Tο
βιβλίο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου «Η μεγάλη πρόκληση», είναι ένα
πολλαπλά, θεωρητικά και πολιτικά, ερεθιστικό βιβλίο. Σε μια εποχή
συγκλονιστική, όπου πραγματικά η Αριστερά βρίσκεται μπροστά στην μεγάλη
πρόκληση, μέσα στην κρίση, απέναντι στην εξουσία, με το δίλημμα ρήξη ή ενσωμάτωση.
Όχι μόνο η Αριστερά, πολύ περισσότερο ο λαός και η εργατική τάξη
βρίσκονται αντιμέτωποι με μια καθολική κοινωνική και πολιτική
αντεπανάσταση, με αντεργατικές τομές που επιβάλλει το κεφάλαιο οδηγώντας
τους εργαζόμενους σε ένα σύγχρονο κοινωνικό μεσαίωνα. Ποιος θα μπορούσε
να φανταστεί, τρία χρόνια πριν, ότι τα παιδιά μας, αν και όταν ήταν
«τυχερά» να έπιαναν δουλειά, θα έπαιρναν 200, 300 ή το πολύ 400 ευρώ τον
μήνα;
Μία από τις συνεισφορές του συγκεκριμένου βιβλίου του Π.Π. (αλλά και προηγούμενων) είναι ακριβώς αυτή η μαρξιστική προσέγγιση του χαρακτήρα της κρίσης της εποχής μας.
Είναι πολύ σημαντικό να ξέρουμε τι έχουμε απέναντί μας, τι έχουμε να
αντιμετωπίσουμε και να νικήσουμε. Καπιταλιστική κρίση λοιπόν, βαθιά,
δομική, ιστορικού χαρακτήρα, που δεν φαίνεται ακόμα να έχει βρεθεί
δρόμος για την υπέρβασή της. Καπιταλιστική κρίση με διεθνή χαρακτήρα,
που πλήττει ιδιαίτερα τις ανεπτυγμένες και υπερώριμες καπιταλιστικές
οικονομίες και έχει αναδείξει σε αδύνατο κρίκο της την Ευρωπαϊκή Ένωση
και την ευρωζώνη και μέσα σε αυτή, το Νότο και την Ελλάδα. Η ΕΕ όχι μόνο
δεν αποδείχθηκε απάνεμο λιμάνι για να ξεπεραστεί η κρίση, όπως μας
έλεγαν στην αρχή, αλλά έγινε παγίδα για τους λαούς.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η επισήμανση σε ένα ολόκληρο κεφάλαιο του βιβλίου του Π.Π. για την κρίση του κεϊνσιανισμού,
για το ξεπέρασμά του, για την αυταπάτη επιστροφής σε μια παλιότερη, πιο
ήπια διαχείριση του καπιταλισμού. Δεν ξαναγυρνάμε στα παλιά, δεν
ξαναμπαίνει κανείς στο ίδιο ποτάμι. Ας μην πιστεύει κανείς ότι μπορούμε
να γυρίσουμε πίσω, εκεί που ήμασταν το 2009. Για το καλύτερο ή το
χειρότερο, οι δύο δρόμοι που ανοίγονται μπροστά μας είναι: είτε η
κανιβαλική αστική επιδρομή θα περάσει ολοκληρωτικά και θα επιβληθεί δια
πυρός και σιδήρου μια σύγχρονη καπιταλιστική βαρβαρότητα εξανδραποδισμού
της εργασίας ή θα αποκρούσουμε – ανατρέψουμε την επίθεση αυτή, με
βαθιές αντικαπιταλιστικές τομές και θα ανοίξουμε το δρόμο για την
επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, για μια νέα σοσιαλιστική –
κομμουνιστική κοινωνία. Και από την άποψη αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία
ότι ο Π.Π. θέτει ξανά τη συζήτηση για τον «ιστορικό ορίζοντα» του κομμουνισμού στην εποχή μας και για τις δυνατότητες της σύγχρονης εργατικής τάξης.
