθεί ο πληθυσμός στην περιοχή. Τα Ευρυτανικά Άγραφα παρέμειναν περισσότερο απομονωμένα και μόνο τα τελευταία χρόνια δημιουργείται στην περιοχή ασφάλτινο οδικό δίκτυο δίνοντας τη δυνατότητα στην περιοχή να βγει από την απομόνωση.
Γεωγραφία
Τα Άγραφα είναι οι νοτιότερες κορυφές της Πίνδου, που σχηματίζουν ένα πέταλο γύρω από την κοιλάδα του ποταμού Αγραφιώτη με έξοδο προς την Ευρυτανία και το φράγμα των Κρεμαστών. Αποτελούνται από απόκρημνες κορυφές, εντυπωσιακές χαράδρες, απόμερα οροπέδια. Είναι ένας τόπος δύσβατος, απροσπέλαστος τους μήνες του χειμώνα. Η έκτασή τους ξεπερνά τα 2500 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Πρόσφατη έρευνα της UNESCO κατέταξε την περιοχή μέσα στις πέντε καθαρότερες του κόσμου από άποψη περιβάλλοντος.
Δεκάδες άγριες κορυφές της νότιας Πίνδου με ύψος πάνω από τα 2000 μ. και ανάμεσά τους τρεις ποταμοί-θρύλοι: ο Αχελώος, ο Αγραφιώτης και ο Ταυρωπός (Μέγδοβας).
Τα Βόρεια Άγραφα βρίσκονται στην κορυφή του πέταλου και περιλαμβάνουν τα βουνά Καραβούλα (1862 μ.), Καράβα ή Σχιζοκάραβο (2184 μ.), Βουτσικάκι ή Γκαβέλ (2154 μ) και τις κορυφές Καζάρμα ή Ζυγουρολίβαδο (1977 μ.) και Τέμπλα (1810 μ.) Οριοθετούνται από βορά με τον Πορταϊκό ποταμό και το βουνό Χατζή και χωρίζονται από τα Δυτικά Άγραφα με τον Αχελώο και το βουνό Κοκκινόλακος (1750 μ). Το ανατολικό τους όριο είναι η πεδιάδα των Τρικάλων και η λίμνη του Μέγδοβα
Τα Ανατολικά Άγραφα αποτελούνται από τα βουνά Μπορλέρο ή Γαλατάς (2017 μ), Φλυτζάνι (2016 μ.) Πέντε Πύργοι (2003 μ.) Σβώνη ή Μαραθιά (2039 μ.), Παπαδημήτρη (1930 μ.) Κόψη (1941 μ.) Κόφτρα (1508 μ.) Καυκί (1753 μ.) με διάταξη από βορρά προς νότο και τα χαμηλότερα Βουλγάρα (1654 μ.), Ίταμος (1490 μ.) και Καπροβούνι.(1445μ) Ανατολικά καταλήγουν στη λίμνη του Μέγδοβα και χωρίζονται από το Βελούχι με τον Ταυρωπό ποταμό. Δυτικά καταλήγουν στον Αγραφιώτη και νότια φτάνουν μέχρι τη λίμνη των Κρεμαστών.
Τα Δυτικά Άγραφα αποτελούνται από τα βουνά Λιάκουρα (2043μ), Φτέρη ή Πυραμίδα (2126 μ.), Ντελιδήμι (2163 μ.) και Γαλάτσι ή Ασημένιο Βουνό (1894 μ).
Στο Νότιο τμήμα ορθώνεται επιβλητικό το Βελούχι ή Τυμφρηστός στα 2135μ.
Η περιοχή ανήκει γεωγραφικά στη ζώνη Ωλονού – Πίνδου. Τα πετρώματα που κυριαρχούν είναι ο ασβεστόλιθος και ο φλύσχης, ένα ιδιαίτερα εύθρυπτο υλικό σε συνδυασμό με τις απότομες κλίσεις και τα πολλά νερά είναι αιτία των συχνών κατολισθήσεων.
Τρία είναι τα κύρια ποτάμια, που διασχίζουν τα Άγραφα, ο Αγραφιώτης, ο Μέγδοβας (Ταυρωπός) και ο Αχελώος και τρείς είναι και οι λίμνες, εκτός από την πασίγνωστη τεχνητή λίμνη Πλαστήρα είναι και η μικρή λίμνη της Στεφανιάδας που δημιουργήθηκε από κατολίσθηση αλλά και η πρόσφατα κατασκευασμένη τεχνητή λίμνη Σμοκόβου.
Χλωρίδα & Πανίδα
Η βλάστηση των Αγράφων αποτελείται κυρίως από πυκνά δάση μακεδονικής ελάτης (Abies borisii-regis). Ακόμα απαντώνται δάση μαυρόπευκου, οξιάς, καστανιάς και πολλών ειδών βελανιδιάς. Άλλα κοινά δέντρα του βουνού είναι τα σφενδάμια, οι σορβιές, τα βουνοκυπάρρισα, τα σκλήθρα και οι ιτιές. Στα υποαλπικά και στα αλπικά επικρατούν μεγάλες χορτολιβαδικές εκτάσεις με δεκάδες σπάνια είδη. Η περιοχή δεν έχει μελετηθεί αρκετά από την άποψη της χλωρίδας αλλά υπολογίζεται ότι εδώ φυτρώνουν πάνω από 1.200 είδη φυτών.
