γράφει ο Παναγιώτης Νάνος*
…Ας ξεκινήσουμε το νοερό ταξίδι στο χώρο και το χρόνο κι ας φανταστούμε ότι από τέσσερις (4) περίπου δεκαετίες και πιο πριν, στο μέρος όπου τώρα απλώνονται τα ήρεμα νερά της Λίμνης, οι άνθρωποι της περιοχής μάζευαν από τα εύφορα χωράφια την σοδειά τους στον «Με’α κάμπο», όπως ονόμαζαν το οροπέδιο της Νεβρόπολης. Από αυτόν τον «κάμπο» ξεκίναγε ο Ταυρωπός, ένας από τους παραπόταμους του Αχελώου, γνωστός και ως Μέγδοβας στην σλαβική ονομασία του. Το χειμώνα τα νερά που έπεφταν από ρέματα και χειμάρρους ενίσχυαν την ορμή του ποταμού, αλλά και τη μικρή φυσική λίμνη που υπήρχε στα Νότια της περιοχής, περίπου εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η νησίδα Μορφοβουνίου, και που οι ντόπιοι την ονόμαζαν «γούρνα Βαβά».
Ως έργο φέρει τη σφραγίδα του Νικολάου Πλαστήρα, ο οποίος από την στιγμή της σύλληψης της ιδέας μέχρι το θάνατό του, υποστήριζε με φανατισμό το έργο. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι αν δεν υπήρχε ο Πλαστήρας, είναι αμφίβολο αν θα γινόταν η λίμνη δεδομένου ότι στη χώρα μας γνωρίζουμε καλά που καταλήγουν πολλές ωραίες ιδέες. Πόσο μάλλον αν αναλογιστούμε ότι η ιδέα κατατέθηκε στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, όπου οι αντιλήψεις και οι τεχνικές δυνατότητες της προπολεμικής Ελλάδας ήταν, εκ των πραγμάτων, περιορισμένες.
Σύμφωνα με τον Απόστολο Κουτσοκώστα (1), πρύτανη αργότερα του Ε.Μ.Π. Πολυτεχνείου, το καλοκαίρι του 1925 ο ασθενής Πλαστήρας παραθέριζε στο μοναστήρι της Κορώνας και καθημερινά έκανε διάφορους περιπάτους στη Νεβρόπολη. Τότε συνέλαβε την ιδέα ίδρυσης ενός παραθεριστικού οικισμού στη θέση «Αλώνια» της Πεζούλας, και την κατασκευή φράγματος στη θέση «Κακαβάκια» για τη δημιουργία τεχνητής λίμνης, με ενεργειακό και αρδευτικό χαρακτήρα. Βέβαια, το πότε ακριβώς συνέλαβε την ιδέα είναι θέμα προς διερεύνηση, αφού όπως μας θύμισε ο φιλόλογος κ. Δ. Καραγιαννάκης, ο Ι. Ζίγδης έλεγε πως ο Πλαστήρας συνέλαβε την ιδέα την περίοδο που ήταν στο Σχολείο Υπαξιωματικών (1910 –1912), αλλά απλά δεν την γνωστοποίησε. Πιθανά να είναι και έτσι, αν λάβουμε υπόψη τις πρώτες δυσκολίες που υπήρχαν στον ηλεκτροφωτισμό της πόλης Καρδίτσας, το 1910.
Το βέβαιο είναι ότι το Πάσχα του 1927 ο Άξιος της Πατρίδος, οργάνωσε την πρώτη επίσκεψη ειδικών στο μέρος όπου σήμερα είναι το Φράγμα. Τους επιστήμονες έφερε και φιλοξένησε στην Καρδίτσα ειδικά για το σκοπό αυτό. Οι εκτιμήσεις όλων ήταν θετικές και ενθάρρυναν τον εμπνευστή να προωθήσει την ιδέα. Έκτοτε ο Πλαστήρας και μέχρι το θάνατό του, υποστήριζε με φανατισμό το έργο, προβάλλοντας την πολλαπλή εθνική ωφέλεια. Σημειωτέον, ότι τις απόψεις του δεν συμμερίζονταν οι κάτοικοι της περιοχής, οι οποίοι διέβλεπαν τον κίνδυνο να χάσουν τα μοναδικά εύφορα κτήματά τους, γεγονός που έκαμε τον Πλαστήρα ως ένα βαθμό αντιπαθή στα μάτια τους.
