Μετά
την πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή, τα
πανεπιστήμια βιώνουν και πάλι μια σειρά
από «...πράξεις
βαρβαρότητας και τυφλής βίας», όπως
ακόμα και η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου
Παιδείας διατείνεται (βλ. [1, 6]).
Οι
πράξεις αυτές ξεκίνησαν από την -για
πολλοστή φορά- κατάληψη (συνοδευόμενη
από σοβαρές καταστροφές) του κτιρίου
της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Αθηνών από ομάδα αυτοαποκαλούμενων
‘αναρχικών’ με αίτημα, μεταξύ άλλων,
την απελευθέρωση ατόμων καταδικασμένων
για τρομοκρατικές ενέργειες. Στη συνέχεια
είχαμε την επανάληψη της πολιορκίας
της Συγκλήτου του ΑΠΘ από φοιτητές
διαμαρτυρομένους γιατί ο πρύτανης,
καθηγητής Περικλής Μήτκας, αλλά και η
Σύγκλητος του Ιδρύματος επιμένουν –παρά
τις «υποδείξεις»- να συνεδριάζουν κατά
νόμιμο τρόπο (βλ.
[1,2]). Η
ιστορία συνεχίζεται στους χώρους του
ΕΜΠ στην Πατησίων, που λόγω της ανύπαρκτης
εσωτερικής ή εξωτερικής φύλαξης αποτελούν
καθημερινά πλέον το καταφύγιο (και το
προπύργιο;) όλων αυτών των ομάδων
αναρχικών και λοιπών ακραίων στοιχείων
που συχνά-πυκνά τις τελευταίες βδομάδες
αναστατώνουν το κέντρο της Αθήνας.
Τελευταίο αλλά χαρακτηριστικό, η
Πρυτανεία του ΕΚΠΑ αισίως βρίσκεται
στη δεύτερη εβδομάδα κατάληψης από
εξωπανεπιστημιακά
στοιχεία(!), όπως
ευθαρσώς δηλώνεται από τους αρμόδιους,
κανείς όμως απ΄ αυτούς δεν αισθάνεται
υπεύθυνος να πράξει τα προφανή και
δέοντα. Αυτό δηλαδή που θα έκανε αν
βρισκόταν υπό κατάληψη για ελάχιστες
ώρες οποιοσδήποτε άλλος χώρος εντός
της ελληνικής επικράτειας όπως, μια
οικία, μια επιχείρηση, το Μέγαρο Μαξίμου
ή το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης! Το
πανεπιστημιακό σύστημα απαιτεί –και
το δικαιούται απόλυτα- να μην είναι ο
παρίας της ελληνικής Πολιτείας! Τόσο
απλά!
Απέναντι
σε αυτά τα γεγονότα, η στάση των αρμόδιων
υπουργείων είναι είτε (στην καλύτερη
περίπτωση) αυτή της πλήρους σιωπής ή
συνηθέστερα, αυτή της αποποίησης ή
μετάθεσης ευθυνών σε τρίτους, συνήθως
αναρμόδιους. ".... Η αστυνομία δεν είναι
αρμόδια να λύνει τα κοινωνικά και
πολιτικά προβλήματα, ούτε τα ακαδημαϊκά
προβλήματα της χώρας", δήλωσε ο –παγίως
αντιπολιτευόμενος κυβερνών- Αναπληρωτής
υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας
του Πολίτη συνάδελφος Γιάννης Πανούσης
και συμπλήρωσε «... Αν
θέλει το Πανεπιστήμιο να έχει πανεπιστημιακή
αστυνομία ή περιφρούρηση ή οτιδήποτε
