Το
κόμμα, έγραφε στις 31 Mαΐου 1921 στο περιοδικό Rassegna Comunista, το
ηγετικό στέλεχος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Αμαντέο
Μπορντίγκα, «είναι ένα σύνολο ανθρώπων που έχουν την ίδια γενική
αντίληψη για την εξέλιξη της ιστορίας. Που έχουν μια σαφή αντίληψη του
τελικού σκοπού της τάξης που εκπροσωπούν και που έχουν ετοιμάσει εκ των
προτέρων ένα σύστημα λύσεων στα ποικίλα προβλήματα τα οποία το
προλεταριάτο θα αντιμετωπίσει όταν αυτό γίνει η άρχουσα τάξη. Γι’ αυτό
τον λόγο», καταλήγει χωρίς περιστροφές, «η εξουσία της τάξης μπορεί να
είναι μονάχα η εξουσία του κόμματος».
Οι
αντιληψεις αυτές, για το κόμμα αποκλειστική πρωτοπορία, το κόμμα
υπερβατική έννοια που δρα στο όνομα της εργατικής τάξης και τελικά επ’
αυτής, αποτέλεσαν και αποτελούν ρεύμα στο κομμουνιστικό κίνημα. Στη
διαπάλη που έγινε, ο Αντόνιο Γκράμσι και το ρεύμα που εκπροσωπούσε,
χρειάστηκε να πράξουν και να πουν ενάντια σε αυτή τη λογική.
Στις
29 Φεβρουαρίου 2012 το μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ Δ.
Γόντικας, δημοσίευσε ένα μακροσκελές άρθρο για το κόμμα με τίτλο «Το
ηθικό κύρος των κομμουνιστών». Ο ρίζες της πολιτικής του αρθρογράφου για
το κόμμα, βρίσκονται στις ιστορικά αδιέξοδες, επιζήμιες και επικίνδυνες
αντιλήψεις Μπορντίγκα. Το άρθρο περιρρέεται από την επαναλαμβανόμενη
αντίληψη ενός πάνσοφου κόμματος (δηλαδή μιας σοφής καθοδήγησης) στο
οποίο «όλες οι θέσεις και προβλέψεις και σε θεωρητικό και πολιτικό -
πρακτικό επίπεδο στα πιο φλέγοντα προβλήματα της εποχής μας δικαιώνονται
από τις εξελίξεις» (Pιζοσπάστης 29/12/10).
Ο
Δ. Γ. αντιμετωπιζει το κόμμα ως την αποκλειστική πρωτοπορία της τάξης
και όχι ως την ανώτερη ειδική ιδεολογικοπολιτική πρωτοπορία της. Έτσι
όμως η γενικότερη πρωτοπορία, από μορφή κίνησης της ιστορικής
επαναστατικής πράξης των ιδίων των εργαζόμενων, περιορίζεται στην ειδική
πρωτοπορία και το επιμέρους, το κόμμα. Το δε κόμμα μετατρέπεται στο
συνολικό και το συνολικό –η ευρύτερη αντικαπιταλιστική πράξη της
εργατικής τάξης– γίνεται το επιμέρους. Στην ουσία, η αυτοτελής
αντικαπιταλιστική πάλη των ιδίων των εργατών δεν αντιμετωπίζεται ως το
καθοριστικό στην ανάπτυξη της επαναστατικής πάλης, αλλά ως το
αποκλειστικό αποτέλεσμα της δράσης του κόμματος. Αυτή ακριβώς η
αποσύνδεση της ειδικής πρωτοπορίας, του κόμματος, από τη γενική
πρωτοπορία –την οποία στην ουσία αγνοεί πλήρως– τις πολυάριθμες
αντικαπιταλιστικές θελήσεις, συλλογικές πράξεις και αγώνες της εργατικής
τάξης, είναι η βάση της αυτονόμησης από την τάξη. Η ίδια εργολαβική
αντίληψη της ηγεσίας του ΚΚΕ για τον κατ’ αποκλειστικότητα πρωτοπόρο
ρόλο του κόμματος οδηγεί στο να «ξεχνιέται» από τον Δ. Γοντικα ο
υπέρτατος νόμος της πάλης των τάξεων, πως η «χειραφέτηση της εργατικής
τάξης είναι υπόθεση της ίδιας» (Μαρξ, Γερμανική Ιδεολογία). Τον οδηγεί
να συλλογίζεται γύρω από την αρχή πως το κοινωνικό και το πολιτικό
επικοινωνούν μεταξύ τους, περνώντας αποκλειστικά μέσα από τα σινικά
τείχη του κόμματος, αντί να αποτελούν μια διαλεκτική σχέση σε όλες τις
σφαίρες της ταξικής πάλης.
Το
κόμμα όμως νέου τύπου του Λένιν, στην αυγή του και παρά τα αντίθετα
γραφόμενα, η ίδια η μαρξική αντίληψη και πρακτική στην εξέλιξή της, ως
μέτρο και κριτής της ανεξάρτητης παρουσίας και δράσης του κόμματος,
έχουν την ιδεολογική οργανωτική και πολιτική ανάπτυξη των ευρύτερων
φορέων και οργάνων της εργατικής πολιτικής, της ευρύτερης και
γενικότερης πρωτοπορίας, δηλαδή της ιδίας της αντικαπιταλιστικης
αυτενέργειας των εργατών. Η επιμονή στο «όλη η εξουσία στα σοβιέτ», στον
αποφασιστικό και καθοριστικό τους πολιτικό ρόλο, αποδεικνύουν την
ευρύτερη αντίληψη των ηγετών του μπολσεβικισμού για το χαρακτήρα του
πολιτικού υποκειμένου της επανάστασης. Εκεί, εντός των σοβιέτ και εντός
του κόμματος, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός αντιμετωπίζεται ως μέσο
συγκέντρωσης όλων των απειθαρχιών απέναντι στην αστική πολιτική και όχι
όπως μεταλλάχθηκε με την πρώιμη ήττα των μπολσεβίκων, ως αποκεντρωμένη
πειθαρχία των πάντων απέναντι στο Κόμμα.
Στο
σημερινό αχαλίνωτο καπιταλισμό, από τη μια οι βιομηχανικές και
επιστημονικές δυνάμεις ξύπνησαν με τέτοιο τρόπο που καμιά περίοδος δεν
μπορούσε να διανοηθεί. Από την άλλη, στη σε εξέλιξη κρίση εμφανίζονται
δείγματα υπεραντιδραστικότητας και παρακμής που παραπέμπουν σε
μεσαιωνικού τύπου φρικαλεότητες. Σ’ αυτήν ακριβώς την κρίσιμη φάση,
διασταυρώνονται τα πιο αμείλικτα καθημερινά ερωτήματα της στοιχειώδους
επιβίωσης του λαού με τις μεγάλες επιδιώξεις, ερωτήματα και
αναγκαιότητες της Iστορίας. Σε αυτή τη φάση οι κομμουνιστές βάζουν πάνω
απ’ όλα την υπόθεση της αντικαπιταλιστικης ανατροπής της επίθεσης με
επιδίωξη την επανάσταση και τον κομμουνσμο, σαν υπόθεση της ίδιας της
εργατικής τάξης. Εκεί το κόμμα, ως το κρίσιμο και το καθοριστικό, το
αντικαπιταλιστικό μέτωπο ως το αποφασιστικό και η αντικαπιταλιστική
πτέρυγα του κινήματος στη διαλεκτική τους σχέση οφείλουν να επαληθεύουν
το διακριτό, ειδικό και κρίσιμο πρωτοπόρο ρόλο τους.