Ένας νεαρός επαρχιώτης έρχεται στην Αθήνα για μια καλύτερη ζωή.
Την ίδια μέρα που φτάνει πηγαίνει να συναντήσει έναν συγχωριανό του που, όπως είχε μάθει, είχε γίνει μέγας και τρανός.
Φτάνει στην διεύθυνση και αντικρύζει ένα εντυπωσιακό μέγαρο. Διστακτικά χτυπάει το κουδούνι και στη στιγμή ανοίγει η πόρτα και έμφανίζεται μπροστά του ο συγχωριανός του.
Χωρίς να χάσει χρόνο του λέει το πρόβλημά του.
"Ξέρεις αγγλικά;"
"Αστειεύεσαι ρε Μιχάλη; Που να μάθω τα αγγλικά; Εκεί που έβοσκα τα πρόβατα;"
"Μήπως ξέρεις κομπιούτερ;"
"Πάλι πλάκα μου κάνεις..."
"Μήπως τέλος πάντως ξέρεις κάτι, εκτός από το να βόσκεις γίδια;"
"Όχι."
"Τότε φίλε μου, λυπάμαι. Δεν γίνεται τίποτα... Καλύτερα να γυρίσεις στο χωριό."
Μα ο χωριάτης είχε μυαλό.
"Καλά, ρε Μιχάλη" γυρίζει και του λέει, "μήπως εσύ ήξερες τίποτε από όλα αυτά;"
"Φυσικά όχι."
"Τότε πως διάβολο πρόκοψες εσύ;"
Ο Μιχάλης χαμογελάει, σκύβει στο αφτί και του λέει το μυστικό.
"Ξέρεις εγώ τον έχω πολύ μεγάλο..."
"Κι επειδή τον έχεις πολύ μεγάλο, πρόκοψες;"
"Μα και βέβαια. Εδώ που βλέπεις στεγάζεται ο Σύλλογος εκείνων που τον έχουν πολύ μεγάλο..."
"Σοβαρά μιλάς;"
"Σοβαρά."
"Τότε αδερφάκι μου μπορεί να σωθώ κι εγώ..." είπε ενθουσιασμένος.
"Κι ο δικός μου είναι μεγάλος..."Ψιθύρισε.
Ο Μιχάλης τον πήρε σε μια γωνιά και του είπε.
"Για δείξε μου."
Κι εκείνος γεμάτος υπερηφάνεια, αντί να ανοίξει το φερμουάρ του παντελονιού του, του τον έδειξε που έφτανε λίγο πάνω από τη ζώνη.
"Βλέπεις;" Ρωτάει υπερήφανα. "Βλέπεις τι πράγμα έχω;"
Κι ο Μιχάλης.
"Τι είναι αυτά κακομοίρη μου; Στάσου να σου δείξω..."
Με μια κίνηση λύνει λίγο την γραβάτα του και του τον δείχνει από το άνοιγμα του πουκαμίσου του.
Ο φίλος του έμεινε ξερός.
"Θεέ μου..." ψιθύρισε. "Τόσο πολύ μεγάλος;"
"Και να σκεφτείς εγώ είμαι μόνο θυρωρός. Σκέψου ο Πρόεδρος τι έχει..."
http://www.neo.gr/
Την ίδια μέρα που φτάνει πηγαίνει να συναντήσει έναν συγχωριανό του που, όπως είχε μάθει, είχε γίνει μέγας και τρανός.
Φτάνει στην διεύθυνση και αντικρύζει ένα εντυπωσιακό μέγαρο. Διστακτικά χτυπάει το κουδούνι και στη στιγμή ανοίγει η πόρτα και έμφανίζεται μπροστά του ο συγχωριανός του.
Χωρίς να χάσει χρόνο του λέει το πρόβλημά του.
"Ξέρεις αγγλικά;"
"Αστειεύεσαι ρε Μιχάλη; Που να μάθω τα αγγλικά; Εκεί που έβοσκα τα πρόβατα;"
"Μήπως ξέρεις κομπιούτερ;"
"Πάλι πλάκα μου κάνεις..."
"Μήπως τέλος πάντως ξέρεις κάτι, εκτός από το να βόσκεις γίδια;"
"Όχι."
"Τότε φίλε μου, λυπάμαι. Δεν γίνεται τίποτα... Καλύτερα να γυρίσεις στο χωριό."
Μα ο χωριάτης είχε μυαλό.
"Καλά, ρε Μιχάλη" γυρίζει και του λέει, "μήπως εσύ ήξερες τίποτε από όλα αυτά;"
"Φυσικά όχι."
"Τότε πως διάβολο πρόκοψες εσύ;"
Ο Μιχάλης χαμογελάει, σκύβει στο αφτί και του λέει το μυστικό.
"Ξέρεις εγώ τον έχω πολύ μεγάλο..."
"Κι επειδή τον έχεις πολύ μεγάλο, πρόκοψες;"
"Μα και βέβαια. Εδώ που βλέπεις στεγάζεται ο Σύλλογος εκείνων που τον έχουν πολύ μεγάλο..."
"Σοβαρά μιλάς;"
"Σοβαρά."
"Τότε αδερφάκι μου μπορεί να σωθώ κι εγώ..." είπε ενθουσιασμένος.
"Κι ο δικός μου είναι μεγάλος..."Ψιθύρισε.
Ο Μιχάλης τον πήρε σε μια γωνιά και του είπε.
"Για δείξε μου."
Κι εκείνος γεμάτος υπερηφάνεια, αντί να ανοίξει το φερμουάρ του παντελονιού του, του τον έδειξε που έφτανε λίγο πάνω από τη ζώνη.
"Βλέπεις;" Ρωτάει υπερήφανα. "Βλέπεις τι πράγμα έχω;"
Κι ο Μιχάλης.
"Τι είναι αυτά κακομοίρη μου; Στάσου να σου δείξω..."
Με μια κίνηση λύνει λίγο την γραβάτα του και του τον δείχνει από το άνοιγμα του πουκαμίσου του.
Ο φίλος του έμεινε ξερός.
"Θεέ μου..." ψιθύρισε. "Τόσο πολύ μεγάλος;"
"Και να σκεφτείς εγώ είμαι μόνο θυρωρός. Σκέψου ο Πρόεδρος τι έχει..."
http://www.neo.gr/