Το καλοκαίρι του επόμενου έτους, 1928, πραγματοποιήθηκε και δεύτερη επίσκεψη για το ίδιο θέμα, με επικεφαλής τον ειδικό επιστήμονα για τα υδραυλικά έργα Γεννουδιά, ο οποίος εκφράστηκε με ενθουσιασμό για την ιδέα. Χάρη στο ενδιαφέρον του Πλαστήρα από τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας έγιναν προκαταρκτικές έρευνες, κυρίως γεωλογικού ενδιαφέροντος.
Ως έργο φέρει τη σφραγίδα του Νικολάου Πλαστήρα, ο οποίος από την στιγμή της σύλληψης της ιδέας μέχρι το θάνατό του, υποστήριζε με φανατισμό το έργο. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι αν δεν υπήρχε ο Πλαστήρας, είναι αμφίβολο αν θα γινόταν η λίμνη δεδομένου ότι στη χώρα μας γνωρίζουμε καλά που καταλήγουν πολλές ωραίες ιδέες. Πόσο μάλλον αν αναλογιστούμε ότι η ιδέα κατατέθηκε στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, όπου οι αντιλήψεις και οι τεχνικές δυνατότητες της προπολεμικής Ελλάδας ήταν, εκ των πραγμάτων, περιορισμένες.
Σύμφωνα με τον Απόστολο Κουτσοκώστα (1), πρύτανη αργότερα του Ε.Μ.Π. Πολυτεχνείου, το καλοκαίρι του 1925 ο ασθενής Πλαστήρας παραθέριζε στο μοναστήρι της Κορώνας και καθημερινά έκανε διάφορους περιπάτους στη Νεβρόπολη. Τότε συνέλαβε την ιδέα ίδρυσης ενός παραθεριστικού οικισμού στη θέση «Αλώνια» της Πεζούλας, και την κατασκευή φράγματος στη θέση «Κακαβάκια» για τη δημιουργία τεχνητής λίμνης, με ενεργειακό και αρδευτικό χαρακτήρα. Βέβαια, το πότε ακριβώς συνέλαβε την ιδέα είναι θέμα προς διερεύνηση, αφού όπως μας θύμισε ο φιλόλογος κ. Δ. Καραγιαννάκης, ο Ι. Ζίγδης έλεγε πως ο Πλαστήρας συνέλαβε την ιδέα την περίοδο που ήταν στο Σχολείο Υπαξιωματικών (1910 –1912), αλλά απλά δεν την γνωστοποίησε. Πιθανά να είναι και έτσι, αν λάβουμε υπόψη τις πρώτες δυσκολίες που υπήρχαν στον ηλεκτροφωτισμό της πόλης Καρδίτσας, το 1910.
Το βέβαιο είναι ότι το Πάσχα του 1927 ο Άξιος της Πατρίδος, οργάνωσε την πρώτη επίσκεψη ειδικών στο μέρος όπου σήμερα είναι το Φράγμα. Τους επιστήμονες έφερε και φιλοξένησε στην Καρδίτσα ειδικά για το σκοπό αυτό. Οι εκτιμήσεις όλων ήταν θετικές και ενθάρρυναν τον εμπνευστή να προωθήσει την ιδέα. Έκτοτε ο Πλαστήρας και μέχρι το θάνατό του, υποστήριζε με φανατισμό το έργο, προβάλλοντας την πολλαπλή εθνική ωφέλεια. Σημειωτέον, ότι τις απόψεις του δεν συμμερίζονταν οι κάτοικοι της περιοχής, οι οποίοι διέβλεπαν τον κίνδυνο να χάσουν τα μοναδικά εύφορα κτήματά τους, γεγονός που έκαμε τον Πλαστήρα ως ένα βαθμό αντιπαθή στα μάτια τους.
Το καλοκαίρι του επόμενου έτους, 1928, πραγματοποιήθηκε και δεύτερη επίσκεψη για το ίδιο θέμα, με επικεφαλής τον ειδικό επιστήμονα για τα υδραυλικά έργα Γεννουδιά, ο οποίος εκφράστηκε με ενθουσιασμό για την ιδέα. Χάρη στο ενδιαφέρον του Πλαστήρα από τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας έγιναν προκαταρκτικές έρευνες, κυρίως γεωλογικού ενδιαφέροντος.
