Η
κρίση έρχεται να «ζωντανέψει» την ύπαιθρο. Πολλοί νέοι επιλέγουν να
επιστρέψουν στην ύπαιθρο, ενώ άλλοι "αρχειοθετούν" το πτυχίο τους και
παίρνουν το δρόμο του χωραφιού, γοητευμένοι από το επάγγελμα του αγρότη...
Ένας οικονομολόγος από το Κόβεντρι στο χωράφι
Όταν ο Γιάννης Τσιφτίδης σπούδαζε οικονομολόγος στο Κόβεντρι, μία από τις πιο βιομηχανοποιημένες περιοχές της Αγγλίας, προσπαθούσε να εξηγήσει σε όσους τον ρωτούσαν πώς είναι ο τόπος από τον οποίο κατάγεται.
«Τους έλεγα ότι είμαι από την Κατερίνη και το κατώφλι της πόρτας μου απέχει 15 λεπτά από τη θάλασσα και μισή ώρα από το βουνό των θεών, τον Όλυμπο. Εκείνοι με ρωτούσαν: "Και τι κάνεις εδώ;".
Έχοντας στο μυαλό τις αναμνήσεις από τον πατέρα μου στο χωράφι και τη ζωή στις μεγάλες πόλεις, προτίμησα αυτό που για μένα ήταν ποιοτικότερο, πιο ανθρώπινο, πιο κοντά στη φύση και νομίζω ότι ήταν η πιο λογική επιλογή να επιστρέψω στο χωριό για να καλλιεργήσω τη γη της οικογένειάς μου. Άλλωστε, οι οικονομικές σπουδές είναι ό,τι καλύτερο για να λειτουργήσει κάποιος μία γεωργική επιχείρηση» τονίζει ο Γιάννης.
Τριάντα δύο χρόνων σήμερα, με ενάμισι, μόλις, χρόνο ενασχόλησης με την αγροτική γη κατάφερε να επεκτείνει τις καλλιέργειες του πατέρα του στην περιοχή του Κορινού και απευθυνόμενος σε κάθε νέο λέει: «Θα πρότεινα σε οποιονδήποτε θέλει να ξεκινήσει να ασχολείται με τη γη, να αρχίσει από μία μικρή κλίμακα, να συμβουλευτεί επιστήμονες, φίλους, ανθρώπους που έχουν καλλιέργειες και να δει, αν μπορεί να δουλέψει για 15 έστω μέρες σαν εκπαιδευόμενος. Μόνο έτσι θα μπορέσει να διαπιστώσει πώς λειτουργεί μια γεωργική επιχείρηση, πώς μπορεί να γίνει ο ίδιος μικρός επιχειρηματίας, υιοθετώντας πάντα τον αγροτικό τρόπο ζωής».
Τονίζει, πάντως ότι, πέρα από τον προσωπικό παράγοντα, μπορούν να γίνουν ακόμη πολλά για τη διαμόρφωση συνεταιριστικής συνείδησης μεταξύ των αγροτών στην Ελλάδα, αλλά και για τη βελτίωση του συστήματος διάθεσης των αγροτικών προϊόντων, θέμα για το οποίο επικαλείται την επιτυχία του πρόσφατου «πειράματος» με τις πατάτες στην Πιερία.
Από τους γάμους και τα βαφτίσια … στους αγρούς
Γεννήθηκε πριν από 27 χρόνια στον Βόλο και για περίπου μία δεκαετία η κύρια ενασχόλησή του ήταν η επαγγελματική φωτογράφιση γάμων και βαφτίσεων. Ωστόσο, με την οικονομική κρίση προ των πυλών, ο Λάζαρος Σταμπολίδης αποφάσισε να αφήσει στην άκρη τη φωτογραφική του μηχανή και να ανέβει στο τρακτέρ.
«Βλέπεις, κάποτε ο κόσμος είχε χρήματα και δεν σκεφτόταν έξοδα και δαπάνες. Έτσι, η κάλυψη των πιο σημαντικών γεγονότων της ζωής του δεν αποτελούσε πολυτέλεια» λέει ο Λάζαρος, ο οποίος εγκατέλειψε τον Βόλο και ανηφόρισε προς το χωριό του, στην Αριδαία Πέλλας, για να ασχοληθεί με τη γη.
Ο Λάζαρος δεν μετανιώνει στιγμή για την επιλογή του, παρόλη τη σωματική κούραση και το γεγονός ότι προσπαθεί να συμμαχήσει με τον καιρό, «αλλά αυτός δεν είναι πάντα πιστός φίλος», όπως λέει χαριτολογώντας.
Ο 27χρονος καλλιεργεί, σε έκταση 50 στρεμμάτων στο χωριό Νότια Αριδαίας, πατάτες (20 τόνους ετήσια παραγωγή) και κεράσια (2.500 δενδρύλλια) και κάνει μόνος του τη διανομή της παραγωγής του, αφού όπως τονίζει «αν μπει έμπορας στη μέση χάθηκε η μάχη με το κέρδος».
Όσο για το αν θα συνιστούσε σε κάποιον φίλο του να ακολουθήσει το δικό του παράδειγμα, λέει χαρακτηριστικά: «Δεν είναι πολλοί τρελοί σαν έμενα, αλλά μακάρι να μπορούσαν να κατανοήσουν όλοι την ποιότητα ζωής που προσφέρει το χωριό και οι απλοί άνθρωποι».
Σπούδασε ψυκτικός, αλλά τον κέρδισαν τα ροδάκινα
Σπούδασε ψυκτικός, ένα επάγγελμα που δεν ακολούθησε ποτέ, δούλευε επί σειρά ετών άλλοτε ως σερβιτόρος και άλλοτε ως εργάτης σε εργοστάσια στη Βέροια Ημαθίας, έως ότου «είδε» στα ροδάκινα το επαγγελματικό του μέλλον.
Ο Νίκος Αγγελόπουλος δεν σκεφτόταν να ασχοληθεί με τη γη, αφού θεωρούσε πως πρόκειται για δουλειά δύσκολη και κοπιαστική, ωστόσο, με την απειλή της κρίσης να αιωρείται, αποφάσισε πριν από μερικά χρόνια να πάρει μία… γεύση τού τι σημαίνει να δουλεύεις στα χωράφια.
Πλέον, είναι υπεύθυνος για 100 στρέμματα ροδάκινα (επιτραπέζια και συμπύρηνα) και λίγα κηπευτικά, με την ετήσια παραγωγή του να υπερβαίνει τους 250 τόνους.
«Αγαπάω τη δουλειά μου και δεν την αλλάζω με καμιά άλλη, παρόλο που αντιμετωπίζω πολλές δυσκολίες. Αλλά δεν πτοούμε και ποτέ δεν έχω μετανιώσει για την επιλογή μου» τονίζει.
Βρήκε το «κλειδί» στην κρίση στα μελίσσια
Ο 28χρονος Δημήτρης Παγίδας πήρε το πτυχίο του ηλεκτρολόγου μηχανικού από σχολή ΤΕΕ, αλλά δεν ακολούθησε ποτέ το επάγγελμα.
Έπειτα από κάποια χρόνια περιπλάνησης στην Κέρκυρα, όπου δούλεψε σε αλυσίδα σούπερ μάρκετ, αποφάσισε να επιστρέψει στα «πάτρια εδάφη», στη νέα Επίδαυρο του νομού Αργολίδας, αναζητώντας ένα σταθερό εισόδημα σε καιρούς βαθιάς οικονομικής ύφεσης.
Πήρε, λοιπόν, τα πράγματά του και την κοπέλα του κι επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου ασχολήθηκε με τη μελισσοκομία, στην οποία η οικογένειά του έχει παράδοση τριών γενεών.
