Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Μολυσματικοί παράγοντες στα ψάρια: αξιολόγηση του κινδύνου

Καθώς αυξάνει όλο και περισσότερο η ενημέρωση των καταναλωτών σε θέματα διατροφής και υγείας, αυξάνει συνεχώς η ζήτηση των ψαριών στην Ευρώπη ως μια υγιεινή διατροφική επιλογή. Το ψάρι είναι πολύτιμη πηγή υψηλής ποιότητας πρωτεΐνης, ανόργανων στοιχείων και βιταμινών. Επιπλέον, τα λιπαρά ψάρια είναι πλούσια σε ωμέγα-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (PUFA), τα οφέλη υγείας των οποίων αναγνωρίζονται ευρέως. Πρόσφατα, η δημόσια εμπιστοσύνη κλονίστηκε από μια έκθεση, η οποία έδωσε έμφαση στους κινδύνους που συνδέονται με τη διατροφική έκθεση σε περιβαλλοντικούς μολυσματικούς παράγοντες, όπως ο υδράργυρος και οι διοξίνες, που είναι γνωστό ότι συσσωρεύονται στα ψάρια. Ωστόσο, όλα τα διαθέσιμα στοιχεία και η ερμηνεία που δίνουν οι αρμόδιες αρχές δείχνουν ότι το επίπεδο μολυσματικών παραγόντων στα ψάρια είναι πολύ χαμηλότερο από τα κρίσιμα επίπεδα κινδύνου.
Υδράργυρος
Ο υδράργυρος είναι στοιχείο που υπάρχει στη φύση και απελευθερώνεται στο περιβάλλον και από φυσικές πηγές και ως αποτέλεσμα της βιομηχανικής ρύπανσης. Στο νερό, ο ανόργανος υδράργυρος μετατρέπεται μέσω της μικροβιακής δράσης στην πιο τοξική οργανική μορφή, τον μεθυλο-υδράργυρο, ο οποίος συσσωρεύεται στους ιστούς. Οι υδρόβιοι οργανισμοί αποκτούν μεθυλο-υδράργυρο και από το νερό και από τη δίαιτά τους και σχεδόν όλα τα ψάρια περιέχουν ίχνη υδραργύρου. Εντούτοις, είδη που είναι κοντά στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας (π.χ. καρχαρίας, ξιφίας, ορισμένα είδη μεγάλου τόνου, κ.λπ.) μπορεί να συσσωρεύουν μεγαλύτερες ποσότητες μέσω της κατανάλωσης άλλων ψαριών. Γενικά, όσο γηραιότερο και μεγαλύτερο είναι το ψάρι, τόσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητά του σε μεθυλο-υδράργυρο.
Αν και τα επίπεδα στα περισσότερα βρώσιμα είδη δεν θέτουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία, το ασφαλές όριο πρόσληψης μπορεί να ξεπεραστεί, εάν καταναλώνονται συχνά μεγάλα αρπακτικά είδη. Τα παιδιά και οι έγκυες γυναίκες ή αυτές που θηλάζουν ή προγραμματίζουν να μείνουν έγκυες μέσα στο επόμενο έτος συμβουλεύονται να αποφεύγουν την κατανάλωση καρχαρία, τεράπτουρου, ξιφία και παρόμοιων ειδών.
Οι διοξίνες και τα PCBs (πολυχλωριωμένα διφαινύλια)
Οι διοξίνες και τα PCBs,τα οποία μοιάζουν με τις διοξίνες, είναι βιομηχανικοί ρύποι που είναι διάχυτοι και παραμένουν πολύ στο περιβάλλον. Οι πιο αυστηροί έλεγχοι της παραγωγής τους έχουν οδηγήσει σε σταθερή πτώση στα επίπεδα τους κατά τη διάρκεια των δύο προηγούμενων δεκαετιών.
