Του Στέφανου Κωνσταντινίδη*
Στις 12 Ιουνίου 2011 διεξάγονται οι τουρκικές εκλογές για την εκλογή των 550 εκπροσώπων των Τούρκων πολιτών στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Αν και στις εκλογές συμμετέχουν δεκαπέντε πολιτικά κόμματα, η αναμέτρηση θα δοθεί ανάμεσα στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης-ΑΚΡτου σημερινού πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα...
Τα υπόλοιπα κόμματα, με εξαίρεση ίσως το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μείνουν εκτός βουλής. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι εκλογές αυτές θα είναι ουσιαστικά ένας περίπατος για το κυβερνών κόμμα του Ερντογάν. Κάποιες δημοσκοπήσεις του έδιναν 45 με 50% ενώ το κυριότερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, δεν συγκέντρωνε περισσότερο από 25%. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, πάντως, δείχνουν το ισλαμικό κόμμα του Ερντογάν με χαμηλότερα ποσοστά που κυμαίνονται γύρω στο 40%.
Είναι καθαρό πως ο ισλαμικός πόλος της τουρκικής πολιτικής ζωής είναι πια πανίσχυρος και ηγεμονεύει την πολιτική ζωή της χώρας. Η επανεκλογή των ισλαμιστών του Ερντογάν θα οδηγήσει στην επιβολή ενός αυταρχικού μοντέλου δημοκρατίας με πολλούς περιορισμούς στα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών, έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και περαιτέρω ισλαμοποίηση της τουρκικής κοινωνίας. Ένα νέο βαθύ κράτος δημιουργείται σταδιακά, το ισλαμικό, με την εξουδετέρωση του παλιού κεμαλικού κατεστημένου και ιδιαίτερα του στρατού.
Στην οικονομία, όμως, η Τουρκία καταγράφει συνεχώς σημαντικές επιτυχίες. Πρόκειται φυσικά για μια φιλελεύθερη, αν όχι νεοφιλελεύθερη οικονομία, η ανάπτυξη της οποίας επιτυγχάνεται με πολλές θυσίες στις οποίες υποβάλλονται οι εργαζόμενοι. Όμως αυτή τη στιγμή η τουρκική οικονομία είναι η 16η μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως και η 6η μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη. Το δημόσιο χρέος της Τουρκίας είναι συγκριτικά χαμηλό αφού αντιπροσωπεύει μόνο το 48% του τουρκικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος-ΑΕΠ. Η ευρωστία αυτή της τουρκικής οικονομίας συνδυαζόμενη με τη γεωπολιτική σημασία της χώρας, εξηγεί ως ένα σημείο την τουρκική αλαζονεία όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο αλλά και απέναντι στην ίδια την Ευρώπη. Εξηγεί επίσης την ανεξαρτητοποίηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Η σύγκριση βέβαια της σημερινής Τουρκίας, παρά τις όποιες αδυναμίες της, με τη σημερινή Ελλάδα, προκαλεί κατάθλιψη. Οι ελληνικές ελίτ, εγκληματικά συμπεριφερόμενες, οδήγησαν τη χώρα στη μεγαλύτερη κρίση που γνώρισε μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και σε μια επαπειλούμενη Μικρασιατική Καταστροφή. Ακόμη και η Κύπρος που μπορούσε στο παρελθόν να συνδυάζει το γεωπολιτικό της πλεονέκτημα με μια ισχυρή οικονομία, βλέπει σήμερα τα θεμέλια αυτής της οικονομίας να τρίζουν. Αλλά και πέρα από τα προβλήματα της οικονομίας, η Κύπρος έχει χάσει πολύ από τον παλιό δυναμισμό που της επέτρεψε να επιβιώσει μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Τα προβλήματα, που οδήγησαν σε αυτή την απώλεια δυναμισμού, είναι γνωστά και έχουν να κάνουν με μια κοινωνία που οδηγήθηκε από το πολιτικό της σύστημα και τις διάφορες ελίτ της, οικονομικές, πνευματικές κ.λπ., σε αποδιάρθρωση. Κανένα όραμα δεν καθοδηγεί σήμερα την κυπριακή κοινωνία. Ακόμη και η κατοχή προσφέρεται εξωραϊσμένη μέσα από τα διάφορα σχέδια που μόνον στόχο έχουν τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Με αυτά τα δεδομένα, τρέφουν μάλλον αυταπάτες όσοι πιστεύουν ότι η Άγκυρα, μετά τις εκλογές, θα παρουσιαστεί πιο ευέλικτη στο Κυπριακό. Είναι πολύ πιθανόν ότι θα συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Διότι η Άγκυρα συνειδητοποιεί τόσο τη δική της πλεονεκτική θέση, όσο και την αδυναμία στην οποία βρίσκονται η Ελλάδα και η Κύπρος. Υ.Γ. Αν χρειαζόταν μια επιβεβαίωση των πιο πάνω, οι βουλευτικές εκλογές και το αλαλούμ που ακολούθησε, τα ανατολίτικα παζάρια γύρω από την εκλογή του προέδρου της Βουλής, δείχνουν ακριβώς τη βαθιά κρίση της κυπριακής κοινωνίας. Ο πολιτικός λόγος είναι ανύπαρκτος. Τον αντικατέστησαν προ πολλού οι πελατειακές σχέσεις και οι τακτικισμοί της πιο χαμηλής στάθμης. Τουλάχιστον στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη οι άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους και στις πλατείες για να αντισταθούν στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα. Στην Κύπρο ούτε αυτό δεν θα συμβεί μάλλον. Ο δρόμος των διαφόρων κινημάτων αμφισβήτησης σπάνια περνά από την Κύπρο.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ε-mail stephanos.constantinides@ gmail.com
Από KAPISTRI
Στις 12 Ιουνίου 2011 διεξάγονται οι τουρκικές εκλογές για την εκλογή των 550 εκπροσώπων των Τούρκων πολιτών στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Αν και στις εκλογές συμμετέχουν δεκαπέντε πολιτικά κόμματα, η αναμέτρηση θα δοθεί ανάμεσα στο Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης-ΑΚΡτου σημερινού πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα...