Το Μάιο του 1929 είδε το φως της δημοσιότητας η πρώτη μελέτη, η οποία ονομάστηκε έκθεση Senn. (Από το όνομα του Ελβετού Louis Senn, ειδικού επιστήμονα για τα υδραυλικά έργα, τον οποίο έφερε Κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου και έμεινε στην Ελλάδα για μια δεκαετία κάνοντας ανάλογες μελέτες). Σύμφωνα με αυτή προβλεπόταν τσιμεντένιο φράγμα ύψους 65 μ. στη θέση «Κακαβάκια», και άλλα τεχνικά στοιχεία μιας λίμνης που θα συγκέντρωνε 120 εκατ. κυβικά μέτρα νερού, για άρδευση 100.000 στρεμμάτων, ενώ το υδροηλεκτρικό εργοστάσιο τοποθετούνταν κάτω από το Λαμπερό. Το 1932, με εντολή του Υπουργείου Γεωργίας, ακολούθησε άλλη συμπληρωματική μελέτη του μηχανικού Συράκου, η οποία αφορούσε κυρίως τα αρδευτικά έργα.
Την τετραετία 1928 – 1932 – η μόνη περίοδος πολιτικής σταθερότητας με πρωθυπουργό τον Βενιζέλο – διαδέχθηκαν εποχές έντονης πολιτικής ρευστότητας και αναζωπύρωσης του Εθνικού Διχασμού, τα οποία ουσιαστικά ακύρωσαν οποιαδήποτε προοπτική κατασκευής του έργου. Τηλεγραφικά θυμίζουμε, την παραίτηση της Κυβέρνησης Βενιζέλου, τα αποτυχημένα κινήματα του ‘33 και του ’35 στα οποία πρωταγωνίστησε ο Πλαστήρας, την παλινόρθωση της μοναρχίας, τη δικτατορία Μεταξά του ‘36, τον πόλεμο του 1940 και, τέλος, την μαύρη Κατοχή.
Την τετραετία 1928 – 1932 – η μόνη περίοδος πολιτικής σταθερότητας με πρωθυπουργό τον Βενιζέλο – διαδέχθηκαν εποχές έντονης πολιτικής ρευστότητας και αναζωπύρωσης του Εθνικού Διχασμού, τα οποία ουσιαστικά ακύρωσαν οποιαδήποτε προοπτική κατασκευής του έργου. Τηλεγραφικά θυμίζουμε, την παραίτηση της Κυβέρνησης Βενιζέλου, τα αποτυχημένα κινήματα του ‘33 και του ’35 στα οποία πρωταγωνίστησε ο Πλαστήρας, την παλινόρθωση της μοναρχίας, τη δικτατορία Μεταξά του ‘36, τον πόλεμο του 1940 και, τέλος, την μαύρη Κατοχή.
Είναι γνωστό ότι η τριπλή Κατοχή έφερε πολλά δεινά στη Χώρα μας. Το ίδιο και σε τούτη την περιοχή, η οποία ταυτίσθηκε με την Εθνική Αντίσταση από την πρώτη στιγμή. Στο σημείο αυτό θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε σε μια άγνωστη σχετικά, μα λαμπρή σελίδας της Εθνικής Αντίστασης, η οποία σκεπάστηκε από τα νερά της Λίμνης. Φυσικά αναφερόμαστε στην δημιουργία και λειτουργία του αντάρτικου αεροδρομίου της Νεβρόπολης, το οποίο λειτούργησε το 1943 –44 και εξυπηρέτησε την επικοινωνία της Κυβέρνησης του Βουνού με τους συμμάχους και την Κυβέρνηση του Λιβάνου. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι ήταν ένα αεροδρόμιο – φάντασμα. Την ημέρα ο χωμάτινος διάδρομος προσγείωσης καλύπτονταν με μετακινούμενες (πάνω σε κάρα) θημωνιές χόρτου και με δέντρα που κόβονταν από τους αντάρτες πριν το ξημέρωμα και τοποθετούνταν σε επιλεγμένα σημεία. Έτσι τα γερμανικά αεροπλάνα που έψαχναν για να καταστρέψουν το αεροδρόμιο, δεν διέκριναν τίποτα από ψηλά. Το βράδυ όμως και μόνο όταν ήταν να προσγειωθεί αεροπλάνο, ο διάδρομος αποκαλύπτονταν. Οι αντάρτες έμπαιναν στη σειρά κρατώντας φαναράκια στα χέρια τα οποία άναβαν όταν ακούγονταν ο θόρυβος της μηχανής του αεροπλάνου που περίμεναν. Έτσι σχημάτιζαν τις δύο φωτεινές γραμμές για να διευκολύνουν την προσγείωση.
