Επιμέλεια: Aγγελική Μήλιου, βιολόγος, medlabnews.gr
Κάθε χρόνο
σχεδόν 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη πεθαίνουν από ηπατίτιδα, περισσότεροι
απ’Α όσους χάνουν τη ζωή τους από τον ιό του ΑΙDS. Διεθνώς, 1 στους 12
ανθρώπους έχουν προσβληθεί από τον ιό της ηπατίτιδας B ή C.
Πολλοί άνθρωποι
ζουν επί χρόνια με τους ιούς, δίχως να αναπτύξουν σοβαρά προβλήματα. Σε
αρκετούς, όμως, υπάρχει κίνδυνος ανάπτυξης κίρρωσης ή ηπατοκυτταρικού καρκίνου.
Οι άνθρωποι αυτοί με χρόνια ηπατίτιδα Β ή C σε εξέλιξη μπορεί να αισθάνονται
καλά για πολύ καιρό.
Tι είναι η ηπατίτιδα;
Το ήπαρ (συκώτι) είναι ένα
ζωτικό όργανο που βρίσκεται στο δεξιό άνω τμήμα της κοιλιακής χώρας.
Έχει πολλές λειτουργίες και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο
μεταβολισμό, στη σύνθεση παραγόντων πήξης του αίματος για τον έλεγχο
αιμορραγιών, στην παραγωγή ουσιών απαραίτητων στη μάχη κατά των
λοιμώξεων καθώς και στην απομάκρυνση τοξικών ουσιών και φαρμάκων από τον
οργανισμό. Εάν το ήπαρ προσβληθεί από ιούς ή υποστεί βλάβη από άλλα
αίτια όπως τοξίνες, φάρμακα, αλκοόλ, αναπτύσσεται φλεγμονή (ερεθισμός)
και νέκρωση, κατάσταση η οποία ονομάζεται ηπατίτιδα.
Η χρόνια ιογενής ηπατίτιδα προκαλείται από τους ιούς
της ηπατίτιδας B και C και αποτελεί σημαντικό πρόβλημα δημόσιας υγείας
παγκόσμια.
Η ιογενής ηπατίτιδα B και C :
α) προσβάλλει μεγάλο μέρος του πληθυσμού,
β) μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο,
γ) σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα και
θνητότητα και
δ) απαιτεί ειδικές θεραπευτικές παρεμβάσεις.
Στη χώρα μας, ο επιπολασμός για τη χρόνια ηπατίτιδα Β
υπολογίζεται σε 2.5-3% του πληθυσμού και για την ηπατίτιδα C σε 1.5-2% του
πληθυσμού, ενώ η επίπτωση των χρόνιων ιογενών ηπατιτίδων ποικίλλει ανά
γεωγραφικό διαμέρισμα και πληθυσμό.
Οι κύριες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία είναι η
αυξημένη νοσηρότητα και θνητότητα των ασθενών από την ηπατική νόσο και η
διασπορά των ιών αυτών στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Είναι γνωστό ότι
σημαντικό ποσοστό των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα Β ή C καταλήγουν από
επιπλοκές της χρόνιας λοίμωξης όπως κίρρωση του ήπατος, ηπατοκυτταρικό καρκίνο
(HCC), ηπατική ανεπάρκεια και θάνατο εφόσον δεν τεθούν σε παρακολούθηση και δεν
λάβουν ειδική αντιική αγωγή.
Πώς μεταδίδεται ο ιός της
ηπατίτιδας Β;
Ο ιός της ηπατίτιδας Β
μεταδίδεται:
- με σεξουαλική επαφή, χωρίς χρήση προφυλακτικού, με άτομο που έχει μολυνθεί με τον ιό
- με την κοινή χρήση συριγγών ή άλλων εργαλείων για την προετοιμασία υλικού για τη χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών
- από μολυσμένη μητέρα σε παιδί κατά τον τοκετό (κάθετη μετάδοση)
- με την κοινή χρήση προσωπικών αντικειμένων (ξυραφάκια, οδοντόβουρτσα, νυχοκόπτες)
- χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών
- με τρύπημα με μολυσμένη βελόνα ή αιχμηρό αντικείμενο (π.χ. συνήθης τρόπος μετάδοσης σε προσωπικό νοσοκομείου ή κατά την εκτέλεση τατουάζ)
- με μεταγγίσεις αίματος ή παραγώγων του (εξαιρετικά σπάνια πια λόγω του συστηματικού ελέγχου στις αιμοδοσίες) Ο ιός της ηπατίτιδας Β δεν μεταδίδεται με:
- νερό, τροφή
- σκεύη μαγειρικά ή εστιάσεως
- τουαλέτες
την κοινωνική επαφή
(χειραψία, αγκαλιά, φιλί, βήχας, φτέρνισμα) Άτομα που διατρέχουν αυξημένο
κίνδυνο για ηπατίτιδα Β, είναι :
- τα άτομα που έχουν σεξουαλική επαφή με πάσχοντες
- ομοφυλόφιλοι άνδρες
- όσοι έχουν πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους ή έχουν άλλο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα
- νεογνά μολυσμένων μητέρων
- χρήστες ενδοφλεβίων ναρκωτικών
- επαγγελματίες υγείας
- ασθενείς σε μονάδες τεχνητού νεφρού
- μέλη οικογένειας χρόνιων πασχόντων από ηπατίτιδα Β που δεν έχουν εμβολιαστεί
Ο ιός της ηπατίτιδας C μεταδίδεται κυρίως με την
παρεντερική επαφή και σπανιότερα με τη σεξουαλική επαφή ή κάθετη μετάδοση από
μητέρα σε παιδί.