Σήμερα, διαθέτει μονάδα δυναμικότητας 350 κυψελών και όπως ανέφερε έχει φτιάξει και συσκευαστήριο, προκειμένου το μέλι του να μην γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, αλλά να το διαθέτει ο ίδιος τυποποιημένο, πετυχαίνοντας έτσι τις καλύτερες δυνατές τιμές.
Βέβαια, η κρίση έχει χτυπήσει και την «πόρτα» της μελισσοκομίας τον τελευταίο καιρό, ωστόσο ο ίδιος παραμένει αισιόδοξος «και πιστός στη ζωή στο χωριό» όπως λέει.
Στα θρανία για τα τέσσερα άνεργα παιδιά της
Αρκετά στρέμματα γης, μεγάλα προβλήματα ανεργίας, αλλά και το… γυναικείο επιχειρηματικό δαιμόνιο βρίσκονται πίσω από την απόφαση μίας ολόκληρης οικογένειας να φύγει από την Αθήνα και να βρεθεί στο Βαρλαάμ των Ιωαννίνων για να δημιουργήσει τη δική της μονάδα παραγωγής γάλακτος.
Άνεργος βρέθηκε κάποια στιγμή ο 32χρονος οικοδόμος Βαγγέλης Γαλάνης, αλλά και τα τρία αδέλφια του. Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, η 46χρονη μητέρα τους Βικτωρία Κούμα αποφάσισε να επιστρέψει στα θρανία προκειμένου να αποκτήσει η ίδια την απαραίτητη γνώση για να στηθεί στη συνέχεια η οικογενειακή επιχείρηση.
Έτσι, βρέθηκε στη Γαλακτοκομική Επαγγελματική Σχολή Ιωαννίνων από όπου αποφοίτησε με επιτυχία και βοήθησε το σύζυγό της να ξεκινήσει μία μικρή μονάδα με πρόβατα στο Βαρλαάμ. Στη μονάδα αυτή κατέφθασαν για να βοηθήσουν ο 32χρονος Βαγγέλης με τη σύζυγό του και το 15 μηνών παιδάκι τους και ένας ακόμη αδελφός του.
Ωστόσο, τα προβλήματα είναι πολλά, όπως λέει η κ. Βικτωρία, καθώς πέρα από τη «ρομαντική» πλευρά της επιστροφής στη φύση, είναι πολύ δύσκολο να επεκτείνει κάποιος τη δουλειά του, αν δεν διαθέτει σημαντικό κεφάλαιο.
«Ο άντρας μου προέρχεται από μία αγροτική οικογένεια. Έχει στη διάθεσή του 100 στρέμματα γης και 50 πρόβατα. Ωστόσο, χωρίς κεφάλαιο, χωρίς υποδομές και χωρίς βοήθεια από το κράτος δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι και να προχωρήσουμε τη δουλειά μας. Αυτή τη στιγμή δίνουμε το γάλα που παράγουμε σε μία γαλακτοβιομηχανία και επειδή δεν έχουμε την οικονομική δυνατότητα δεν μπορούμε να αγοράσουμε περισσότερα ζώα για να φτιάξουμε το δικό μας τυροκομείο. Βλέπεις, με 50 και 60 πρόβατα δεν μπορεί κανείς να παράγει τυριά. Την ίδια στιγμή, η βοήθεια που μπορούν να μας παρέχουν οι ειδικοί από διάφορα προγράμματα απαιτεί το 30% των εσόδων των αγροτών και των κτηνοτρόφων», λέει η κ. Κούμα.
Και προσθέτει με νόημα: «Χωρίς τη βοήθεια των μεγάλων που μας κυβερνούν δεν θα μπορέσει να κάνει κάτι ο λαός».
«Δεν ήταν καθόλου εύκολο να φύγω, αλλά μετανιώνω που δεν έφυγα νωρίτερα»
«Δεν ήταν καθόλου εύκολο να φύγω γιατί στα χωριά δεν υπάρχει νεολαία και είναι δύσκολο να επιβιώσει κανείς σε έναν τόπο γεμάτο με συνταξιούχους και γερόντια του ΟΓΑ» λέει ο Γιάννης Παπαδόπουλος που εγκατέλειψε τις Σέρρες για να καλλιεργήσει τα 1.200 δέντρα που του άφησαν οι γονείς του στο χωριό Λευκότοπος.
Οι ίδιοι, μάλιστα, εμφανίζονταν αρχικά πολύ επιφυλακτικοί στην επιθυμία του να φύγει από την πόλη για να ζήσει και να εργαστεί στο χωριό. «Μου έλεγαν, καλοπροαίρετα, βέβαια: "τι θα έρθεις να κάνεις εδώ με τα χωράφια;". Κι εγώ απαντούσα ότι είμαι πεισματάρης και θα κάνω τη διαφορά».
«Ύστερα από δέκα χρόνια διαμονής στη Θεσσαλονίκη και δύο στη Γερμανία είδα ότι δεν υπήρχαν προοπτικές για μένα στην πόλη και αποφάσισα να γυρίσω πίσω. Γνώρισα τότε και τη γυναίκα μου που δεν είχε πρόβλημα, γιατί αν δεν με ακολουθούσε δεν θα ήμασταν μαζί» αναφέρει ο κ. Παπαδόπουλος και τονίζει ότι θα έπρεπε να είχε φύγει νωρίτερα καθώς, όπως λέει «έχασα άσκοπα κάποια χρόνια από τη ζωή μου».
Έπειτα από αρκετή προσπάθεια, τα 1.200 δέντρα έγιναν 5.500 και εκτός από την παραγωγή προχώρησε στη δημιουργία ενός συσκευαστηρίου και αποθηκευτικών χώρων.
Σήμερα, υπογραμμίζει ότι δεν έχει μετανιώσει καθόλου που έφυγε από την πόλη. Εύχεται δε να βρίσκονταν και άλλοι πέντε άνθρωποι σαν κι αυτόν για να γίνει μία συλλογική και ομαδική προσπάθεια, με μεγάλη παραγωγή και ενιαίο συσκευαστήριο, ώστε να «χτυπήσει» με μεγάλες αξιώσεις και δυνατά προϊόντα την ξένη αγορά.
Κάποτε τους πείραζαν, αλλά σήμερα έχουν «πέραση»
Κάποτε δέχονταν συχνά τα περιπαικτικά σχόλια των φίλων τους, εξαιτίας της επιθυμίας τους να γίνουν αγρότες. Σήμερα, ο 27χρονος Βαγγέλης Λιβανός και ο 25χρονος Κώστας Σταμούλης από την Αργολίδα δηλώνουν δικαιωμένοι, βλέποντας τους φίλους τους να επιστρέφουν πίσω στο χωριό τους για να ασχοληθούν με τη γη, αναζητώντας διέξοδο στην κρίση.
Όπως λένε οι δύο νεαροί γεωργοί, σήμερα πολλοί στρέφονται στον αγροτικό κλάδο, λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας και της ανεργίας, ενώ κάποτε η επιθυμία ενός νέου να ασχοληθεί με τη γη ερμηνευόταν ως έλλειψη στόχων και θέλησης να πετύχει κάτι διαφορετικό στη ζωή του.
Ο Κώστας και ο Βαγγέλης λένε ότι οι περισσότεροι από τους φίλους τους που έφυγαν από τους Μύλους Αργολίδας για να βρουν την «τύχη» τους σε κάποια μεγάλη πόλη, σχεδόν όλοι γύρισαν πίσω. «Εδώ όλο και κάτι θα βρεις να κάνεις και αν μη τι άλλο, δεν θα πεινάσεις» σημειώνουν οι δύο νεαροί αγρότες.