Δεν
μπορούμε βέβαια να αγνοήσουμε ότι η ολοκληρωτική αυτή επίθεση του
κεφαλαίου –και στην Ελλάδα και διεθνώς- έχει βρει το εργατικό, αριστερό
και κομμουνιστικό κίνημα ηττημένο και σε βαθιά κρίση, στρατηγικού
χαρακτήρα. Γι΄ αυτό και δεν μπορούν ακόμα οι ηρωικές αντιστάσεις των
εργαζομένων και των λαών να ενωθούν σε μια νικηφόρα προοπτική. Άρα το
καθήκον μας είναι διπλό: και στρατηγική προγραμματική ανασυγκρότηση της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, πάνω σε αντικαπιταλιστική επαναστατική βάση και με το αντίστοιχο μέτωπο, και πρωτοπόρα συμμετοχή μέσα στις μάχες
που γίνονται σήμερα. Ο στρατηγικός επανεξοπλισμός της Αριστεράς δεν
μπορεί να γίνει σε κάποιο αποστειρωμένο εργαστήρι, έξω από την κίνηση
των εκατομμυρίων, αλλά μέσα σε αυτή, μέσα στο κύμα, αλλά όταν χρειαστεί
κόντρα στο ρεύμα.
Μέσα
στην πραγματική ζωή θα βρούμε και τις κατάλληλες απαντήσεις, χωρίς
δογματισμούς και ιδεολογικές εμμονές. Τι μας έδειξε για παράδειγμα η
Κύπρος;
-
Ότι δεν μπορείς να αντιπαλέψεις τα μνημόνια, να πεις «Όχι», με αστική
ηγεσία, με επικεφαλείς τους κάθε λογής Αναστασιάδηδες, με την αυταπάτη
της συμμαχίας με την αστική τάξη, αναζητώντας το δήθεν «πατριωτικό» της
τμήμα.
- Ότι δεν υπάρχει διαπραγμάτευση μέσα στο ευρώ και την ΕΕ.
-
Ότι η αριστερή κυβέρνηση δεν είναι το «κλειδί της επιτυχίας». Στην
Κύπρο είχαμε αριστερή κυβέρνηση και μάλιστα κομμουνιστικού κόμματος
(έστω και με την έντονη ρεφορμιστική ιδιοτυπία του ΑΚΕΛ). Κι όμως
προετοίμασε το έδαφος για την προέλαση των μνημονίων. 35 νομοσχέδια
ανάλογης κοπής περηφανεύονταν τα στελέχη του ότι πέρασαν από τη βουλή,
και μάλιστα πριν την έλευση του μνημονίου…
Η
Αριστερά, εάν θέλει να είναι Αριστερά, άρα ανατρεπτική απέναντι και
στον ίδιο της τον εαυτό,οφείλει να αντιμετωπίσει κατάματα την
πραγματικότητα και να τολμήσει να αλλάξει, να τολμήσει να συγκρουστεί,
να τολμήσει να νικήσει.
Κλειδί είναι η ανάδειξη του αναγκαίου προγράμματος,«μεταβατικό»
το χαρακτηρίζουν αρκετοί, που συνδέει τη σημερινή αντίσταση και πάλη
για την ανατροπή της σαρωτικής επιδρομής του κεφαλαίου, με την
απελευθέρωση της εργασίας από τα δεσμά του χρέους, της ΕΕ, του
κεφαλαίου. Είναι αναγκαίο σήμερα ένα πρόγραμμα συγκροτημένο, ρεαλιστικό,
ανατρεπτικό, καλά ζυγισμένο, που να ακουμπά στη συνείδηση και στην
εμπειρία των εργαζομένων, αλλά ταυτόχρονα θα αντιμετωπίζει και θα
ανατρέπει τους βασικούς πυλώνες της άγριας επίθεσης, ανοίγοντας το δρόμο
για βαθιές επαναστατικές αλλαγές.