Τα υπόλοιπα κόμματα, με εξαίρεση ίσως το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα μείνουν εκτός βουλής. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι εκλογές αυτές θα είναι ουσιαστικά ένας περίπατος για το κυβερνών κόμμα του Ερντογάν. Κάποιες δημοσκοπήσεις του έδιναν 45 με 50% ενώ το κυριότερο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, δεν συγκέντρωνε περισσότερο από 25%. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, πάντως, δείχνουν το ισλαμικό κόμμα του Ερντογάν με χαμηλότερα ποσοστά που κυμαίνονται γύρω στο 40%.
Είναι καθαρό πως ο ισλαμικός πόλος της τουρκικής πολιτικής ζωής είναι πια πανίσχυρος και ηγεμονεύει την πολιτική ζωή της χώρας. Η επανεκλογή των ισλαμιστών του Ερντογάν θα οδηγήσει στην επιβολή ενός αυταρχικού μοντέλου δημοκρατίας με πολλούς περιορισμούς στα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών, έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και περαιτέρω ισλαμοποίηση της τουρκικής κοινωνίας. Ένα νέο βαθύ κράτος δημιουργείται σταδιακά, το ισλαμικό, με την εξουδετέρωση του παλιού κεμαλικού κατεστημένου και ιδιαίτερα του στρατού.
Στην οικονομία, όμως, η Τουρκία καταγράφει συνεχώς σημαντικές επιτυχίες. Πρόκειται φυσικά για μια φιλελεύθερη, αν όχι νεοφιλελεύθερη οικονομία, η ανάπτυξη της οποίας επιτυγχάνεται με πολλές θυσίες στις οποίες υποβάλλονται οι εργαζόμενοι. Όμως αυτή τη στιγμή η τουρκική οικονομία είναι η 16η μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως και η 6η μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη. Το δημόσιο χρέος της Τουρκίας είναι συγκριτικά χαμηλό αφού αντιπροσωπεύει μόνο το 48% του τουρκικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος-ΑΕΠ. Η ευρωστία αυτή της τουρκικής οικονομίας συνδυαζόμενη με τη γεωπολιτική σημασία της χώρας, εξηγεί ως ένα σημείο την τουρκική αλαζονεία όχι μόνο απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο αλλά και απέναντι στην ίδια την Ευρώπη. Εξηγεί επίσης την ανεξαρτητοποίηση της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Η σύγκριση βέβαια της σημερινής Τουρκίας, παρά τις όποιες αδυναμίες της, με τη σημερινή Ελλάδα, προκαλεί κατάθλιψη. Οι ελληνικές ελίτ, εγκληματικά συμπεριφερόμενες, οδήγησαν τη χώρα στη μεγαλύτερη κρίση που γνώρισε μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και σε μια επαπειλούμενη Μικρασιατική Καταστροφή. Ακόμη και η Κύπρος που μπορούσε στο παρελθόν να συνδυάζει το γεωπολιτικό της πλεονέκτημα με μια ισχυρή οικονομία, βλέπει σήμερα τα θεμέλια αυτής της οικονομίας να τρίζουν. Αλλά και πέρα από τα προβλήματα της οικονομίας, η Κύπρος έχει χάσει πολύ από τον παλιό δυναμισμό που της επέτρεψε να επιβιώσει μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Τα προβλήματα, που οδήγησαν σε αυτή την απώλεια δυναμισμού, είναι γνωστά και έχουν να κάνουν με μια κοινωνία που οδηγήθηκε από το πολιτικό της σύστημα και τις διάφορες ελίτ της, οικονομικές, πνευματικές κ.λπ., σε αποδιάρθρωση. Κανένα όραμα δεν καθοδηγεί σήμερα την κυπριακή κοινωνία. Ακόμη και η κατοχή προσφέρεται εξωραϊσμένη μέσα από τα διάφορα σχέδια που μόνον στόχο έχουν τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Με αυτά τα δεδομένα, τρέφουν μάλλον αυταπάτες όσοι πιστεύουν ότι η Άγκυρα, μετά τις εκλογές, θα παρουσιαστεί πιο ευέλικτη στο Κυπριακό. Είναι πολύ πιθανόν ότι θα συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Διότι η Άγκυρα συνειδητοποιεί τόσο τη δική της πλεονεκτική θέση, όσο και την αδυναμία στην οποία βρίσκονται η Ελλάδα και η Κύπρος. Υ.Γ. Αν χρειαζόταν μια επιβεβαίωση των πιο πάνω, οι βουλευτικές εκλογές και το αλαλούμ που ακολούθησε, τα ανατολίτικα παζάρια γύρω από την εκλογή του προέδρου της Βουλής, δείχνουν ακριβώς τη βαθιά κρίση της κυπριακής κοινωνίας. Ο πολιτικός λόγος είναι ανύπαρκτος. Τον αντικατέστησαν προ πολλού οι πελατειακές σχέσεις και οι τακτικισμοί της πιο χαμηλής στάθμης. Τουλάχιστον στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη οι άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους και στις πλατείες για να αντισταθούν στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα. Στην Κύπρο ούτε αυτό δεν θα συμβεί μάλλον. Ο δρόμος των διαφόρων κινημάτων αμφισβήτησης σπάνια περνά από την Κύπρο.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Ε-mail stephanos.constantinides@