Επιφυλάξεις για το «μετά»
Επιφυλάξεις για το μέγεθος και τις πραγματικές διαστάσεις του φαινομένου της επιστροφής ανθρώπων από τις πόλεις στην ύπαιθρο με στόχο την ενασχόλησή τους με την αγροτική παραγωγή εκφράζει ο γεωπόνος, Ευάγγελος Βέργος, διευθυντής της Έρευνας και της Εκπαίδευσης Ενηλίκων στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή, στη Θεσσαλονίκη.
«Χρειάζεται λίγη σκέψη για να μπουν τα πράγματα στη σωστή τους βάση. Αυτή τη στιγμή υπάρχει υπέρμετρο ενδιαφέρον που ίσως δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική τάση. Υποβαθμίζουμε τους αγρότες που είναι πραγματικοί επαγγελματίες και έχουν κάνει επενδύσεις στον κλάδο και επικεντρωνόμαστε στους 37.000 που εγκατέλειψαν τις πόλεις και έφυγαν για να καλλιεργήσουν τη γη σε όλη την Ελλάδα. Καλή τύχη να έχουν, γιατί δεν είναι εύκολο πράγμα η γεωργία, αλλά θα πρέπει να περάσουν μερικά χρόνια για να δούμε ποιοι θα μείνουν» αναφέρει.
Επισημαίνει ότι δεν θα μπορούσε εύκολα να κατανοήσει «κάποιον που κατοικούσε στο Κολωνάκι και με την ιδιότητα του πολιτικού μηχανικού επιστρέφει στα Δριμύκλαδα για να μεγαλώσει πρόβατα και να ζήσει».
Χρήσιμες οδηγίες και συμβουλές
Στα χαρακτηριστικά που ο κ. Βέργος θεωρεί απαραίτητα για να ασχοληθεί κάποιος αποτελεσματικά με τη γεωργία και την κτηνοτροφία συμπεριλαμβάνει ένα είδος αγροτικής κουλτούρας, μία σοβαρή εκπαίδευση στα νέα αντικείμενα της αγροτικής παραγωγής και του αγροδιατροφικού τομέα, τη διάθεση για ενασχόληση με νέα ανταγωνιστικά προϊόντα και βέβαια τις απαραίτητες προϋποθέσεις σε γη και εξοπλισμό.
Συνιστά προσοχή σε όσους ξεκινούν μία τέτοια προσπάθεια, καθώς όπως λέει, υπό συνθήκες κρίσης πολλοί κινητοποιούνται από ανάγκη, λειτουργούν εντελώς εμπειρικά και στην τύχη και πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από επιτήδειους που πουλούν εύκολες συμβουλές και συνταγές για την επιτυχία.
Από την πλευρά του, o κ. Βίλλης -διευθυντής στην Αβερώφειο Σχολή- δεν αποθαρρύνει όσους έχουν την όρεξη και το μεράκι να ασχοληθούν με το επάγγελμα. «Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει ανάγκη από τρόφιμα και όχι μόνο. Σε πολλά προϊόντα είμαστε ελλειμματικοί και μπορούμε να κάνουμε εξαγωγές με θετικά αποτελέσματα για την οικονομία» υπογραμμίζει.
«Αρχικά, η ζωική παραγωγή έχει τις δικές της δυσκολίες καθώς τα ζώα έχουν τις δικές τους απαιτήσεις καθημερινά, ανεξάρτητα από γιορτές και αργίες» λέει ο κ. Μάντζαρης, από τη Γαλακτοκομική Επαγγελματική Σχολή Ιωαννίνων και υπογραμμίζει ότι θα πρέπει, ο καθένας που ενδιαφέρεται, να απευθυνθεί στους ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι, όπως είναι φυσικό, θα πληρωθούν για τη δουλειά τους.
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να γίνεται μία εκτίμηση της αγοράς στην οποία θα κατευθυνθεί ένα προϊόν, διαφορετικά η όλη προσπάθεια μπορεί να μην έχει κανένα αποτέλεσμα. Η σωστή γνώση και ενημέρωση αποτελούν βασική προϋπόθεση για την επιτυχία όπως και η διάθεση ενημέρωσης για νέες ιδέες και καινούρια προϊόντα.
«Η επιστήμη δεν παύει να είναι επιστήμη. Στο εξωτερικό για να γίνεις τσομπάνος πρέπει να περάσεις δύο χρόνια από ειδικό σχολείο. Πρέπει και στην Ελλάδα να ξεπεράσουμε την αντίληψη "διάβαζε για να μην γίνεις τσομπάνος"» καταλήγει.
Από την Ολλανδία στη Σάμο
Για περίπου 20 χρόνια ο Γρηγόρης Γερασίμου από τη Σάμο δραστηριοποιείτο επιχειρηματικά στην Ολλανδία. Τα άφησε όλα πίσω του και επέστρεψε στη Σάμο για να κάνει πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής. Επένδυσε, από ίδια κεφάλαια, πάνω από 1,5 εκατομμύριο ευρώ και έφτιαξε ένα high tech θερμοκήπιο στην περιοχή Μεσόκαμπος, όπου παράγει, με σύγχρονες μεθόδους και αυστηρούς ελέγχους, ντομάτες σε τσαμπί, τις οποίες διαθέτει σε μεγάλη πανελλαδική αλυσίδα σούπερ-μάρκετ και στη ντόπια αγορά, καθώς και τοματίνια Σάμου, που διαθέτει αποκλειστικά σε όλη την Ελλάδα.
Το θερμοκήπιο καταλαμβάνει έκταση 10 στρεμμάτων και έχει παραγωγή 500 τόνους ετησίως, ενώ θα μπορούσε να είναι διπλάσιο σε έκταση και παραγωγή, αν το αρμόδιο υπουργείο, όταν εμφάνισε την οικονομική κατάσταση του, έδινε την επιδότηση, που δικαιούτο, όπως επισημαίνει.
Ο Γρηγόρης δεν έμεινε εκεί. Προχώρησε και στην εγκατάσταση σύγχρονου διαλογητηρίου, όπου τυποποιεί μεγάλη ποσότητα από τα μοναδικής γεύσης πορτοκάλια της περιοχής Μύλων Σάμου και τα διακινεί σε όλη την Ευρώπη, με την ονομασία «Πορτοκάλια Μύλoς Σάμου».
Η επιχείρηση απασχολεί συνολικά περίπου 20 εργαζόμενους, σε έναν τόπο που εμφανίζει υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Πρώιμα ροδάκινα από την αχαϊκή γη
Το διπλό «δώρο» που δίνει η γη της δυτικής Αχαΐας και της βόρειας Ηλείας να παράγει 12 μήνες το χρόνο και να προσφέρει συχνά πρώιμα προϊόντα, που γίνονται ανταγωνιστικά στην εγχώρια και στη διεθνή αγορά, θέλουν να εκμεταλλευθούν οι νέοι αγρότες που επέλεξαν να ασχοληθούν με την αγροτική παραγωγή.
Ο Σάκης Μαυρόγιαννης είναι ένας από τους παραγωγούς που επέλεξε να επενδύσει χρήματα και γνώσεις στον αγροτικό τομέα. Έχοντας δύο πτυχία του τεχνολόγου γεωπόνου και του τεχνολόγου οινολόγου, ξεκίνησε μία επενδυτική προσπάθεια για παραγωγή πρώιμων ανταγωνιστικών προϊόντων. Όπως αναφέρει στο ΑΜΠΕ, σχεδιάζουν μαζί με τον γεωπόνο Φάνη Παπανικολόπουλο να ξεκινήσουν την καλλιέργεια και παραγωγή πρώιμων ροδάκινων, που θα μπορούν να βγουν στην αγορά περίπου 15 μέρες νωρίτερα.
