Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Αγροτική παραγωγή: Ζητούμενο οι εξαγωγές ή η διατροφή του λαού;

Γιώργος Κάργας
Σε πολλές καπιταλιστικές χώρες μπορεί κάποιος να βρει ημερομηνίες εορτής για την κατάκτηση της λεγόμενης διατροφικής επάρκειάς τους. Ακόμα και η χώρα μας έχει τέτοια ημερομηνία, η οποία ταυτίζεται με την ημέρα δημιουργίας βελτιωμένων ποικιλιών  σίτου από τον γεωπόνο Ι. Παπαδάκη. Σημειωτέον ότι μετά την ανακάλυψή τους, μετανάστευσε στην Αργεντινή, αποδεικνύοντας ότι μπορεί τροφές να υπάρχουν, αλλά οι εργαζόμενοι δεν  μπορούν να τις έχουν.
 
Ο Λένιν στο έργο του «το αγροτικό ζήτημα και οι κριτικοί του Μαρξ» απαντούσε στην άποψη του Μπουλγκάκοφ «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε συνθήκες υπερπληθυσμού πρέπει να θεωρηθεί ότι ορισμένο μέρος της φτώχειας οφείλεται στην απόλυτη φτώχεια, στην φτώχεια της παραγωγής» ως εξής: «Δεν μεγάλωσαν οι δυσκολίες για την παραγωγή προϊόντων διατροφής μα οι δυσκολίες για την απόκτησή τους από τους εργαζόμενους, και μεγάλωσαν γιατί η κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη οδήγησε στην συγκέντρωση της αγροτικής οικονομίας στα χέρια των μεγάλων και μικρών κεφαλαιοκρατών…». Επίσης παρακάτω τόνιζε ότι αυτές οι απόψεις ερωτοτροπούν με τον μαλθουσιανισμό και οδηγούν στην πιο χυδαία συνηγορία υπέρ της αστικής τάξης.
 
Γίνεται αναφορά σε αυτά για να τονιστεί ότι ειδικά στην σημερινή εποχή έχει οξυνθεί η αντίφαση ανάμεσα στην παραγωγή τροφίμων και στην ικανότητα απόκτησης τους. Μάλιστα στην περίοδο της κρίσης ίσως από τον ακαδημαϊκό μαρξισμό ενισχυθεί η άποψη ότι υπάρχει το πρόβλημα της αυτάρκειας (περιορισμένη παραγωγή τροφίμων) σαν στοιχείο δικαιολόγησης των υφιστάμενων σχέσεων παραγωγής και διανομής. Αν παρατηρήσει κάποιος προσεκτικά θα δει ότι μετά έναν αιώνα η Monsanto επιστρατεύει τα ίδια επιχειρήματα με τον Μπουλγκάκοφ για την έλλειψη τροφίμων για να δικαιολογήσει την αναγκαιότητα των γενετικά μεταλλαγμένων.
Μάλιστα στο ίδιο έργο του ο Λένιν αναφερόμενος στους αστούς οικονομολόγους έλεγε ότι πίσω από το εμπόριο πρέπει να βλέπουμε τις διαμορφούμενες ταξικές σχέσεις. Έτσι αναφερόμενος στις εισαγωγές σιτηρών στην Δ. Ευρώπη έλεγε: «Οι επιστήμονές μας ξέχασαν μία λεπτομέρεια: ότι μείωση του αγροτικού πληθυσμού παρατηρείται σ’ όλες τις καπιταλιστικές χώρες, τόσο στις σιτοπαραγωγικές όσο και σε εκείνες που εισάγουν σιτηρά».
Τα αναφέρουμε αυτά  γιατί δυνάμεις ακόμα και στην αριστερά ανάγουν σαν κύριο πρόβλημα της αγροτικής παραγωγής το πρόβλημα των εισαγωγών λόγω «αποδιάρθρωσης του παραγωγικού ιστού».
 
Μια τέτοια άποψη υπονοεί ότι σωτηρία για τον μικροπαραγωγό θα είναι η αύξηση της παραγωγής μέχρι την επίτευξη εξαγωγών σπρώχνοντας σε δεύτερη μοίρα το θέμα των σχέσεων παραγωγής. Όμως και στην περίπτωση αυτή  η καπιταλιστική ανάπτυξη θα καταστρέψει πάλι γρήγορα τον μικροπαραγωγό. Μήπως αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρείται στην Ινδία και την Βραζιλία που είναι κυρίως εξαγωγικές χώρες σε αγροτικά προϊόντα.  Επιπλέον μία τέτοια άποψη τείνει να υποστηρίξει τον λεγόμενο παραγωγικό ιστό ο οποίος έχει προκύψει από την προηγούμενη καπιταλιστική ανάπτυξη. Μήπως αυτός ο ιστός ικανοποιούσε τις λαϊκές ανάγκες σε διατροφή και ένδυση ή πολύ περισσότερο αναπτύχθηκε με κριτήριο την κάλυψη αυτών των αναγκών; Την περίοδο που η χώρα μας καλλιεργούσε πολύ μεγαλύτερες εκτάσεις σε βαμβάκι είχε λύσει το πρόβλημα της ένδυσης του πληθυσμού της; Επιπλέον τέτοιες αντιλήψεις είναι εντελώς ανίκανες να απαντήσουν και να αντιμετωπίσουν την καπιταλιστική ανάπτυξη σε κλάδους της αγροτικής παραγωγής είτε σήμερα την περίοδο της κρίσης είτε στο μέλλον.
 
Η καταστροφή κλάδων της καπιταλιστικής οικονομίας είτε στην ανάπτυξη είτε στην κρίση δεν είναι καθόλου καινούργιο φαινόμενο, πρόκειται για μια αέναη διαδικασία. Το φαινόμενο αυτό στην αγροτική παραγωγή επιταχύνθηκε μετά τις συμφωνίες στον ΠΟΕ για φιλελευθεροποίηση του εμπορίου των γεωργικών προϊόντων και την δημιουργία της ενιαίας αγοράς στην ΕΕ. Ήταν προφανές ότι, μετά από αυτές τις εξελίξεις, μη ανταγωνιστικά κομμάτια του ντόπιου κεφαλαίου θα καταστρέφονταν  και θα ενισχύονταν τα διεθνοποιημένα τμήματα του κεφαλαίου. Τα παραδείγματα της βραζιλιάνικης σόγιας, που παράγεται σε αγροκτήματα δεκάδων χιλιάδων στρεμμάτων κάτω από δουλοκτητικές σχέσεις ενώ το εμπόριο της το ελέγχουν πολυεθνικοί γίγαντες, είναι χαρακτηριστικά.
 
Το πρόβλημα για την αριστερά σήμερα δεν είναι να υπερασπιστεί κάποιον παλιό καλό παραγωγικό ιστό. Σημείο κλειδί στην παρέμβασή της πρέπει να είναι η ανάδειξη της ανάγκης κοινωνικοποιημένης παραγωγής στο σύνολο της οικονομίας και πρωταρχικά στον τομέα της διατροφής και της ένδυσης του λαού. Η κοινωνικοποίηση αυτή θα διαμορφώσει και άλλον παραγωγικό ιστό αφού πλέον οι ανάγκες της κοινωνίας θα καθορίζουν το τι, πως και πόσο θα παράγεται. Δεν αρκεί να αλλαχτεί ο κτήτορας αλλά πρέπει να μετασχηματίσουμε και το κτήμα….