άλλο, ας το κάνει ...» (βλ. [3]). Άραγε
θυμάται τις απόψεις που εξέφραζε ο
συνάδελφος Πανούσης επί των θεμάτων
αυτών όταν ήταν Πρύτανης του ΔΠΘ (και,
ταυτόχρονα(!), Γενικός Γραμματέας Απόδημου
Ελληνισμού);
Παράλληλα,
ο Υπουργός Πολιτισμού, Παιδείας και
Θρησκευμάτων, αφυπηρετήσας συνάδελφος
ομότιμος καθηγητής Αριστείδης Μπαλτάς,
εξαγγέλλει την πρόθεση της κυβέρνησης
να επαναφέρει «…την προστασία του
Πανεπιστημιακού ασύλου σε νέες συνθήκες
που ωριμάζουν σιγά-σιγά» [7]. Βεβαίως,
καμιά έκπληξη δεν προκαλεί η δήλωση
αυτή του κ. Υπουργού, ο οποίος είναι
προφανώς αποφασισμένος να επαναφέρει
ολικώς τα Πανεπιστήμια στον Μάη του
1968, εποχή από την οποία προφανώςεκείνος
δεν μπόρεσε ποτέ να απομακρυνθεί. Όλος
ο υπόλοιπος κόσμος έχει, φυσικά, προχωρήσει
από τότε, αφήνοντας πίσω -μάλλον μόνους-
τον συνάδελφο Μπαλτά και τους –ευτυχώς
ολίγιστους- ομοϊδεάτες του. Απαίτηση
της Πανεπιστημιακή κοινότητας στο
σύνολο της είναι τα ιδρύματα να
απολαμβάνουν τουλάχιστον τις θεσμικές
εγγυήσεις και την ποιότητα δημοκρατίας
και προστασίας μελών και λειτουργιών,
του είδους και των διαστάσεων που και
η λοιπή κοινωνία έχει κατακτήσει, είναι
αλήθεια με αγώνες, πολλούς αγώνες αλλά
και με αίμα!
Η
Εκτελεστική Γραμματεία της ΚΙΠΑΝ
νοιώθει την ανάγκη, ως ένα ελάχιστο
δείγμα πολιτικής συνέπειας και ακαδημαϊκής
ευθύνης,
- Να καταδικάσει την επαναλαμβανόμενη εισβολή εξωπανεπιστημιακών παραγόντων στα Πανεπιστήμια, καθώς και την καλλιέργεια, από ορισμένους κύκλους, προσδοκιών ότι η ισχύουσα νομιμότητα θα καταργηθεί για να επανέλθει –με τη βοήθεια του γνωστού (ανάδελφου παγκοσμίως) καταστροφικού παλαιότερου θεσμικού πλαισίου και του πολιτισμού του- η κυριαρχία της ανομίας, της διαπλοκής, της αδιαφάνειας και της συναλλαγής που κυριαρχούσε για πολλές δεκαετίες μέχρι το πρόσφατο παρελθόν.
- Να διευκρινίσει ότι οι σημερινές «καταλήψεις» -στην ουσία κλείδωμα κτιρίων από κάποιες δεκάδες φοιτητών και μη- με καθεστώς δημοκρατίας μέσα και έξω από τα Πανεπιστήμια, αποτελούν ένα ιδιότυπο «lock out», όπου μια ισχνότατη μειοψηφία παρεμποδίζει με αντιδημοκρατικά μέσα και περισσό νταηλίκι (bullying)- όλους τους υπόλοιπους (το σύνολο των καθηγητών και των διοικητικών υπαλλήλων, αλλά και τη συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών) να κάνουν τη δουλειά τους.
Τέτοιες
ενέργειες είναι συνταγματικά, πολιτικά,
ακαδημαϊκά αλλά και ηθικά μη αποδεκτές.
Συνιστούν
ένα φαινόμενο «καθολικού
bullying»!