Τη λειτουργία αυτού του αεροδρομίου όπως και την συμμετοχή τους στην Αντίσταση, πλήρωσαν ακριβά οι κάτοικοι της περιοχής. Τον Ιούνιο του 1943 οι Ιταλοί στα πλαίσια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στη Νεβρόπολη, έκαψαν τα χωριά Μορφοβούνι και Μεσενικόλα και τους λιγοστούς κατοίκους που βρήκαν, άλλους εκτέλεσαν και άλλους πήραν αιχμαλώτους. (Βέβαια οι κάτοικοι φρόντισαν λίγο νωρίτερα να εγκαταλείψουν τα χωριά, και έτσι οι απώλειες ήταν περιορισμένες). Στα τέλη Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου του ίδιου έτους η περιοχή γνώρισε και πάλι την καταστροφή, από τους Γερμανούς αυτή τη φορά, που έφθασαν στα βουνά πάνω απ’ το Νεοχώρι.
Με τη λήξη Γερμανικής Κατοχής και στα πλαίσια της ανασυγκρότησης της χώρας, τέθηκε ως αίτημα και η κατασκευή του Υδροηλεκτρικού Έργου του Μέγδοβα, χωρίς όμως κάποιο αποτέλεσμα. Τελικά, επί Κυβερνήσεως Πλαστήρα, συμπεριλήφθηκε στο τεχνικό πρόγραμμα του 1951, και στις 3 Μαρτίου 1952 ανατέθηκε η μελέτη στην εταιρεία KNAPPEN TIPPETTS ABBETT ENGINEERING co.
Τoν Οκτώβριο του 1952 δημοσιεύεται η μελέτη του έργου «ποταμού Μέγδοβα», η οποία διαφέρει σε σχέση με τις μελέτες Senn και Συράκου. Μία από τις διαφορές είναι ότι προτείνει χωμάτινο φράγμα κάτω απ’ το Νεοχώρι και όχι τσιμεντένιο στα Κακαβάκια. Το όλο έργο εκτιμάται από τη μελέτη ότι θα ανέλθει στα 11,4 εκατ. δολάρια και με σειρά επιχειρημάτων αποδεικνύει ότι η κατασκευή του είναι οικονομικότερη έναντι άλλων λύσεων που προτείνονται για το Λούρο, τα Κρεμαστά, κλπ.
Μπορεί ο Πλαστήρας να έχασε τις εκλογές (16/11/1952) από τον Παπάγο, αλλά το έργο έμεινε στο προσκήνιο λόγω των σημαντικών επιχειρημάτων και των στοιχείων της μελέτης KNAPPEN. Με πρόταση του Γενικού Δ/ντή της ΔΕΗ, καθηγητή του ΕΜΠ ειδικού σε θέματα ενέργειας, Γ. Πεζόπουλου, η ΔΕΗ υιοθέτησε το έργο, όπως και η Κυβέρνηση Παπάγου, η οποία το έθεσε ανάμεσα στα έργα εξηλεκτρισμού με προτεραιότητα. Ο Υπουργός Συντονισμού Μαρκεζίνης, γνωρίζοντας το πάθος του Πλαστήρα για το έργο, τηλεφώνησε ο ίδιος στο Μαύρο Καβαλάρη και αφού τον συνεχάρη, τον διαβεβαίωσε ρητά ότι το έργο του Μέγδοβα, είναι από τα πρώτα που θα υλοποιήσει η Κυβέρνηση Παπάγου. Ο Πλαστήρας πήρε χαρά μικρού παιδιού, αφού έβλεπε λίγο πριν το θάνατό του να πραγματοποιείται το όνειρό του.
Τη λειτουργία αυτού του αεροδρομίου όπως και την συμμετοχή τους στην Αντίσταση, πλήρωσαν ακριβά οι κάτοικοι της περιοχής. Τον Ιούνιο του 1943 οι Ιταλοί στα πλαίσια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στη Νεβρόπολη, έκαψαν τα χωριά Μορφοβούνι και Μεσενικόλα και τους λιγοστούς κατοίκους που βρήκαν, άλλους εκτέλεσαν και άλλους πήραν αιχμαλώτους. (Βέβαια οι κάτοικοι φρόντισαν λίγο νωρίτερα να εγκαταλείψουν τα χωριά, και έτσι οι απώλειες ήταν περιορισμένες). Στα τέλη Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου του ίδιου έτους η περιοχή γνώρισε και πάλι την καταστροφή, από τους Γερμανούς αυτή τη φορά, που έφθασαν στα βουνά πάνω απ’ το Νεοχώρι.