Εκτός όμως από την πρώιμη παραγωγή ο Σάκης Μαυρόγιαννης τονίζει ότι τα κηπευτικά προϊόντα που παράγονται όλο το χρόνο στην δυτική Αχαΐα και στην βόρεια Ηλεία, έχουν το συγκριτικό πλεονέκτημα να προσφέρουν προστιθέμενη αξία στην οικονομία. Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η παραγωγή κορινθιακής σταφίδας στην Αιγιάλεια, που τα τελευταία χρόνια σημειώνει ανοδική πορεία, όπως και η παραγωγή σπαραγγιών στην Αιτωλοακαρνανία, με σημαντικές ποσότητες να εξάγονται σε χώρες της βόρειας Ευρώπης. Μάλιστα όσον αφορά την παραγωγή σπαραγγιών, οι νέοι καλλιεργητές πήραν την συγκεκριμένη απόφαση διαπιστώνοντας ότι οι καλλιέργειες καπνού δεν μπορούσαν να τους αποδώσουν τα προσδοκώμενα.
Στο μεταξύ, υπάρχουν δύο ακόμη τομείς που οι νέοι παραγωγοί της Αχαΐας μπορούν να επενδύσουν και να αυξήσουν τα εισοδήματά τους. Η παραγωγή κρασιού και ελαιόλαδου εκτιμάται ότι έχει τα περιθώρια να κινηθεί περισσότερο ανταγωνιστικά στην αγορά, κυρίως λόγω ποιότητας, αρκεί βέβαια να γίνουν μεγαλύτερα βήματα στην τυποποίηση και την προώθηση.
Αλόη Βέρα και ελαιόλαδο στην κρητική γη
Από την Κρήτη, στη Γερμανία και στη συνέχεια στον Καναδά και πάλι πίσω στην Κρήτη, ο Ηλίας Χρονάκης, βρήκε τη δική του «θεραπεία» στο οικονομικό πρόβλημα με το «φυτό της αθανασίας» την αλόη.
Στον Τσούτσουρο, σε μία έκταση 130 στρεμμάτων, ο Ηλίας καλλιεργεί αλόη βέρα (Βarbandesis Miller), ποικιλία που χρησιμοποιείται τόσο στην εναλλακτική ιατρική, όσο και στην αισθητική, καθώς μπορεί να αντιμετωπίσει πάνω από 60 διαφορετικές παθήσεις, αφού το ζελέ της αλόης περιέχει τουλάχιστον 75 γνωστά συστατικά, όπως βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, αμινοξέα, μέταλλα, ένζυμα, κ.τ.λ.
«Γνώρισα ο ίδιος τις θεραπευτικές ιδιότητες της αλόης και σκέφτηκα να αφιερώσω την ζωή μου για να μάθω περισσότερα και βέβαια να βοηθήσω και άλλους που έχουν διάφορα προβλήματα» λέει στο ΑΜΠΕ ο κ. Χρονάκης. Παράλληλα με την καλλιέργεια της αλόης έχει «στήσει» τη δική του εταιρεία, με έδρα το Ηράκλειο, απ’ όπου διαθέτει φρέσκα φύλλα αλόης, σε επιλεγμένα σημεία πώλησης, αλλά και με αποστολή στο σπίτι, με ένα τηλεφώνημα.
Ο Μανόλης Παπαδάκης ζούσε για αρκετά χρόνια στην Αθήνα, κάνοντας διάφορες δουλειές στην οικοδομή και στα έργα υποδομής, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων. «Τότε υπήρχε δουλειά, έβγαινε το μεροκάματο και με μία, κάπως συντηρητική ζωή, κατάφερα να βάλω κάποια χρήματα στην άκρη» λέει στο ΑΜΠΕ και προσθέτει: «Πέρασε ο καιρός όμως, οι δουλειές περιορίστηκαν και έφτασα στο σημείο να μην κάνω ούτε ένα μεροκάματο για έξι μήνες. Τότε πήρα την μεγάλη απόφαση να γυρίσω στον τόπο μου και να ασχοληθώ συστηματικά με την ελαιοκαλλιέργεια».
Όπως εξηγεί, είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του περίπου 400 δένδρα και με τα χρήματα που είχε, αγόρασε και τρία γειτονικά ελαιόσπιτα, και με βάση τις οδηγίες γεωπόνου ξεκίνησε τη συστηματική καλλιέργεια της ελιάς με αποτέλεσμα, σήμερα να έχει μία σημαντική παραγωγή λαδιού με χαμηλή οξύτητα.
«Την ποσότητα του λαδιού δεν τη δίνω σε συνεταιριστικές οργανώσεις. Ασχολούμαι ο ίδιος με τη διάθεση του προϊόντος. Πρώτα σε φίλους και μετά σε γνωστούς των φίλων μου, εξασφαλίζοντας καλύτερη τιμή».
Από γεωπόνος, αγρότης
«Κρατάω την τύχη μου στα χέρια μου». Με τη φράση αυτή ο 41χρονος αγρότης Ευτύχης Τρικουνάκης απαντά σε όσους θεωρούν ότι η ύπαιθρος δεν έχει πια ζωή για τους νέους ανθρώπους.
Με σπουδές γεωπόνου, αντί για το γραφείο, προτίμησε να παλέψει στα χωράφια.
«Ο μόχθος είναι καθημερινός, όμως υπάρχει δουλειά και μάλιστα πολλή, ενώ δεν υπάρχουν πρόθυμα ελληνικά χέρια για να βοηθήσουν. Αν κατεβείς στον κάμπο των Χανίων, θα δεις κυρίως αλλοδαπούς εργάτες να παίρνουν τα μεροκάματα, γιατί οι δικοί μας, ακόμα, το θεωρούν υποτιμητικό. Κάποιοι προτιμούν το καφενείο».
Λέει ότι «η ύπαιθρος έχει δουλειά και ευκαιρίες αρκεί να το θέλει κάποιος και φυσικά να έχει όρεξη να εργαστεί». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που παραθέτει: «Η συλλογή του ελαιόκαρπου για την φετινή χρονιά στοίχισε περίπου 13 εκατομμύρια ευρώ. Από αυτά τα χρήματα τα 10 έφυγαν στο εξωτερικό, καθώς οι περισσότεροι που ασχολήθηκαν ήταν αλλοδαποί εργάτες».
Ο ίδιος, προτίμησε να παραμείνει στο χωράφι, να φροντίσει το βιός του, αλλά και να οργανωθεί μαζί με τους συγχωριανούς του. «Η οικονομική κρίση δεν είναι το άλλοθι για να μην κάνεις τίποτα. Αντίθετα, είναι το έναυσμα για να ψάξεις τις ευκαιρίες» επισημαίνει.
Καλλιεργεί εσπεριδοειδή, αβοκάντο, ελιές, κηπευτικά, ασχολείται με την μελισσοκομία και την αμπελουργία παράγοντας κρασί και τσικουδιά. Παράλληλα εργάζεται και σε ξένα χωράφια. Ραντίζει δέντρα, κάνει αναδιαρθρώσεις ποικιλιών, μπολιάζει δέντρα. Όλα αυτά μένοντας στην ύπαιθρο που τη χαρακτηρίζει «σπίτι» του.