Βέβαια τον
τελευταίο καιρό βλέπουμε τους «λύκους»
που σε μεγάλο βαθμό έχουν εμπνεύσει
-ενίοτε και καθοδηγήσει- αυτές τις
έκνομες δραστηριότητες στα πανεπιστήμια,
ενδυόμενοι «δέρας αμνών» να καταφέρονται
χωρίς αιδώ κατά νταήδων και τραμπούκων,
αλλά στον χώρο της μεταλυκειακής μη
πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, δηλώνοντας
μάλιστα με περισσό θράσος ότι με τη
στάση τους στο Πανεπιστήμιο αντιστέκονται
σε αυτή τη λογική και παλεύουν ενάντια
στον εκφασισμό της κοινωνίας (!)(βλ. [8])
Για
να πάψουν λοιπόν να υφίστανται «... τη
συστηματική κατασυκοφάντηση και
δυσφήμιση, τα ελληνικά πανεπιστημιακά
και ερευνητικά ιδρύματα ...», όπως τόνισε
ο κύριος Πρωθυπουργός(!) στην προ ημερών
ομιλία του στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου
Αθηνών (βλ. [4]), η
Εκτελεστική Γραμματεία της ΚΙΠΑΝ
- Καλεί τα πολιτικά κόμματα –πρώτα και κύρια τον ΣΥΡΙΖΑ και (κυρίως) τις συνιστώσες του- να αφήσουν τα Πανεπιστήμια να λειτουργήσουν ανεπηρέαστα και να μην τα χρησιμοποιούν –ειδικά σε μια περίοδο πολύπλευρης κρίσης- για να «περάσουν» τις θέσεις τους στη νεολαία και να «εκπέμψουν» το όποιο πολιτικό τους μήνυμα. Επιτέλους ας σεβαστούν το μόχθο χιλιάδων φτωχών και πολύ φτωχών οικογενειών, που αγωνίζονται να στηρίξουν στοιχειωδώς στις σπουδές των παιδιών τους.
- Καλεί τις Διοικήσεις όλων των οργάνων των Ιδρυμάτων με τη δράση τους και με τη χρήση κάθε νόμιμου μέσου να προασπίσουν την ακαδημαϊκή αποστολή των πανεπιστημίων, δηλαδή την παροχή υψηλού επιπέδου εκπαίδευσης στους φοιτητές και τη διενέργεια διεθνώς ανταγωνιστικής έρευνας από τους καθηγητές και τους νέους ερευνητές. Δύο συνθήκες που είναι αναγκαίες –εκτός των άλλων- για την επίτευξη μιας σύγχρονης, ισχυρής και αυτόνομης οικονομικής και πολιτισμικής ανάπτυξης της χώρας.
- Καλεί την Πολιτεία να αναθεωρήσει την πολιτική της συνεχιζόμενης υποχρηματοδότησης της Ανώτατης Παιδείας και της Έρευνας, να επισπεύσει την προκήρυξη νέων θέσεων διδακτικού και διοικητικού προσωπικού και να φροντίσει για το μισθολόγιο των καθηγητών και των ερευνητών. Είναι καιρός πλέον να πάψει η Πολιτεία και το πολιτικό σύστημα γενικότερα να χρησιμοποιεί τα ΑΕΙ για την άσκηση λαϊκίστικης κοινωνικής πολιτικής με την άκριτη αύξηση των εισακτέων και την εν συνεχεία «αναδιανομή» τους μέσω του –παγκόσμιας πρωτοτυπίας- αντιακαδημαϊκού συστήματος των μετεγγραφών.
- Πάνω απ’ όλα όμως, καλεί όλα τα μέλη της Πανεπιστημιακής κοινότητας, καθηγητές και φοιτητές, να αναλάβουν τις ευθύνες τους: να υπερασπιστούν δηλαδή την ουσιαστική ακαδημαϊκή ελευθερία και να προστατεύσουν την εύρυθμη λειτουργία των δημοκρατικών, ανοιχτών και διεθνώς ανταγωνιστικών πανεπιστημίων που όλοι μας προσδοκούμε να υπηρετούμε.
- Τέλος, καλεί το Ελληνικό Κοινοβούλιο να θέσει στις προτεραιότητές του την ειδική ενασχόληση του με τα τεράστια και πολύμορφα προβλήματα, που για χρόνια βιώνει το πανεπιστημιακό μας σύστημα. Ίσως μια «προ ημερησίας διατάξεως» συζήτηση θα εξέπεμπε τους δικούς της συμβολισμούς και θα διαμόρφωνε τα δικά της συμπεράσματα. Μια κίνηση που θα μπορούσε να φέρει πιο κοντά τις πολιτικές δυνάμεις στη διαμόρφωση μιας διαχρονικής κοινής εθνικής Στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση και την Έρευνα.
Ε
Κ Τ Ε Λ Ε Σ Τ Ι Κ Η Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ε Ι Α της
Κ
Ι Ν Η Σ Η Σ Π Α Ν Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ι Α Κ Η Σ
Α Ν Α Β Α Θ Μ Ι Σ Η Σ