Με τη λήξη Γερμανικής Κατοχής και στα πλαίσια της ανασυγκρότησης της χώρας, τέθηκε ως αίτημα και η κατασκευή του Υδροηλεκτρικού Έργου του Μέγδοβα, χωρίς όμως κάποιο αποτέλεσμα. Τελικά, επί Κυβερνήσεως Πλαστήρα, συμπεριλήφθηκε στο τεχνικό πρόγραμμα του 1951, και στις 3 Μαρτίου 1952 ανατέθηκε η μελέτη στην εταιρεία KNAPPEN TIPPETTS ABBETT ENGINEERING co.
Τoν Οκτώβριο του 1952 δημοσιεύεται η μελέτη του έργου «ποταμού Μέγδοβα», η οποία διαφέρει σε σχέση με τις μελέτες Senn και Συράκου. Μία από τις διαφορές είναι ότι προτείνει χωμάτινο φράγμα κάτω απ’ το Νεοχώρι και όχι τσιμεντένιο στα Κακαβάκια. Το όλο έργο εκτιμάται από τη μελέτη ότι θα ανέλθει στα 11,4 εκατ. δολάρια και με σειρά επιχειρημάτων αποδεικνύει ότι η κατασκευή του είναι οικονομικότερη έναντι άλλων λύσεων που προτείνονται για το Λούρο, τα Κρεμαστά, κλπ.
Μπορεί ο Πλαστήρας να έχασε τις εκλογές (16/11/1952) από τον Παπάγο, αλλά το έργο έμεινε στο προσκήνιο λόγω των σημαντικών επιχειρημάτων και των στοιχείων της μελέτης KNAPPEN. Με πρόταση του Γενικού Δ/ντή της ΔΕΗ, καθηγητή του ΕΜΠ ειδικού σε θέματα ενέργειας, Γ. Πεζόπουλου, η ΔΕΗ υιοθέτησε το έργο, όπως και η Κυβέρνηση Παπάγου, η οποία το έθεσε ανάμεσα στα έργα εξηλεκτρισμού με προτεραιότητα. Ο Υπουργός Συντονισμού Μαρκεζίνης, γνωρίζοντας το πάθος του Πλαστήρα για το έργο, τηλεφώνησε ο ίδιος στο Μαύρο Καβαλάρη και αφού τον συνεχάρη, τον διαβεβαίωσε ρητά ότι το έργο του Μέγδοβα, είναι από τα πρώτα που θα υλοποιήσει η Κυβέρνηση Παπάγου. Ο Πλαστήρας πήρε χαρά μικρού παιδιού, αφού έβλεπε λίγο πριν το θάνατό του να πραγματοποιείται το όνειρό του.
Ο Μαρκεζίνης εξασφάλισε γαλλικά κεφάλαια ύψους 25 εκατ. δολαρίων και αργότερα άλλων 100 εκατ. Το Νοέμβριο του 1953 το Υπουργείο Συντονισμού προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό για την ανάδειξη της κατασκευάστριας εταιρίας. Μειοδότρια εταιρεία αναδείχθηκε μία αμερικανική, αλλά λόγω δυσχερειών στη σύνταξη των οικονομικών όρων, το έργο έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις ανατέθηκε στην εταιρεία OMNIUM LYONNAIS – COTECI co, στις 5/5/1955. Η ανάδοχος Εταιρεία και η ΔΕΗ (η οποία στο μεταξύ συνέστησε ειδικό Τμήμα για το έργο) με τεχνικό σύμβουλο την αμερικάνικη ΕΒΑSCO, προχώρησαν στην επανεξέταση της μελέτης, με τη βοήθεια ενός από τους ειδικότερους επιστήμονες της εποχής για τα φράγματα, τον καθηγητή του Πολυτεχνείου της Λωζάνης STUCKI. Με τη νέα τροποποίηση υιοθετήθηκε η αρχική πρόταση (και ιδέα του Πλαστήρα) για κατασκευή τσιμεντένιου φράγματος στα Κακαβάκια. Βέβαια, υπήρξαν και αρκετές αλλαγές στα τεχνικά στοιχεία, ανάμεσα στις οποίες ήταν το ύψος του φράγματος που έγινε ψηλότερο, συνολικό ύψος 83,5 μέτρα ψηλό και μήκος 220 μέτρα στη στέψη, καθώς και η κατασκευή του υδροηλεκτρικού εργοστασίου στο Μοσχάτο.
