1. Η αναζήτηση του καπιταλιστικού κέρδους σε τομείς εκτός της υλικής παραγωγής οδήγησε τις τελευταίες δεκαετίες στη γιγαντιαία ανάπτυξη της πολιτισμικής βιομηχανίας, αναδεικνύοντας τον τομέα του πολιτισμού να σε έναν από τους πιο κερδοφόρους τομείς επένδυσης για το κεφάλαιο....
Προϋπόθεση για τα παραπάνω η άνευ προηγουμένου εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής παραγωγής, που συνοδεύτηκε με την προσπάθεια της άρχουσας τάξης για αναβάθμιση του ρόλου της ιδεολογικής της παρέμβασης μέσω των πολιτισμικών της μηχανισμών, με απώτερο στόχο την βαθύτερη ενσωμάτωση και χειραγώγηση των μαζών και ιδιαίτερα του κόσμου της εργασίας.
2. H γιγάντωση των πολιτισμικών μηχανισμών στη σύγχρονη κοινωνία εκφράζει μια νέα ποιότητα σύνδεσης «βάσης – εποικοδομήματος». Το κυρίαρχο πολιτισμικό μοντέλο σήμερα δεν παρακολουθεί απλά τις τεράστιες αλλαγές που γίνονται στη παραγωγή και κατά προέκταση στο πολιτικό σύστημα, δεν ακολουθεί τα αποτελέσματα τους, αλλά πολλές φορές προηγείται αναβαθμίζοντας με επιθετικό τρόπο τα χαρακτηριστικά της αστικής ιδεολογίας.
Στόχος του πια δεν είναι μόνο η κερδοφόρα εκμετάλλευση του ελεύθερου χρόνου, αλλά και η «ενιαιοποίηση» του ανθρώπινου χρόνου εντός και εκτός παραγωγικής διαδικασίας, με την υπαγωγή κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας στο καπιταλιστικό το κέρδος (χαρακτηριστικό παράδειγμα η υπαγωγή της ψυχαγωγίας σε κομμάτι και προέκταση της δουλειάς), διαμορφώνοντας έτσι ένα μοντέλο ζωής που δεν θα βρίσκει ούτε στιγμή να αμφισβητεί το σύστημα.
3. H νέα ψηφιακή τεχνολογία και το διαδίκτυο άνοιξαν νέες δυνατότητες για μια μαζική πολιτιστική παρέμβαση των κάτω. Νέες δυνατότητες δημιουργούνται τόσο στην παραγωγή όσο και στην πρόσβαση καλλιτεχνικών έργων. Σήμερα με πολύ πιο εύκολο και φτηνό τρόπο μπορεί κανείς να συνθέσει ψηφιακά μουσική, κινηματογραφικές ταινίες κλπ, αλλά και να έχει δωρεάν πρόσβαση σε μια σειρά καλλιτεχνικά δημιουργήματα από όλο τον κόσμο (κινηματογραφικές ταινίες, βιβλία, μουσική, αλλά και μουσεία και βιβλιοθήκες).
Οι νέες αυτές δυνατότητες αναδεικνύουν πιο φανερά και οξυμένα την αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στον ατομικό τρόπο ιδιοποίησης της, τονίζοντας με έμφαση και στο χώρο της τέχνης τη σύγκρουση των υλικών δυνατοτήτων με τις καπιταλιστικές μορφές οργάνωσης της κοινωνίας, σύγκρουση που εμπεριέχει το «σπέρμα» της ανατροπής και αποτελεί τον αντικειμενικό παράγοντα πάνω στον οποίο μπορεί να βασιστεί η απόπειρα οικοδόμησης μιας άλλης κοινωνίας.
4. Σήμερα σε συνθήκες ολόπλευρης κρίσης του καπιταλισμού είναι επιτακτική, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η ανάγκη ανάδειξης της ερασιτεχνικής δημιουργίας και του εργατικού πολιτισμού.
Αντί γι’ αυτό η αριστερά κάτω από το βάρος της ιστορικής της ήττας και της ιδεολογικής της ένδειας, αναλώθηκε περισσότερο στο να προβάλει ότι πιο προοδευτικό προερχόταν από την αστική κουλτούρα, παρά να σκύψει με επιμονή στην ενθάρρυνση και ανάδειξη στοιχείων της τέχνης των κάτω, ακόμα κι αν αυτή υπολείπεται της καθιερωμένης από την κυρίαρχη αστική κουλτούρα , ποιότητας και αισθητικής.
Αποτέλεσμα των παραπάνω η ταύτιση σε μεγάλο βαθμό στην πράξη του πολιτισμού με τον ελεύθερο χρόνο και η υποβάθμιση του σε υποσύνολο της πολιτικής και όχι το αντίθετο, ξεχνώντας πως στην κοινωνία από την οποία ορίζεται η αριστερά, θα είναι ο πολιτισμός και όχι η πολιτική που θα διέπει τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.
5. Έτσι η επίσημη αριστερά αναπαρήγαγε και η ίδια σε μεγάλο βαθμό την κυρίαρχη αντίληψη του κατακερματισμένου καπιταλιστικού κόσμου, κινούμενη στο δίπολο, από τη μια μεριά της υποταγής στο μεταμοντέρνο και στην τέχνη για την τέχνη ή ότι ο πολιτισμός είναι προσωπική υπόθεση του καθενός και η τέχνη για τους λίγους, αυτονομώντας έτσι την τέχνη από την κοινωνία και τις αντιθέσεις της και από την άλλη της απαξίωσης των «κουλτουριάρηδων» και των απλουστευτικών προσεγγίσεων για την τέχνη ως παθητική αντανάκλαση των οικονομικών αναγκαιοτήτων που οφείλει να διαπνέεται από τη νομοτέλεια της αισιοδοξίας, εκφυλιζόμενη τελικά σε ένα εξωραϊσμένο πολιτικό λόγο που απλά νομιμοποιεί, ή αποκαλύπτει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
6. Με βάση τα παραπάνω καθίσταται αυτονόητη η επείγουσα ανάγκη να ανοίξει η επαναστατική αριστερά τη συζήτηση για την τέχνη, για την ύπαρξη δυο πολιτισμών μέσα σε κάθε πολιτισμό, για το τι σημαίνει εργατικός πολιτισμός και λαϊκότητα στην τέχνη, για τη σχέση μορφής και περιεχόμενου, για την «στρατευμένη» τέχνη, για την αυτονόμηση του δημιουργού από το έργο του, τα πνευματικά δικαιώματα του δημιουργού, την ερασιτεχνική δημιουργία κλπ, συζήτηση που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για μια «πολιτιστική επανάσταση» των κάτω.
Για μια επαναστατική πολιτική στον πολιτισμό που θα επιχειρεί να ξαναενώσει τα κομμάτια του κόσμου από τη σκοπιά της εργασίας και δεν θα θεωρεί την πολιτιστική παρέμβαση ως εξωτερικό τμήμα της όλης παρέμβασης της εργατικής τάξης και που θα ξεκαθαρίζει εξ αρχής πως στις συνθήκες του καπιταλισμού δεν μπορεί να αρθεί ως το τέλος ούτε η αποξένωση των εργατών, ούτε ο κοινωνικός κατακερματισμός και πως η ενότητα του διαμελισμένου κόσμου και της εργατικής τάξης απαιτεί ένα νέο σύστημα, όπου «η εργασία θα είναι ελεύθερη και το κάθε τι θα είναι τέχνη».