Ο κ. Τρικουνάκης, είναι οργανωτικό μέλος της ομάδας παραγωγών «Κορμός» που ασχολείται με τα εσπεριδοειδή και τα αβοκάντο. Τόσο ο ίδιος όσο και τα άλλα μέλη της ομάδας είναι νέοι αγρότες και προωθούν τα προϊόντα τους εντός και εκτός συνόρων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
http://www.on-news.gr/
Ένας οικονομολόγος από το Κόβεντρι στο χωράφι
Όταν ο Γιάννης Τσιφτίδης σπούδαζε οικονομολόγος στο Κόβεντρι, μία από τις πιο βιομηχανοποιημένες περιοχές της Αγγλίας, προσπαθούσε να εξηγήσει σε όσους τον ρωτούσαν πώς είναι ο τόπος από τον οποίο κατάγεται.
«Τους έλεγα ότι είμαι από την Κατερίνη και το κατώφλι της πόρτας μου απέχει 15 λεπτά από τη θάλασσα και μισή ώρα από το βουνό των θεών, τον Όλυμπο. Εκείνοι με ρωτούσαν: "Και τι κάνεις εδώ;".
Έχοντας στο μυαλό τις αναμνήσεις από τον πατέρα μου στο χωράφι και τη ζωή στις μεγάλες πόλεις, προτίμησα αυτό που για μένα ήταν ποιοτικότερο, πιο ανθρώπινο, πιο κοντά στη φύση και νομίζω ότι ήταν η πιο λογική επιλογή να επιστρέψω στο χωριό για να καλλιεργήσω τη γη της οικογένειάς μου. Άλλωστε, οι οικονομικές σπουδές είναι ό,τι καλύτερο για να λειτουργήσει κάποιος μία γεωργική επιχείρηση» τονίζει ο Γιάννης.
Τριάντα δύο χρόνων σήμερα, με ενάμισι, μόλις, χρόνο ενασχόλησης με την αγροτική γη κατάφερε να επεκτείνει τις καλλιέργειες του πατέρα του στην περιοχή του Κορινού και απευθυνόμενος σε κάθε νέο λέει: «Θα πρότεινα σε οποιονδήποτε θέλει να ξεκινήσει να ασχολείται με τη γη, να αρχίσει από μία μικρή κλίμακα, να συμβουλευτεί επιστήμονες, φίλους, ανθρώπους που έχουν καλλιέργειες και να δει, αν μπορεί να δουλέψει για 15 έστω μέρες σαν εκπαιδευόμενος. Μόνο έτσι θα μπορέσει να διαπιστώσει πώς λειτουργεί μια γεωργική επιχείρηση, πώς μπορεί να γίνει ο ίδιος μικρός επιχειρηματίας, υιοθετώντας πάντα τον αγροτικό τρόπο ζωής».
Τονίζει, πάντως ότι, πέρα από τον προσωπικό παράγοντα, μπορούν να γίνουν ακόμη πολλά για τη διαμόρφωση συνεταιριστικής συνείδησης μεταξύ των αγροτών στην Ελλάδα, αλλά και για τη βελτίωση του συστήματος διάθεσης των αγροτικών προϊόντων, θέμα για το οποίο επικαλείται την επιτυχία του πρόσφατου «πειράματος» με τις πατάτες στην Πιερία.
Από τους γάμους και τα βαφτίσια … στους αγρούς
Γεννήθηκε πριν από 27 χρόνια στον Βόλο και για περίπου μία δεκαετία η κύρια ενασχόλησή του ήταν η επαγγελματική φωτογράφιση γάμων και βαφτίσεων. Ωστόσο, με την οικονομική κρίση προ των πυλών, ο Λάζαρος Σταμπολίδης αποφάσισε να αφήσει στην άκρη τη φωτογραφική του μηχανή και να ανέβει στο τρακτέρ.
«Βλέπεις, κάποτε ο κόσμος είχε χρήματα και δεν σκεφτόταν έξοδα και δαπάνες. Έτσι, η κάλυψη των πιο σημαντικών γεγονότων της ζωής του δεν αποτελούσε πολυτέλεια» λέει ο Λάζαρος, ο οποίος εγκατέλειψε τον Βόλο και ανηφόρισε προς το χωριό του, στην Αριδαία Πέλλας, για να ασχοληθεί με τη γη.
«Πάντα μου άρεσε η ζωή στο χωριό.
Βαρέθηκα και κουράστηκα στην πόλη και έτσι, ξύπνησα ένα πρωί, μάζεψα τα
πράγματά μου και έφυγα» λέει.
Ο Λάζαρος δεν μετανιώνει στιγμή για την επιλογή του, παρόλη τη σωματική κούραση και το γεγονός ότι προσπαθεί να συμμαχήσει με τον καιρό, «αλλά αυτός δεν είναι πάντα πιστός φίλος», όπως λέει χαριτολογώντας.
Ο 27χρονος καλλιεργεί, σε έκταση 50 στρεμμάτων στο χωριό Νότια Αριδαίας, πατάτες (20 τόνους ετήσια παραγωγή) και κεράσια (2.500 δενδρύλλια) και κάνει μόνος του τη διανομή της παραγωγής του, αφού όπως τονίζει «αν μπει έμπορας στη μέση χάθηκε η μάχη με το κέρδος».
Όσο για το αν θα συνιστούσε σε κάποιον φίλο του να ακολουθήσει το δικό του παράδειγμα, λέει χαρακτηριστικά: «Δεν είναι πολλοί τρελοί σαν έμενα, αλλά μακάρι να μπορούσαν να κατανοήσουν όλοι την ποιότητα ζωής που προσφέρει το χωριό και οι απλοί άνθρωποι».
Σπούδασε ψυκτικός, αλλά τον κέρδισαν τα ροδάκινα
Σπούδασε ψυκτικός, ένα επάγγελμα που δεν ακολούθησε ποτέ, δούλευε επί σειρά ετών άλλοτε ως σερβιτόρος και άλλοτε ως εργάτης σε εργοστάσια στη Βέροια Ημαθίας, έως ότου «είδε» στα ροδάκινα το επαγγελματικό του μέλλον.
Ο Νίκος Αγγελόπουλος δεν σκεφτόταν να ασχοληθεί με τη γη, αφού θεωρούσε πως πρόκειται για δουλειά δύσκολη και κοπιαστική, ωστόσο, με την απειλή της κρίσης να αιωρείται, αποφάσισε πριν από μερικά χρόνια να πάρει μία… γεύση τού τι σημαίνει να δουλεύεις στα χωράφια.
Πλέον, είναι υπεύθυνος για 100 στρέμματα ροδάκινα (επιτραπέζια και συμπύρηνα) και λίγα κηπευτικά, με την ετήσια παραγωγή του να υπερβαίνει τους 250 τόνους.
«Αγαπάω τη δουλειά μου και δεν την αλλάζω με καμιά άλλη, παρόλο που αντιμετωπίζω πολλές δυσκολίες. Αλλά δεν πτοούμε και ποτέ δεν έχω μετανιώσει για την επιλογή μου» τονίζει.
Βρήκε το «κλειδί» στην κρίση στα μελίσσια
Ο 28χρονος Δημήτρης Παγίδας πήρε το πτυχίο του ηλεκτρολόγου μηχανικού από σχολή ΤΕΕ, αλλά δεν ακολούθησε ποτέ το επάγγελμα.
Έπειτα από κάποια χρόνια περιπλάνησης στην Κέρκυρα, όπου δούλεψε σε αλυσίδα σούπερ μάρκετ, αποφάσισε να επιστρέψει στα «πάτρια εδάφη», στη νέα Επίδαυρο του νομού Αργολίδας, αναζητώντας ένα σταθερό εισόδημα σε καιρούς βαθιάς οικονομικής ύφεσης.
Πήρε, λοιπόν, τα πράγματά του και την κοπέλα του κι επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου ασχολήθηκε με τη μελισσοκομία, στην οποία η οικογένειά του έχει παράδοση τριών γενεών.