Με βάση αυτή τη μελέτη προχώρησε το έργο, στο οποίο απασχολήθηκαν εκατοντάδες εργάτες από τα χωριά της περιοχής. Έτσι δημιουργήθηκε μια λίμνη μήκους 14 περίπου χιλιομέτρων και πλάτους 4 χλμ, με επιφάνεια 24.000 στρεμμάτων τα οποία μπορούν να συγκεντρώσουν 365 εκατ. κυβ. μέτρα νερού και στη μέγιστη χωρητικότητα τα 400 εκ.κυβ. μέτρα. Τα τελευταία χρόνια όπως είναι πασίγνωστο, τα όποια αποθέματα της λίμνης αποτελούν αντικείμενο διεκδίκησης από τη γειτονική Λάρισα, αφού το νερό παραμένει είδος ακριβό και σπάνιο τους καλοκαιρινούς μήνες. Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε παλαιότερη επισήμανση ότι η ακριβής ποσότητα νερών που συγκεντρώνονται στη λίμνη είναι ένα θέμα που πρέπει άμεσα να μελετηθεί. Δυστυχώς με τις διάφορες διανοίξεις π.χ. δασικών, αγροτικών, ιδιωτικών δρόμων, τις αυθαίρετες εκσκαφές και εναποθέσεις υλικών, έχουν μεταφερθεί μεγάλες ποσότητες φερτών υλών στον πυθμένα της Λίμνης, με αποτέλεσμα οι ποσότητες νερού να είναι λιγότερες από αυτές που υπολογίστηκαν πριν μισό αιώνα. Αλλά ας επανέλθουμε στο χρονικό του έργου:
Το Σάββατο 21/7/2001 στο Νεοχώρι Καρδίτσας, μετά από ενδιαφέρον του κ. Ντίνου Ρόβλια Γ.Γ. του Υπουργείου Μεταφορών, πραγματοποιήθηκε εκδήλωση παρουσίασης σειράς γραμματοσήμων από τα ΕΛΤΑ με θέμα σπάνια είδη της ελληνικής χλωρίδας και πανίδας, μεταξύ των οποίων κεντρική θέση κατέχει το γραμματόσημο με τη Λίμνη Πλαστήρα. Στην εκδήλωση, κεντρικός ομιλητής ήταν ο κ. Παναγιώτης Νάνος, πρόεδρος του Κέντρου Ιστορικών Μελετών «Ν. Πλαστήρας», ο οποίος παρουσίασε το ιστορικό της Λίμνης. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο της Καρδίτσας στις 26/7/2001 βλ. Πρωϊνός Τύπος, Θεσσαλική Ηχώ, κλπ.
Τον Οκτώβριο του 1955 πέθανε από μια άγνωστη ασθένεια ο Παπάγος, και λίγο αργότερα ο πρόσφατα ορκισθείς πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής θεμελίωσε το έργο του Μέγδοβα, στο χώρο του εργοστασίου στο Μοσχάτο, το Δεκέμβρη του 1955. Η συμβολή του Κ. Καραμανλή στην κατασκευή του έργου υπήρξε καταλυτική, δεδομένου ότι επέδειξε αξιοζήλευτη αποφασιστικότητα στην ολοκλήρωσή του, και αυτό φαίνεται από το πόσο σύντομα τελείωσε ένα τόσο μεγάλο έργο. Η αποφασιστικότητα του νεαρού πρωθυπουργού φάνηκε απ’ την αρχή όταν παρά τις αντίθετες εισηγήσεις, έλυσε το πρόβλημα των αποζημιώσεων υπέρ των θιγομένων κατοίκων, που σημειωτέον με οργανωμένες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας αντιδρούσαν σοβαρά. Στην επίλυση του ζητήματος συνέβαλλαν τα μέγιστα οι τοπικοί βουλευτές, διότι η Κυβέρνηση θεωρούσε υπερβολικές τις απαιτήσεις των ιδιοκτητών.
Έτσι το έργο ολοκληρώθηκε το 1959, χρονιά κατά την οποία κατακλύσθηκε η Νεβρόπολη με τα νερά, ενώ στα τέλη Οκτωβρίου του 1960 τέθηκε σε λειτουργία και το υδροηλεκτρικό Εργοστάσιο στο Μοσχάτο. Δύο χρόνια αργότερα, στις 14/4/1962, τα ΕΛΤΑ κυκλοφόρησαν το πρώτο γραμματόσημο με θέμα το φράγμα του Μέγδοβα.