Στα Άγραφα ακόμα ζούνε πολλά σπάνια είδη της ορνιθοπανίδας. Στην περιοχή ζούνε ακόμα λίγα όρνια, ενώ περιστασιακή είναι η παρουσία του ασπροπάρη. Από τα αρπακτικά πουλιά, στο βουνό ζούνε χρυσαετοί, φιδαετοί, πετρίτες, σφηκιάρηδες, γερακίνες, ξεφτέρια, βραχοκιρκίνεζα και μπούφοι. Η ορνιθοπανίδα συμπληρώνεται από είδη όπως σπάνιες πετροπέρδικες, γαλαζοκότσυφες, πετροκότσυφες, κοκκινοκαλιακούδες, μαύρους δρυοκολάπτες, λευκονώτους δρυοκολάπτες, βραχοτσοπανάκους, σταυρομύτες, χιονάδες, κιτρινοκαλιακούδες, αετομάχους, γυδοβυζάχτρες, βουνοτσίχλονα, ελατοπαπαδίτσες, γαλαζοπαπαδίτσες, αιγίθαλους, πυρροβασιλίσκους, χιονόσπινους, χιονόστρουθους, πράσινους δρυοκολάπτες, τσίχλες, γερακότσιχλες, χρυσοτσίχλονα, τρυγόνια, φάσσες.
Η ερπετοπανίδα περιλαμβάνει είδη, όπως ο αλπικός τρίτωνας, η σαλαμάνδρα, η κιτρινομπομπίνα, ο γραικοβάτραχος, ο φρύνος, ο πρασινόφρυνος, ο δεντροβάτραχος, η κρασπεδωτή χελώνα, η πρασινόσαυρα, η σαύρα της Ρούμελης, η τοιχογουστέρα, το νερόφιδο, το σπιτόφιδο, η δεντρογαλιά, η σαΐτα και η κοινή οχιά, ενώ δεν αποκλείεται να ζει στο βουνό η σπάνια οχιά των λιβαδιών.
Στα θηλαστικά συμπεριλαμβάνεται η περιστασιακή παρουσία της αρκούδας και του λύκου, ενώ στα δάση ζούνε ακόμα ζαρκάδια και αγριόγατες. Αλλά είδη θηλαστικών των Αγράφων είναι οι αγριόχοιροι, οι νυφίτσες, τα κουνάβια, οι ασβοί, οι αλεπούδες, οι λαγοί, οι δασομυωξοί, οι δεντρομυωξοί, οι σκίουροι και διάφορα είδη τρωκτικών και νυχτερίδων.
Στα πεντακάθαρα νερά των ποταμιών κολυμπούν πέστροφες, κυπρίνοι, μπριάνες, πέρκες και βίδρες.
Τέλος, κοντά στη κορφή Καράβα ζει ένα στενότοπο ενδημικό είδος ακρίδας, το Oropodisma karavica
Τα Μοναστήρια
Τα περισσότερα φτιάχτηκαν στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα με την επίδραση των μοναστηριών των Μετεώρων και ακολουθούν απλοποιημένη παραλλαγή του Αθωνίτικου τύπου. Τα κυριότερα από αυτά είναι: Της Παναγίας Σπηλιάς, της Παναγίας Πελεκητής, της Ρεντίνας, της Ζωοδόχου Πηγής και του Γεννεσίου της Θεοτόκου στο Ανθηρό, του Αγίου Γεωργίου στο Μαυρομμάτι, της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στα Βραγκιανά, της Παναγίας Τατάρνας και της Κορώνας.
Τα γεφύρια
Φτιαγμένα κυρίως από μαστόρους Ηπειρώτες, γεφύρωναν τις όχθες των ορμητικών ποταμών και χειμάρρων. Σήμερα ορθώνουν ακόμη εντυπωσιακά το ανάστημά τους τα γεφύρια Τριζώλου (Καρυάς) και Λιασκοβίτικο (Πετρωτού) στην Αργιθέα, οι γέφυρες Αυλακίου και Τέμπλας στον Αχελώο, των Βραγκιανών στον Αγραφιώτη, της Βίνιανης και των Δομιανών στον Ταυρωπό και η μισοβυθισμένη γέφυρα Μανώλη στον Γρανιτσιώτη. Διασημότερο όλων το γεφύρι Κοράκου του οποίου ένα βάθρο μόνο απέμεινε κοντά στο φράγμα της Συκιάς.
Οι άνθρωποι
Μέσα στο πέταλο των Αγράφων υπάρχει ένα πλήθος από χωριά που ομαδοποιούνται σε ευρύτερες περιοχές: Αργιθέα, κοιλάδα του Μέγδοβα, Σμόκοβο. Πρόκειται για 125 χωριά με λιγοστούς κατοίκους αφού η περιοχή είναι άγονη και φτωχή, βασιζόμενη κυρίως στην κτηνοτροφία. Έτσι οι άνθρωποι αναγκάζονται να αναζητήσουν αλλού την τύχη τους. Παλιότερα στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, αργότερα στην Αμερική, σήμερα στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Τα Άγραφα κατά παράδοση θεωρούνται κοιτίδα των Σαρακατσαναίων, αρχαίου ελληνικού νομαδικού φύλου που περνούσε τους καλοκαιρινούς μήνες στα βουνά της περιοχής ενώ το χειμώνα έμενε στις πεδιάδες της Θεσσαλίας της Βοιωτίας και της Αιτωλοακαρνανίας.