Έχουν ειπωθεί πολλά γι αυτό το αναγκαίο πρόγραμμα, ξεχωρίζω τρεις κρίσιμες πλευρές:
-
Το πρόγραμμα πρέπει να έχει σαφέστατα το στόχο της εξόδου από την
ευρωζώνη και τις δουλείες της. Δεν μπορεί να σταθεί καμία διαπραγμάτευση
εντός του ευρώ, όπως έδειξε δραματικά και η Κύπρος. Ούτε μπορεί να πας
με μια λογική «ενωνόμαστε τώρα στην πάλη κατά των μνημονίων και όταν
έρθει η ώρα βλέπουμε». Γιατί, όταν θα έρθει η ώρα, που όλα δείχνουν ότι
έρχεται πολύ γρήγορα, δεν θα έχεις προετοιμάσει το βαρύ πυροβολικό κάθε
αριστερής πολιτικής: τα εκατομμύρια του κόσμου της δουλειάς, το εργατικό
και λαϊκό κίνημα. Ούτε βεβαίως μπορεί να σταθούν οι διάφοροι λεκτικοί
ακροβατισμοί, που προσπαθούν να συγκεράσουν τους ευρω-αριστερούς ιππότες
του ευρώ (όπως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ) με τους διαφωνούντες: «καμιά θυσία
για το ευρώ» ή το ακόμα πιο ενδοτικό «όχι πάση θυσία στο ευρώ», που
λάνσαρε πρόσφατα ο Α. Τσίπρας. Το να λες καμιά θυσία για το ευρώ σε μια
χώρα που έχει ήδη 1.500.000 ανέργους είναι σαν να πηγαίνεις σε κηδεία
και να λες και του χρόνου! Έχουμε θυσιαστεί ήδη για το ευρώ και το
κεφάλαιο…
-
Η έξοδος από το ευρώ είναι πλήρως αναποτελεσματική και μένει ανάπηρη
χωρίς έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Καταρχήν πολιτικά, το στρατηγείο
των αντιδραστικών αλλαγών είναι η ΕΕ. Αλλά ακόμα και τεχνοκρατικά. Το
πρώτο μέτρο μετά την έξοδο από το ευρώ θα είναι η απαγόρευση φυγάδευσης
κεφαλαίων, άρα έρχεσαι σε σύγκρουση με μία από τις βασικές αρχές του
Μάαστριχτ, θεμελιωδών νόμων πλέον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, την
ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Αλλά και παραπέρα, μπορούν να επιβληθούν
μέτρα υπέρ των εργαζομένων και του λαού, για να λειτουργήσουν τα
ναυπηγεία, για παράδειγμα, για να αναζωογονηθεί ο αγροτικός τομέας, ή
πολύ περισσότερο ενάντια στις αλλεπάλληλες αντι-ασφαλιστικές
μεταρρυθμίσεις χωρίς κατάργηση των ντιρεκτίβων της ΕΕ, άρα συνολική
σύγκρουση και έξοδο από την ΕΕ;
-
Η διπλή έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ είναι η αφετηρία, λύνει τα χέρια
για την επιβολή μεγάλων τομών, προς όφελος των εργαζομένων και των
ανέργων και σε βάρος του κεφαλαίου, της αστικής τάξης και του πλούτου.
Εμείς μιλάμε για αντικαπιταλιστικά μέτρα. Μπορεί κανείς να το πει όπως
θέλει, αλλά η ουσία δεν αλλάζει. Εντός της καπιταλιστικής κρίσης, με
τόσο μεγάλη κοινωνική καταστροφή, με τις στρατιές των ανέργων, με
κλεισμένες βιομηχανίες και παραγωγικές μονάδες σε απαξίωση, με τέτοια
ταπείνωση των μισθών και σπρώξιμο του κόσμου της εργασίας στα όρια ή και
εντός της εξαθλίωσης, δεν μπορεί κανείς να πιστεύει ότι ο λαός θα
κερδίσει την μάχη της επιβίωσης και της αξιοπρεπούς διαβίωσης, χωρίς να
χάσει με βίαιο τρόπο κέρδη, πλούτο, ιδιοκτησία και εξουσία το κεφάλαιο,
ντόπιο και ξένο. Πως θα βρουν δουλειά οι άνεργοι (που ακόμα και με πολύ
μεγάλη καπιταλιστική ανάπτυξη 5% το χρόνο απαιτούνται πάνω από 10 χρόνια
για να απορροφηθούν) εάν δεν επιτάξουμε συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής,
για να τεθούν σε λειτουργία για δημόσιους –κοινωνικούς σκοπούς και υπό
εργατικό έλεγχο; Που θα βρεθούν οι πόροι για μαζικές αναγκαίες
προσλήψεις στο δημόσιο ή για να μπορούν όλοι οι άνεργοι να παίρνουν ένα
αξιοπρεπές επίδομα ανεργίας για όσο χρόνο είναι εκτός εργασίας;
Ποιος και πως θα τα επιβάλλει αυτά; Μια κυβέρνηση; Στηριγμένη
στον καλπονοθευτικό εκλογικό νόμο, σε συμμαχία με τον Καμμένο ή με
ρετάλια της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ; Που θα πάει γραβατωμένη στον Παπούλια
να πάρει την εντολή; Με συγχαρητήρια τηλεγραφήματα από Σόιμπλε και
Ομπάμα; Μέσα στην ΕΕ, με όλο το σύστημα του κεφαλαίου στη θέση του, και
το σύστημα καταστολής (όπως είδαμε και στις Σκουριές) να έχει
αναβαθμιστεί τρομερά; ‘Η ακόμα και στην πιο τίμια εκδοχή της, μια
κυβέρνηση «πραγματικά αριστερή», με ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ,ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως προτείνει
το Αριστερό Ρεύμα;
Εμείς έχουμε διαφορετική προσέγγιση.