Με τη δημιουργία της λίμνης η φυσιογνωμία της περιοχής άλλαξε, όπως και η ζωή των κατοίκων. Εκτός απ’ την απώλεια 12.000 στρεμμάτων των πλέον εύφορων χωραφιών, οι Νεβροπολίτες έχασαν την άμεση πρόσβαση και την επικοινωνία. Οι κάτοικοι των χωριών της δυτικής πλευράς της λίμνης ήταν αναγκασμένοι να περνούν απέναντι με πλεούμενο. Πριν καλά – καλά προλάβουν να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον, ένα τραγικό γεγονός βύθισε στο πένθος την περιοχή. Παραμονή του Αγίου Νικολάου, στις 5/12/1959, οι άσχημες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή αναποδογύρισαν το βαρυφορτωμένο από ανθρώπους κι εμπορεύματα πλεούμενο. Είκοσι άντρες χάθηκαν για πάντα στα θολά νερά, δέκα επτά (17) από το Νεοχώρι, δύο (2) από την Καρύτσα και ένας (1) από το Μορφοβούνι. Το ατύχημα συγκλόνισε το πανελλήνιο και βύθισε στο πένθος την περιοχή, πένθος που χρειάστηκε πολλά χρόνια για να ξεθωριάσει.
Με την ολοκλήρωση του έργου σταμάτησε και η απασχόληση των εκατοντάδων εργατών από τα χωριά της περιοχής στο φράγμα. Με την κάλυψη των κτημάτων από τα νερά, περιορίστηκαν τα εισοδήματα και έτσι επιταχύνθηκε η τάση για μετανάστευση που ξεκίνησε την δεκαετία του ’60 και εντάθηκε τη δεκαετία του ’70. Έτσι η περιοχή γνώρισε έντονη πληθυσμιακή συρρίκνωση, με αποτέλεσμα την παγίωση της οικονομικής και κοινωνικής καχεξία των παραλίμνιων κοινοτήτων.
Χρόνο με το χρόνο όμως η Λίμνη Πλαστήρα μεταβλήθηκε σε πηγή ζωής για το Νομό Καρδίτσας. Πέραν της συμβολής της στην Εθνική Οικονομία, με την παραγωγή ενέργειας, την άρδευση χιλιάδων στρεμμάτων του Θεσσαλικού κάμπου, τις νέες οικονομικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην περιοχή, η λίμνη αποτελεί την πηγή ύδρευσης για 100.000 ανθρώπους.
Σήμερα η Λίμνη Πλαστήρα αποτελεί το πλέον πετυχημένο παράδειγμα παρέμβασης του ανθρώπου στη Φύση. Η αρμονία και η ομορφιά του τοπίου δίνει την αίσθηση ότι η λίμνη είναι φυσική, και μόνο όταν φθάνει κανείς στο φράγμα καταλαβαίνει ότι είναι αποτέλεσμα τεχνικού έργου. Στα 40 και πλέον χρόνια ζωής έχει αναπτύξει το δικό της οικοσύστημα, στο οποίο διαβιούν δεκάδες έμβια όντα, μεταξύ των οποίων περίπου 14 ποικιλίες ψαριών, διάφορα οστρακοειδή, πτηνά και άλλα ζώα, δυστυχώς αρκετά από τα οποία τελούν υπό εξαφάνιση, ή έχουν πλέον εξαφανιστεί, όπως π.χ. τα νεβρός, ένα είδος μικρού ζαρκαδιού που ζούσε σε ικανό αριθμό μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στην περιοχή.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της ευρύτερης παραλίμνιας περιοχής, που την καθιστούν σημαντικό βιότοπο με πλούσια χλωρίδα και πανίδα, είναι οι μεγάλες εναλλαγές του τοπίου με σημαντικές υψομετρικές διαφοροποιήσεις. Έτσι προσφέρεται η δυνατότητα φιλοξενίας και ανάπτυξης μεγάλου πλήθους της ελληνικής χλωρίδας και πανίδας, μέρος αυτών αναδεικνύει τούτη η σειρά των γραμματοσήμων. Στο σημείο αυτό, θα ήταν σοβαρή παράληψή μας να μην αναφέρουμε ότι εκτός απ’ τα Lilium, ένα από τα είδη προβάλλεται στο γραμματόσημο με τη λίμνη, σε μια γωνία της παραλίμνιας περιοχής φύεται ένα σπανιότατο και μοναδικό στον κόσμο φυτό, του γένους «Κενταύρια», ενδημικό φυτό περιοχής Μεσενικόλα. Πρόκειται για την Centauria Messenikolasiana, όπως περιγράφηκε και καταχωρήθηκε στη διεθνή βιβλιογραφία το 1996, από επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Πατρών (Georgiadis, Dimitrellos & Routsi).