Σήμερα, διαθέτει μονάδα δυναμικότητας 350 κυψελών και όπως ανέφερε έχει φτιάξει και συσκευαστήριο, προκειμένου το μέλι του να μην γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, αλλά να το διαθέτει ο ίδιος τυποποιημένο, πετυχαίνοντας έτσι τις καλύτερες δυνατές τιμές.
Βέβαια, η κρίση έχει χτυπήσει και την «πόρτα» της μελισσοκομίας τον τελευταίο καιρό, ωστόσο ο ίδιος παραμένει αισιόδοξος «και πιστός στη ζωή στο χωριό» όπως λέει.
Στα θρανία για τα τέσσερα άνεργα παιδιά της
Αρκετά στρέμματα γης, μεγάλα προβλήματα ανεργίας, αλλά και το… γυναικείο επιχειρηματικό δαιμόνιο βρίσκονται πίσω από την απόφαση μίας ολόκληρης οικογένειας να φύγει από την Αθήνα και να βρεθεί στο Βαρλαάμ των Ιωαννίνων για να δημιουργήσει τη δική της μονάδα παραγωγής γάλακτος.
Άνεργος βρέθηκε κάποια στιγμή ο 32χρονος οικοδόμος Βαγγέλης Γαλάνης, αλλά και τα τρία αδέλφια του. Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, η 46χρονη μητέρα τους Βικτωρία Κούμα αποφάσισε να επιστρέψει στα θρανία προκειμένου να αποκτήσει η ίδια την απαραίτητη γνώση για να στηθεί στη συνέχεια η οικογενειακή επιχείρηση.
Έτσι, βρέθηκε στη Γαλακτοκομική Επαγγελματική Σχολή Ιωαννίνων από όπου αποφοίτησε με επιτυχία και βοήθησε το σύζυγό της να ξεκινήσει μία μικρή μονάδα με πρόβατα στο Βαρλαάμ. Στη μονάδα αυτή κατέφθασαν για να βοηθήσουν ο 32χρονος Βαγγέλης με τη σύζυγό του και το 15 μηνών παιδάκι τους και ένας ακόμη αδελφός του.
Ωστόσο, τα προβλήματα είναι πολλά, όπως λέει η κ. Βικτωρία, καθώς πέρα από τη «ρομαντική» πλευρά της επιστροφής στη φύση, είναι πολύ δύσκολο να επεκτείνει κάποιος τη δουλειά του, αν δεν διαθέτει σημαντικό κεφάλαιο.
«Ο άντρας μου προέρχεται από μία αγροτική οικογένεια. Έχει στη διάθεσή του 100 στρέμματα γης και 50 πρόβατα. Ωστόσο, χωρίς κεφάλαιο, χωρίς υποδομές και χωρίς βοήθεια από το κράτος δεν μπορούμε να σηκώσουμε κεφάλι και να προχωρήσουμε τη δουλειά μας. Αυτή τη στιγμή δίνουμε το γάλα που παράγουμε σε μία γαλακτοβιομηχανία και επειδή δεν έχουμε την οικονομική δυνατότητα δεν μπορούμε να αγοράσουμε περισσότερα ζώα για να φτιάξουμε το δικό μας τυροκομείο. Βλέπεις, με 50 και 60 πρόβατα δεν μπορεί κανείς να παράγει τυριά. Την ίδια στιγμή, η βοήθεια που μπορούν να μας παρέχουν οι ειδικοί από διάφορα προγράμματα απαιτεί το 30% των εσόδων των αγροτών και των κτηνοτρόφων», λέει η κ. Κούμα.
Και προσθέτει με νόημα: «Χωρίς τη βοήθεια των μεγάλων που μας κυβερνούν δεν θα μπορέσει να κάνει κάτι ο λαός».
«Δεν ήταν καθόλου εύκολο να φύγω, αλλά μετανιώνω που δεν έφυγα νωρίτερα»
«Δεν ήταν καθόλου εύκολο να φύγω γιατί στα χωριά δεν υπάρχει νεολαία και είναι δύσκολο να επιβιώσει κανείς σε έναν τόπο γεμάτο με συνταξιούχους και γερόντια του ΟΓΑ» λέει ο Γιάννης Παπαδόπουλος που εγκατέλειψε τις Σέρρες για να καλλιεργήσει τα 1.200 δέντρα που του άφησαν οι γονείς του στο χωριό Λευκότοπος.
Οι ίδιοι, μάλιστα, εμφανίζονταν αρχικά πολύ επιφυλακτικοί στην επιθυμία του να φύγει από την πόλη για να ζήσει και να εργαστεί στο χωριό. «Μου έλεγαν, καλοπροαίρετα, βέβαια: "τι θα έρθεις να κάνεις εδώ με τα χωράφια;". Κι εγώ απαντούσα ότι είμαι πεισματάρης και θα κάνω τη διαφορά».
«Ύστερα από δέκα χρόνια διαμονής στη Θεσσαλονίκη και δύο στη Γερμανία είδα ότι δεν υπήρχαν προοπτικές για μένα στην πόλη και αποφάσισα να γυρίσω πίσω. Γνώρισα τότε και τη γυναίκα μου που δεν είχε πρόβλημα, γιατί αν δεν με ακολουθούσε δεν θα ήμασταν μαζί» αναφέρει ο κ. Παπαδόπουλος και τονίζει ότι θα έπρεπε να είχε φύγει νωρίτερα καθώς, όπως λέει «έχασα άσκοπα κάποια χρόνια από τη ζωή μου».
Έπειτα από αρκετή προσπάθεια, τα 1.200 δέντρα έγιναν 5.500 και εκτός από την παραγωγή προχώρησε στη δημιουργία ενός συσκευαστηρίου και αποθηκευτικών χώρων.
Σήμερα, υπογραμμίζει ότι δεν έχει μετανιώσει καθόλου που έφυγε από την πόλη. Εύχεται δε να βρίσκονταν και άλλοι πέντε άνθρωποι σαν κι αυτόν για να γίνει μία συλλογική και ομαδική προσπάθεια, με μεγάλη παραγωγή και ενιαίο συσκευαστήριο, ώστε να «χτυπήσει» με μεγάλες αξιώσεις και δυνατά προϊόντα την ξένη αγορά.
Κάποτε τους πείραζαν, αλλά σήμερα έχουν «πέραση»
Κάποτε δέχονταν συχνά τα περιπαικτικά σχόλια των φίλων τους, εξαιτίας της επιθυμίας τους να γίνουν αγρότες. Σήμερα, ο 27χρονος Βαγγέλης Λιβανός και ο 25χρονος Κώστας Σταμούλης από την Αργολίδα δηλώνουν δικαιωμένοι, βλέποντας τους φίλους τους να επιστρέφουν πίσω στο χωριό τους για να ασχοληθούν με τη γη, αναζητώντας διέξοδο στην κρίση.
Όπως λένε οι δύο νεαροί γεωργοί, σήμερα πολλοί στρέφονται στον αγροτικό κλάδο, λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας και της ανεργίας, ενώ κάποτε η επιθυμία ενός νέου να ασχοληθεί με τη γη ερμηνευόταν ως έλλειψη στόχων και θέλησης να πετύχει κάτι διαφορετικό στη ζωή του.
Ο Κώστας και ο Βαγγέλης λένε ότι οι περισσότεροι από τους φίλους τους που έφυγαν από τους Μύλους Αργολίδας για να βρουν την «τύχη» τους σε κάποια μεγάλη πόλη, σχεδόν όλοι γύρισαν πίσω. «Εδώ όλο και κάτι θα βρεις να κάνεις και αν μη τι άλλο, δεν θα πεινάσεις» σημειώνουν οι δύο νεαροί αγρότες.