Εάν μιλάμε για εξουσία, τότε πρέπει να μιλήσουμε για ολόκληρη την
εξουσία, της οποίας η κυβέρνηση είναι μόνο ένα μέρος. Πρέπει να ανοίξει η
συζήτηση για την εργατική εξουσία, για την εργατική δημοκρατία, η οποία
κατακτείται μόνο με επαναστατικό τρόπο.
Αλλά
σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση σήμερα για αριστερή κυβέρνηση και τις
διάφορες παραλλαγές της, νομίζω ότι αντιστρέφει τα πράγματα, βάζει το
κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω. Γιατί το δικό μας κεφάλι είναι το μαζικό
κίνημα, το πολιτικά επικίνδυνο και ταξικά ανασυγκροτημένο μαζικό κίνημα
των εργαζομένων, της νεολαίας, του λαού, είναι ο οργανωμένος λαός. Αυτός
σε κάθε περίπτωση θα επιβάλλει την ανατροπή.
Ο
κοινοβουλευτικός δρόμος, αυτός που αναζητά εκλογικούς συσχετισμούς για
να πετύχει μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αποκοιμίζει το μαζικό κίνημα.
Κι αυτό το βλέπουμε έκδηλα σήμερα. Με αυτή τη λογική, δεν θα έρθει ούτε
καν αυτή η εκλογική νίκη που οραματίζεται ο κ. Τσίπρας.
Μια
Αριστερά της ανατροπής πρέπει να βαδίσει έναν άλλον δρόμο, στηριγμένο
στον εξωκοινοβουλευτικό αγώνα του μαζικού κινήματος και στη συγκρότηση
ανεξάρτητων και ανταγωνιστικών προς το κράτος (αλλά και μη ελεγχόμενα
από τα κόμματα)όργανα του εργατικού κινήματος. Συχνά, παρανοείται αυτός ο
δρόμος ως δρόμος κινηματικός ή αντιπολιτικός. Ίσως τότε να θεωρήσουμε
το σύνθημα «όλη η εξουσία στα σοβιέτ», ένα από τα πιο εύστοχα πολιτικά
συνθήματα, ως …κινηματίστικο. Βεβαίως, η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται,
ούτε έχει νόημα να ψάχνει κανείς για μηχανιστικές μεταφορές. Η λογική
μετράει και ο τρόπος σκέψης.
Μια
Αριστερά λοιπόν που δεν είναι κολλημένη με την κυβέρνηση, αλλά την
ενδιαφέρει να περάσει όλη η εξουσία και ο πλούτος στον εργαζόμενο λαό,
θα πρέπει σήμερα να απαντήσει στο πιο επείγον ερώτημα: Ποιος θα ανατρέψει την άθλια κανιβαλική πολιτική;
Ποιος και πως θα ανατρέψει τη σύγχρονη χούντα κεφαλαίου – ΕΕ – ΔΝΤ;
Ποιος και πως θα ρίξει την τρικομματική κυβέρνηση, που μας έχει
θρονιαστεί για τα καλά; Εάν δεν απαντηθεί το κλασσικό ερώτημα
«ποιος θα κρεμάσει την κουδούνα στου γάτου την ουρά», όλες οι συζητήσεις
για κυβερνήσεις και εξουσία κινδυνεύουν να μείνουν όνειρα θερινής
νυκτός.
Τι
θα μπορούσε να σημαίνει σήμερα αυτό; Οι δυνάμεις της μαχόμενης
Αριστεράς, όχι οι κυβερνητικές και διαχειριστικές, θα έπρεπε να ρίξουν
άμεσα όλο τους το βάρος σε μια ενωτική παρέμβαση εκτός βουλής,
μέσα στο μαζικό κίνημα και για την ενδυνάμωση της πάλης του λαού και
των οργάνων του. Μακριά από τα σόου των προανακριτικών, να στραφούν στα
πρωτοβάθμια σωματεία, στους συντονισμούς τους και στον μόνιμο συντονισμό
ιδιωτικού –δημόσιου τομέα, όχι σαν αντίβαρο στην ΓΣΕΕ, αλλά σαν το
βασικό εργαλείο για την αναζωογόνηση του εργατικού κινήματος. Σε
ενωτικές επιτροπές αγώνα παντού. Σε λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές.