Επιβλαβή αποτελέσματα στην ανθρώπινη υγεία μπορούν να προκύψουν από τη χρόνια έκθεση σε υψηλά επίπεδα διοξινών και PCBs, αλλά ο κίνδυνος είναι αμελητέος εάν η πρόσληψη παραμένει κάτω από ένα κρίσιμο επίπεδο. Η αξιολόγηση αυτών των κινδύνων είναι η αποστολή οργανώσεων όπως η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) και οι εθνικές αρχές ασφάλειας τροφίμων, οι οποίες παρέχουν ανεξάρτητες συμβουλές για θέματα ασφάλειας τροφίμων, βασισμένες στις γνωματεύσεις διαφόρων ειδικών οργανισμών και επιτροπών.
Αυτές οι αρχές θέτουν τις οδηγίες πρόσληψης υπό συνεχή αναθεώρηση, γεγονός που επιτρέπει στους καταναλωτές να απολαύσουν τα οφέλη συγκεκριμένων τροφίμων μέσα σε ασφαλή όρια πρόσληψης.
Οι ανησυχίες των καταναλωτών προκλήθηκαν στις αρχές του τρέχοντος έτους μετά από τη δημοσίευση μιας μελέτης από Αμερικανούς ερευνητές, οι οποίοι υπέδειξαν ότι τα επίπεδα οργανικών ρύπων στον εκτρεφόμενο σολομό, συμπεριλαμβανομένων των διοξινών και των PCBs, θα μπορούσαν να θέσουν την υγεία σε κίνδυνο. Οι συμβουλές τους να καταναλώνουμε λιγότερο από μισή μερίδα εκτρεφόμενου σολομού (από συγκεκριμένες περιοχές) τον μήνα ήρθε σε άμεση αντίθεση με τις συμβουλές από τις αρχές τροφίμων ότι πρέπει να τρώμε μια μερίδα λιπαρών ψαριών την εβδομάδα. Αυτή η μελέτη, εντούτοις, δεν παρουσίασε νέα στοιχεία, καθώς τα επίπεδα μολυσματικών παραγόντων ήταν σύμφωνα με εκείνα που αναφέρθηκαν παλαιότερα σε μικρότερες μελέτες και παρέμειναν στο πλαίσιο των διεθνώς αποδεκτών οδηγιών ασφάλειας. Η απόκλιση προέκυψε επειδή οι συντάκτες της μελέτης στήριξαν τις συμβουλές τους σε μια μέθοδο ανάλυσης κινδύνου που δεν είναι αποδεκτή διεθνώς από τους τοξικολόγους και άλλους εμπειρογνώμονες ασφάλειας τροφίμων. Οι αρχές ασφάλειας τροφίμων στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ συμφώνησαν ότι η μελέτη δεν προκαλεί νέες ανησυχίες για την υγεία και ότι η κατανάλωση μιας μερίδας εκτρεφόμενου σολομού την εβδομάδα θεωρείται ακόμα ασφαλής.
Κίνδυνος εναντίον οφέλους
Οποιοσδήποτε πιθανός κίνδυνος που συνδέεται με την κατανάλωση ψαριών ελαχιστοποιείται, εάν ακολουθούνται οι επίσημες οδηγίες και ξεπερνιέται από τα οφέλη υγείας. Υπάρχουν αυξανόμενα στοιχεία ότι τα ωμέγα-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, που βρίσκονται στα λιπαρά ψάρια, μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο ανικανότητας και θανάτου από στεφανιαία νόσο και ότι διαδραματίζουν ευεργετικό ρόλο σε φλεγμονώδεις καταστάσεις, όπως η αρθρίτιδα, και στην πρόληψη μερικών τύπων καρκίνου. Η απόφαση των καταναλωτών να περιλάβουν ή να αποκλείσουν οποιαδήποτε τρόφιμα από τη δίαιτά τους πρέπει να βασιστεί στην ενημερωμένη επιστήμη παρά στους τίτλους μέσων ενημέρωσης.