Επιφυλάξεις για το «μετά»
Επιφυλάξεις για το μέγεθος και τις πραγματικές διαστάσεις του φαινομένου της επιστροφής ανθρώπων από τις πόλεις στην ύπαιθρο με στόχο την ενασχόλησή τους με την αγροτική παραγωγή εκφράζει ο γεωπόνος, Ευάγγελος Βέργος, διευθυντής της Έρευνας και της Εκπαίδευσης Ενηλίκων στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή, στη Θεσσαλονίκη.
«Χρειάζεται λίγη σκέψη για να μπουν τα πράγματα στη σωστή τους βάση. Αυτή τη στιγμή υπάρχει υπέρμετρο ενδιαφέρον που ίσως δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική τάση. Υποβαθμίζουμε τους αγρότες που είναι πραγματικοί επαγγελματίες και έχουν κάνει επενδύσεις στον κλάδο και επικεντρωνόμαστε στους 37.000 που εγκατέλειψαν τις πόλεις και έφυγαν για να καλλιεργήσουν τη γη σε όλη την Ελλάδα. Καλή τύχη να έχουν, γιατί δεν είναι εύκολο πράγμα η γεωργία, αλλά θα πρέπει να περάσουν μερικά χρόνια για να δούμε ποιοι θα μείνουν» αναφέρει.
Επισημαίνει ότι δεν θα μπορούσε εύκολα να κατανοήσει «κάποιον που κατοικούσε στο Κολωνάκι και με την ιδιότητα του πολιτικού μηχανικού επιστρέφει στα Δριμύκλαδα για να μεγαλώσει πρόβατα και να ζήσει».
Χρήσιμες οδηγίες και συμβουλές
Στα χαρακτηριστικά που ο κ. Βέργος θεωρεί απαραίτητα για να ασχοληθεί κάποιος αποτελεσματικά με τη γεωργία και την κτηνοτροφία συμπεριλαμβάνει ένα είδος αγροτικής κουλτούρας, μία σοβαρή εκπαίδευση στα νέα αντικείμενα της αγροτικής παραγωγής και του αγροδιατροφικού τομέα, τη διάθεση για ενασχόληση με νέα ανταγωνιστικά προϊόντα και βέβαια τις απαραίτητες προϋποθέσεις σε γη και εξοπλισμό.
Συνιστά προσοχή σε όσους ξεκινούν μία τέτοια προσπάθεια, καθώς όπως λέει, υπό συνθήκες κρίσης πολλοί κινητοποιούνται από ανάγκη, λειτουργούν εντελώς εμπειρικά και στην τύχη και πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης από επιτήδειους που πουλούν εύκολες συμβουλές και συνταγές για την επιτυχία.
Από την πλευρά του, o κ. Βίλλης -διευθυντής στην Αβερώφειο Σχολή- δεν αποθαρρύνει όσους έχουν την όρεξη και το μεράκι να ασχοληθούν με το επάγγελμα. «Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει ανάγκη από τρόφιμα και όχι μόνο. Σε πολλά προϊόντα είμαστε ελλειμματικοί και μπορούμε να κάνουμε εξαγωγές με θετικά αποτελέσματα για την οικονομία» υπογραμμίζει.
«Αρχικά, η ζωική παραγωγή έχει τις δικές της δυσκολίες καθώς τα ζώα έχουν τις δικές τους απαιτήσεις καθημερινά, ανεξάρτητα από γιορτές και αργίες» λέει ο κ. Μάντζαρης, από τη Γαλακτοκομική Επαγγελματική Σχολή Ιωαννίνων και υπογραμμίζει ότι θα πρέπει, ο καθένας που ενδιαφέρεται, να απευθυνθεί στους ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι, όπως είναι φυσικό, θα πληρωθούν για τη δουλειά τους.
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να γίνεται μία εκτίμηση της αγοράς στην οποία θα κατευθυνθεί ένα προϊόν, διαφορετικά η όλη προσπάθεια μπορεί να μην έχει κανένα αποτέλεσμα. Η σωστή γνώση και ενημέρωση αποτελούν βασική προϋπόθεση για την επιτυχία όπως και η διάθεση ενημέρωσης για νέες ιδέες και καινούρια προϊόντα.
«Η επιστήμη δεν παύει να είναι επιστήμη. Στο εξωτερικό για να γίνεις τσομπάνος πρέπει να περάσεις δύο χρόνια από ειδικό σχολείο. Πρέπει και στην Ελλάδα να ξεπεράσουμε την αντίληψη "διάβαζε για να μην γίνεις τσομπάνος"» καταλήγει.
Από την Ολλανδία στη Σάμο
Για περίπου 20 χρόνια ο Γρηγόρης Γερασίμου από τη Σάμο δραστηριοποιείτο επιχειρηματικά στην Ολλανδία. Τα άφησε όλα πίσω του και επέστρεψε στη Σάμο για να κάνει πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής. Επένδυσε, από ίδια κεφάλαια, πάνω από 1,5 εκατομμύριο ευρώ και έφτιαξε ένα high tech θερμοκήπιο στην περιοχή Μεσόκαμπος, όπου παράγει, με σύγχρονες μεθόδους και αυστηρούς ελέγχους, ντομάτες σε τσαμπί, τις οποίες διαθέτει σε μεγάλη πανελλαδική αλυσίδα σούπερ-μάρκετ και στη ντόπια αγορά, καθώς και τοματίνια Σάμου, που διαθέτει αποκλειστικά σε όλη την Ελλάδα.
Το θερμοκήπιο καταλαμβάνει έκταση 10 στρεμμάτων και έχει παραγωγή 500 τόνους ετησίως, ενώ θα μπορούσε να είναι διπλάσιο σε έκταση και παραγωγή, αν το αρμόδιο υπουργείο, όταν εμφάνισε την οικονομική κατάσταση του, έδινε την επιδότηση, που δικαιούτο, όπως επισημαίνει.
Ο Γρηγόρης δεν έμεινε εκεί. Προχώρησε και στην εγκατάσταση σύγχρονου διαλογητηρίου, όπου τυποποιεί μεγάλη ποσότητα από τα μοναδικής γεύσης πορτοκάλια της περιοχής Μύλων Σάμου και τα διακινεί σε όλη την Ευρώπη, με την ονομασία «Πορτοκάλια Μύλoς Σάμου».
Η επιχείρηση απασχολεί συνολικά περίπου 20 εργαζόμενους, σε έναν τόπο που εμφανίζει υψηλά ποσοστά ανεργίας.
Πρώιμα ροδάκινα από την αχαϊκή γη
Το διπλό «δώρο» που δίνει η γη της δυτικής Αχαΐας και της βόρειας Ηλείας να παράγει 12 μήνες το χρόνο και να προσφέρει συχνά πρώιμα προϊόντα, που γίνονται ανταγωνιστικά στην εγχώρια και στη διεθνή αγορά, θέλουν να εκμεταλλευθούν οι νέοι αγρότες που επέλεξαν να ασχοληθούν με την αγροτική παραγωγή.
Ο Σάκης Μαυρόγιαννης είναι ένας από τους παραγωγούς που επέλεξε να επενδύσει χρήματα και γνώσεις στον αγροτικό τομέα. Έχοντας δύο πτυχία του τεχνολόγου γεωπόνου και του τεχνολόγου οινολόγου, ξεκίνησε μία επενδυτική προσπάθεια για παραγωγή πρώιμων ανταγωνιστικών προϊόντων. Όπως αναφέρει στο ΑΜΠΕ, σχεδιάζουν μαζί με τον γεωπόνο Φάνη Παπανικολόπουλο να ξεκινήσουν την καλλιέργεια και παραγωγή πρώιμων ροδάκινων, που θα μπορούν να βγουν στην αγορά περίπου 15 μέρες νωρίτερα.