Ποια είναι τα συνήθη
εργαστηριακά ευρήματα των ασθενών με ιογενή ηπατίτιδα;
Υπάρχουν δύο ειδών αιματολογικές εξετάσεις για την ηπατίτιδα :
α) μη ειδικές εξετάσεις που
αφορούν τη λειτουργία του ήπατος όπως :
ανεύρεση αυξημένης
τιμής ενζύμων (αμινοτρανσφεράσες ή τρανσαμινάσες), που σε
περίπτωση βλάβης του ήπατος απελευθερώνονται σε μεγάλες ποσότητες στην
κυκλοφορία του αίματος, οδηγώντας σε σημαντική αύξηση των τιμών τους
(έως και μεγαλύτερες του δεκαπλάσιου του φυσιολογικού σε οξεία ηπατίτιδα)
ανεύρεση αυξημένης
τιμής χολερυθρίνης, που δίνει την χαρακτηριστική κίτρινη χροιά στα
μάτια και στο δέρμα (ίκτερος)
Η ανεύρεση αυξημένων τρανσαμινασών ή
χολερυθρίνης, δε σημαίνει υποχρεωτικά ιογενή ηπατίτιδα και συχνά ο ασθενής
χρειάζεται να υποβληθεί σε σειρά εργαστηριακών εξετάσεων για τη
διερεύνηση του αιτίου της ηπατικής βλάβης
β) ειδικές εξετάσεις που
αφορούν στην ανίχνευση των ιών:
οι εξετάσεις αυτές ανιχνεύουν είτε
ειδικά τμήματα των ιών (αντιγόνα), είτε αντισώματα έναντι αυτών, που
παράγει ο οργανισμός σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της λοίμωξης
Υπάρχει θεραπεία για την ιογενή ηπατίτιδα ;
Στην
περίπτωση της οξείας ηπατίτιδας δεν υπάρχει ανάγκη ειδικής θεραπείας,
παρά μόνο υποστηρικτική αγωγή και παρακολούθηση για την περίπτωση
εμφάνισης επιπλοκών.
Εξαίρεση αποτελεί η οξεία ηπατίτιδα C, όπου η
μετάπτωση σε χρονιότητα μειώνεται με τη βοήθεια ειδικής θεραπείας.
Αντίθετα, ανάγκη από ειδική φαρμακευτική θεραπεία έχει σημαντικό
ποσοστό ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα. Η θεραπεία έχει σαν στόχο την
εκρίζωση του ιού της ηπατίτιδας και/ή την πρόληψη της ανάπτυξης κίρρωσης
και καρκίνου του ήπατος.
Υπάρχει εμβόλιο για την
ηπατίτιδα Β;
Από το 1982 υπάρχει ασφαλές
κι αποτελεσματικό εμβόλιο κι είναι το πρώτο προληπτικό εμβόλιο
έναντι ενός σοβαρού καρκίνου (ηπατοκυτταρικού). Χορηγείται σε 3 δόσεις
ενδομυϊκά (0, 1 και σε 6 μήνες). Εάν το πρόγραμμα του εμβολιασμού
διακοπεί μετά την πρώτη δόση, η δεύτερη πρέπει να δοθεί όσο γίνεται
πιο γρήγορα. Η δεύτερη και η τρίτη δόση πρέπει να απέχουν τουλάχιστον 2
μήνες. Εάν καθυστερήσει μόνον η τρίτη δόση, θα πρέπει να χορηγηθεί με
την πρώτη ευκαιρία και να μην αρχίζει ο εμβολιασμός εξ αρχής.
Πότε αρχίζει η προστασία
μετά τον εμβολιασμό;
Αν και μερική κάλυψη
παρέχεται με την πρώτη και δεύτερη δόση, πλήρης κάλυψη προϋποθέτει και
τις 3 δόσεις του εμβολίου.
Ποιοι πρέπει να
εμβολιάζονται;
Υποχρεωτικός είναι σήμερα ο
εμβολιασμός των βρεφών και παιδιών και συνιστάται στα άτομα που ανήκουν
στις ομάδες αυξημένου κινδύνου που αναφέρθηκαν προηγουμένως.