Σε
ένα πυκνό δίκτυο μαζικών οργάνων και οργανώσεων του λαού, όχι απλά για
τη διαμαρτυρία, αλλά για την επιβολή της λαϊκής θέλησης, όπως για
παράδειγμα με τα χαράτσια. Με μια πιθανή συνάντηση όλων αυτών σε ένα
πανελλαδικό συμβούλιο των αγωνιζόμενων οργανώσεων του λαού, μια «Βουλή των κάτω»,
που θα κηρύξει έναν κοινωνικό και πολιτικό ανένδοτο (μια άλλη ιδέα που
έχει γράψει ο Πέτρος) μέχρι την ανατροπή της σύγχρονης χούντας.
Σε μια τέτοια στροφή μπορεί και πρέπει να μελετηθεί και αξιοποιηθεί η εμπειρία του ενιαίου
εργατικού μετώπου πάλης της Τρίτης Διεθνούς, που σταθερά εισηγείται ο
Π.Π. Έχοντας βέβαια επίγνωση για την διαφορετικότητα των εποχών (άλλη η
δεκαετία του ΄20 και άλλες οι πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα) και των
συσχετισμών.
Σήμερα
δυστυχώς μας λείπουν τα επαναστατικά κομμουνιστικά κόμματα-πυρήνες κάθε
μετώπου ιστορικά. Ούτε έχουμε παράλληλα εργατικά μη-επαναστατικά
κόμματα, των οποίων οι μάζες να ταλαντεύονται από τη μια στη υπόκλιση
στον αστικό κοινοβουλευτισμό, αλλά να ελκύονται από την άλλη από μια
νικηφόρα εργατική επανάσταση στη Ρωσία. Έχει σημασία αυτή η επισήμανση.
Πριν συζητήσουμε για μέτωπο, συνεργασία ή οτιδήποτε άλλο με κάποια
πολιτική δύναμη, πρέπει πρώτα να υπάρχει σαφής εκτίμηση για τον
χαρακτήρα της, τα κεντρικά ταξικά πολιτικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά
της όπως αυτά απορρέουν από το πρόγραμμα, την ταξική αντιπροσώπευση, την
πολιτική πράξη. Με αυτή την έννοια, στο διάλογό μας πρέπει να ξεχωρίσει
-ή μάλλον να μην ταυτιστεί- η θεωρητική ιστορική συζήτηση για το ενιαίο
μέτωπο και την εργατική κυβέρνηση, που τίθεται από ρεύματα που
αναζητούν επαναστατική διέξοδο, με την πολιτική στρατηγική της στήριξης
μιας κυβέρνησης διαχείρισης ΣΥΡΙΖΑ και άλλων δυνάμεων, εντός της ΕΕ και
του καπιταλιστικού πλαισίου, αλά Κύπρος.
Πρέπει παράλληλα να μελετήσουμε και
τον εκφυλισμό της λογικής του ενιαίου μετώπου στα λαϊκά μέτωπα και τις
αντίστοιχες κυβερνήσεις, που έφεραν την ενσωμάτωση και την ήττα.
Εμείς πιστεύουμε ότι κρίσιμες πλευρές της λογικής του ενιαίου μετώπου αξιοποιούνται στην πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για το αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής,
πρόταση που απευθύνουμε πολιτικά για κοινή δράση μέσα στο μαζικό κίνημα
στις μαχόμενες δυνάμεις και όχι όλο τον ΣΥΡΙΖΑ,στο ΚΚΕ, στην εκτός των
τειχών Αριστερά και βεβαίως στις πρωτοπορίες που αναδεικνύονται μέσα
στους αγώνες.
Ο
πολιτικός χαρακτήρας του αναγκαίου μετώπου βέβαια ορίζεται από τις
αντιθέσεις της εποχής μας και τον χαρακτήρα της επίθεσης που δεχόμαστε,
γι αυτό είναι αντικαπιταλιστικός. Γι αυτό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί για μια
ισχυρή μετωπική αντικαπιταλιστική Αριστερά και για την επιτακτικά
αναγκαία μετωπική συμπόρευση όλων των αντικαπιταλιστικών, αντιΕΕ και
αντιιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Αριστεράς στη βάση του αναγκαίου
προγράμματος.
*Ομιλία στην εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Πέτρου Παπακωνσταντίνου «Η μεγάλη πρόκληση» στο Αιγάλεω στις 10/4/2013