Εκτός όμως από την πρώιμη παραγωγή ο Σάκης Μαυρόγιαννης τονίζει ότι τα κηπευτικά προϊόντα που παράγονται όλο το χρόνο στην δυτική Αχαΐα και στην βόρεια Ηλεία, έχουν το συγκριτικό πλεονέκτημα να προσφέρουν προστιθέμενη αξία στην οικονομία. Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η παραγωγή κορινθιακής σταφίδας στην Αιγιάλεια, που τα τελευταία χρόνια σημειώνει ανοδική πορεία, όπως και η παραγωγή σπαραγγιών στην Αιτωλοακαρνανία, με σημαντικές ποσότητες να εξάγονται σε χώρες της βόρειας Ευρώπης. Μάλιστα όσον αφορά την παραγωγή σπαραγγιών, οι νέοι καλλιεργητές πήραν την συγκεκριμένη απόφαση διαπιστώνοντας ότι οι καλλιέργειες καπνού δεν μπορούσαν να τους αποδώσουν τα προσδοκώμενα.
Στο μεταξύ, υπάρχουν δύο ακόμη τομείς που οι νέοι παραγωγοί της Αχαΐας μπορούν να επενδύσουν και να αυξήσουν τα εισοδήματά τους. Η παραγωγή κρασιού και ελαιόλαδου εκτιμάται ότι έχει τα περιθώρια να κινηθεί περισσότερο ανταγωνιστικά στην αγορά, κυρίως λόγω ποιότητας, αρκεί βέβαια να γίνουν μεγαλύτερα βήματα στην τυποποίηση και την προώθηση.
Αλόη Βέρα και ελαιόλαδο στην κρητική γη
Από την Κρήτη, στη Γερμανία και στη συνέχεια στον Καναδά και πάλι πίσω στην Κρήτη, ο Ηλίας Χρονάκης, βρήκε τη δική του «θεραπεία» στο οικονομικό πρόβλημα με το «φυτό της αθανασίας» την αλόη.
Στον Τσούτσουρο, σε μία έκταση 130 στρεμμάτων, ο Ηλίας καλλιεργεί αλόη βέρα (Βarbandesis Miller), ποικιλία που χρησιμοποιείται τόσο στην εναλλακτική ιατρική, όσο και στην αισθητική, καθώς μπορεί να αντιμετωπίσει πάνω από 60 διαφορετικές παθήσεις, αφού το ζελέ της αλόης περιέχει τουλάχιστον 75 γνωστά συστατικά, όπως βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, αμινοξέα, μέταλλα, ένζυμα, κ.τ.λ.
«Γνώρισα ο ίδιος τις θεραπευτικές ιδιότητες της αλόης και σκέφτηκα να αφιερώσω την ζωή μου για να μάθω περισσότερα και βέβαια να βοηθήσω και άλλους που έχουν διάφορα προβλήματα» λέει στο ΑΜΠΕ ο κ. Χρονάκης. Παράλληλα με την καλλιέργεια της αλόης έχει «στήσει» τη δική του εταιρεία, με έδρα το Ηράκλειο, απ’ όπου διαθέτει φρέσκα φύλλα αλόης, σε επιλεγμένα σημεία πώλησης, αλλά και με αποστολή στο σπίτι, με ένα τηλεφώνημα.
Ο Μανόλης Παπαδάκης ζούσε για αρκετά χρόνια στην Αθήνα, κάνοντας διάφορες δουλειές στην οικοδομή και στα έργα υποδομής, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων. «Τότε υπήρχε δουλειά, έβγαινε το μεροκάματο και με μία, κάπως συντηρητική ζωή, κατάφερα να βάλω κάποια χρήματα στην άκρη» λέει στο ΑΜΠΕ και προσθέτει: «Πέρασε ο καιρός όμως, οι δουλειές περιορίστηκαν και έφτασα στο σημείο να μην κάνω ούτε ένα μεροκάματο για έξι μήνες. Τότε πήρα την μεγάλη απόφαση να γυρίσω στον τόπο μου και να ασχοληθώ συστηματικά με την ελαιοκαλλιέργεια».
Όπως εξηγεί, είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του περίπου 400 δένδρα και με τα χρήματα που είχε, αγόρασε και τρία γειτονικά ελαιόσπιτα, και με βάση τις οδηγίες γεωπόνου ξεκίνησε τη συστηματική καλλιέργεια της ελιάς με αποτέλεσμα, σήμερα να έχει μία σημαντική παραγωγή λαδιού με χαμηλή οξύτητα.
«Την ποσότητα του λαδιού δεν τη δίνω σε συνεταιριστικές οργανώσεις. Ασχολούμαι ο ίδιος με τη διάθεση του προϊόντος. Πρώτα σε φίλους και μετά σε γνωστούς των φίλων μου, εξασφαλίζοντας καλύτερη τιμή».
Από γεωπόνος, αγρότης
«Κρατάω την τύχη μου στα χέρια μου». Με τη φράση αυτή ο 41χρονος αγρότης Ευτύχης Τρικουνάκης απαντά σε όσους θεωρούν ότι η ύπαιθρος δεν έχει πια ζωή για τους νέους ανθρώπους.
Με σπουδές γεωπόνου, αντί για το γραφείο, προτίμησε να παλέψει στα χωράφια.
«Ο μόχθος είναι καθημερινός, όμως υπάρχει δουλειά και μάλιστα πολλή, ενώ δεν υπάρχουν πρόθυμα ελληνικά χέρια για να βοηθήσουν. Αν κατεβείς στον κάμπο των Χανίων, θα δεις κυρίως αλλοδαπούς εργάτες να παίρνουν τα μεροκάματα, γιατί οι δικοί μας, ακόμα, το θεωρούν υποτιμητικό. Κάποιοι προτιμούν το καφενείο».
Λέει ότι «η ύπαιθρος έχει δουλειά και ευκαιρίες αρκεί να το θέλει κάποιος και φυσικά να έχει όρεξη να εργαστεί». Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που παραθέτει: «Η συλλογή του ελαιόκαρπου για την φετινή χρονιά στοίχισε περίπου 13 εκατομμύρια ευρώ. Από αυτά τα χρήματα τα 10 έφυγαν στο εξωτερικό, καθώς οι περισσότεροι που ασχολήθηκαν ήταν αλλοδαποί εργάτες».
Ο ίδιος, προτίμησε να παραμείνει στο χωράφι, να φροντίσει το βιός του, αλλά και να οργανωθεί μαζί με τους συγχωριανούς του. «Η οικονομική κρίση δεν είναι το άλλοθι για να μην κάνεις τίποτα. Αντίθετα, είναι το έναυσμα για να ψάξεις τις ευκαιρίες» επισημαίνει.
Καλλιεργεί εσπεριδοειδή, αβοκάντο, ελιές, κηπευτικά, ασχολείται με την μελισσοκομία και την αμπελουργία παράγοντας κρασί και τσικουδιά. Παράλληλα εργάζεται και σε ξένα χωράφια. Ραντίζει δέντρα, κάνει αναδιαρθρώσεις ποικιλιών, μπολιάζει δέντρα. Όλα αυτά μένοντας στην ύπαιθρο που τη χαρακτηρίζει «σπίτι» του.
Ο κ. Τρικουνάκης, είναι οργανωτικό μέλος της ομάδας παραγωγών «Κορμός» που ασχολείται με τα εσπεριδοειδή και τα αβοκάντο. Τόσο ο ίδιος όσο και τα άλλα μέλη της ομάδας είναι νέοι αγρότες και προωθούν τα προϊόντα τους εντός και εκτός συνόρων.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
http://www.on-news.gr/