Περίπου 2.500.000 Έλληνες πάσχουν από κάποια ρευματική πάθηση, καθιστώντας τις ρευματικές παθήσεις, μέγιστο κοινωνικό πρόβλημα. Σύμφωνα με τα ευρήματα πανελλήνιας επιδημιολογικής έρευνας, που πραγματοποιήθηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Ρευματολογικών Ερευνών (ΕΙΡΕ),...
οι ρευματικές παθήσεις σε σύγκριση με όλες τις άλλες ομάδες παθήσεων, ευθύνονται για 40% των χρόνιων προβλημάτων υγείας, 50% της μακροχρόνιας λειτουργικής ανικανότητας (αναπηρικές συντάξεις κ.λπ.), 30% των απουσιών από την εργασία και 20% της χρήσης υπηρεσιών υγείας (ιατρικές επισκέψεις, χρήση φαρμάκων), τόσο στο σύνολο του γενικού πληθυσμού, όσο και στον εργαζόμενο πληθυσμό, δηλαδή στα άτομα ηλικιών 19-65 ετών. Αυτά τόνισαν η ρευματολόγος Αικατερίνη Σφυρόερα, ο ρευματολόγος, διευθυντής της Ρευματολογικής Κλινικής Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών Ευθύμιος Σταυρόπουλος, και ο ρευματολόγος, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του ΕΙΡΕ, Αλέξανδρος Ανδριανάκος, σε ημερίδα με θέμα «Ρευματικές παθήσεις: Ένα μέγιστο κοινωνικό πρόβλημα», που έγινε στον δήμο Γαλατσίου, στο πλαίσιο της εκστρατείας ενημέρωσης του κοινού, που πραγματοποιείται σε συνεργασία με τους δήμους και τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Όπως ανέφερε ο κ. Σταυρόπουλος, οι ρευματικές παθήσεις είναι πολλές, περίπου 200, και αφορούν το μυοσκελετικό σύστημα, δηλαδή τις αρθρώσεις, τους τένοντες, τους μύες, τα οστά και τη σπονδυλική στήλη, ενώ κύριο και κοινό σύμπτωμά τους είναι ο πόνος σε αρθρώσεις, ή τένοντες, μέση ή αυχένα. Για ορισμένες ρευματικές παθήσεις υπάρχουν δυνατότητες πρόληψης και σήμερα είναι εφικτή η αποτελεσματική θεραπευτική αντιμετώπισή τους και η δραστική μείωση των δυσμενών τους επιπτώσεων με δύο προϋποθέσεις -όπως έδειξε η έρευνα του ΕΙΡΕ- την έγκαιρη διάγνωση και την πρώιμη και ορθή θεραπευτική παρέμβαση. Ωστόσο, όπως είπε ο κ. Ανδριανάκος, πολλοί Έλληνες ασθενείς με ρευματικές παθήσεις δεν είναι χρήστες των σύγχρονων θεραπευτικών δυνατοτήτων, που τους προσφέρει η Ρευματολογία κι αυτό γιατί οι περισσότεροι ασθενείς με ρευματικές παθήσεις καθυστερούν πολύ να επισκεφθούν τους ειδικούς γιατρούς, δηλαδή τους ρευματολόγους. Η καθυστέρηση έχει ως αποτέλεσμα τη μη ορθή διάγνωση και τη μη εφαρμογή σωστής θεραπείας και εντέλει την πρόκληση μη αναστρέψιμων βλαβών στις αρθρώσεις, ή και σε άλλα όργανα, καθώς και την πρόκληση σοβαρών λειτουργικών διαταραχών ή αναπηρίας.
οι ρευματικές παθήσεις σε σύγκριση με όλες τις άλλες ομάδες παθήσεων, ευθύνονται για 40% των χρόνιων προβλημάτων υγείας, 50% της μακροχρόνιας λειτουργικής ανικανότητας (αναπηρικές συντάξεις κ.λπ.), 30% των απουσιών από την εργασία και 20% της χρήσης υπηρεσιών υγείας (ιατρικές επισκέψεις, χρήση φαρμάκων), τόσο στο σύνολο του γενικού πληθυσμού, όσο και στον εργαζόμενο πληθυσμό, δηλαδή στα άτομα ηλικιών 19-65 ετών. Αυτά τόνισαν η ρευματολόγος Αικατερίνη Σφυρόερα, ο ρευματολόγος, διευθυντής της Ρευματολογικής Κλινικής Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών Ευθύμιος Σταυρόπουλος, και ο ρευματολόγος, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος του ΕΙΡΕ, Αλέξανδρος Ανδριανάκος, σε ημερίδα με θέμα «Ρευματικές παθήσεις: Ένα μέγιστο κοινωνικό πρόβλημα», που έγινε στον δήμο Γαλατσίου, στο πλαίσιο της εκστρατείας ενημέρωσης του κοινού, που πραγματοποιείται σε συνεργασία με τους δήμους και τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Όπως ανέφερε ο κ. Σταυρόπουλος, οι ρευματικές παθήσεις είναι πολλές, περίπου 200, και αφορούν το μυοσκελετικό σύστημα, δηλαδή τις αρθρώσεις, τους τένοντες, τους μύες, τα οστά και τη σπονδυλική στήλη, ενώ κύριο και κοινό σύμπτωμά τους είναι ο πόνος σε αρθρώσεις, ή τένοντες, μέση ή αυχένα. Για ορισμένες ρευματικές παθήσεις υπάρχουν δυνατότητες πρόληψης και σήμερα είναι εφικτή η αποτελεσματική θεραπευτική αντιμετώπισή τους και η δραστική μείωση των δυσμενών τους επιπτώσεων με δύο προϋποθέσεις -όπως έδειξε η έρευνα του ΕΙΡΕ- την έγκαιρη διάγνωση και την πρώιμη και ορθή θεραπευτική παρέμβαση. Ωστόσο, όπως είπε ο κ. Ανδριανάκος, πολλοί Έλληνες ασθενείς με ρευματικές παθήσεις δεν είναι χρήστες των σύγχρονων θεραπευτικών δυνατοτήτων, που τους προσφέρει η Ρευματολογία κι αυτό γιατί οι περισσότεροι ασθενείς με ρευματικές παθήσεις καθυστερούν πολύ να επισκεφθούν τους ειδικούς γιατρούς, δηλαδή τους ρευματολόγους. Η καθυστέρηση έχει ως αποτέλεσμα τη μη ορθή διάγνωση και τη μη εφαρμογή σωστής θεραπείας και εντέλει την πρόκληση μη αναστρέψιμων βλαβών στις αρθρώσεις, ή και σε άλλα όργανα, καθώς και την πρόκληση σοβαρών λειτουργικών διαταραχών ή αναπηρίας.
Read more: http://www.enimerwsi.com/2011/04/blog-post_5106.html#ixzz1Iamp3AOL