Ολοκληρώνοντας τη σύντομη αναφορά στην περιβαλλοντική διάσταση της Λίμνης, αξίζει να αναφέρουμε ότι ακριβώς αυτή η σπουδαιότητα του οικοσυστήματος και η απαράμιλλη ομορφιά, ήταν τα στοιχεία που οδήγησαν στην ένταξη της περιοχής στον ευρωπαϊκό χάρτη «Natura 2000», που ως γνωστόν προστατεύει περιοχές με ιδιαίτερη σημασία.
Σήμερα η Λίμνη με τα απλωμένα τριγύρω χωριά της, με τα μνημεία λαϊκού πολιτισμού και τα μοναστήρια της, τους φιλόξενους κατοίκους και τα αγαθά που με μεράκι παράγουν, βρέθηκαν στο επίκεντρο της τουριστικής ανάπτυξης. Χάρη στη συστηματική τουριστική προβολή, η λίμνη αναδείχθηκε σε σημαντικό εσωτερικό τουριστικό προορισμό με υψηλή ζήτηση. Αναδείχθηκε σε δυναμικό σημείο αναφοράς όχι μόνο για την τουριστική ανάπτυξη της Καρδίτσας, αλλά και της Δυτικής Θεσσαλίας γενικότερα.
Κράτος, Τοπική Αυτοδιοίκηση και ιδιώτες έχουν επενδύσει σημαντικά σε υποδομές, με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν 700 ξενοδοχειακές κλίνες με το σήμα του ΕΟΤ, ενώ οι κλίνες των μικρών ξενώνων και των ενοικιαζόμενων δωματίων που λειτουργούν περιμετρικά της λίμνης υπολογίζονται σε 1200, χωρίς ωστόσο να διαθέτουν ακόμα σήμα του ΕΟΤ. Ενδεικτικό της αλματώδους ανάπτυξης είναι ότι το έτος 2000 οι διανυκτερεύσεις στην περιοχή άγγιξαν τις 30.000, ενώ πριν πέντε χρόνια ήταν περίπου στις 4.500 χιλιάδες. Ο αριθμός των ντόπιων και ξένων επισκεπτών της λίμνης υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις 100.000 ετησίως.
Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι προοπτικές για περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού στη Λίμνη είναι ευοίωνες, δεδομένου ότι η περιοχή προσφέρεται για την ανάπτυξη αρκετών μορφών θεματικού τουρισμού. Η αυξανόμενη οικονομική ανάπτυξη της περιοχής με ατμομηχανή τον Τουρισμό, αποτελεί ελπιδοφόρο στοιχείο για την αναστροφή της πληθυσμιακής συρρίκνωσης και την αναγέννηση των χωριών. Με ολοκληρωμένη πολιτική ανάπτυξης, είναι εφικτή η δημιουργία ενός συμπληρωματικού μοντέλου οικονομίας, όπου εκτός απ’ την παροχή υπηρεσιών, θα αναπτυχθούν η γεωργία, η κτηνοτροφία, οι βιοτεχνικές δραστηριότητες κλπ, το οποίο θα ενσωματώσει και σημαντικό μέρος του ενεργού πληθυσμού του Νομού.
Κυρίες και κύριοι:
Αν ο οραματιστής Πλαστήρας μόχθησε για να δημιουργηθεί αυτή η Λίμνη, εμείς ως κληρονόμοι και διαχειριστές αυτού του σημαντικού έργου, έχουμε ένα και μόνο καθήκον: Να προστατέψουμε στην πράξη το Περιβάλλον από τις κάθε λογής αυθαιρεσίες κράτους, τοπικής αυτοδιοίκησης και ιδιωτών, οι οποίες δυστυχώς γίνονται με την σιωπηρή ανοχή όλων μας.
Πολιτεία και Κοινωνία, όλοι μας, έχουμε υποχρέωση να επαναπροσδιορίσουμε το ρόλο της Λίμνης στον 21ο αιώνα. Ο αρδευτικός της χαρακτήρας, πρέπει μεσοπρόθεσμα να περιοριστεί και μακροπρόθεσμα να εγκαταλειφθεί. Μέχρι τότε όμως, η όποια διαχείριση των υδάτινων αποθεμάτων από το Κράτος να γίνεται με σεβασμό στο Περιβάλλον. Η τουριστική ανάπτυξη, που προωθούν Αυτοδιοίκηση και ιδιώτες, πρέπει να γίνει με βάση τις αρχές της αειφορίας. Προπαντός να εγκαταλείψουμε τα ευχολόγια, να θέσουμε συγκεκριμένες προτεραιότητες και στόχους. Να εργαστούμε συστηματικά για την αναβάθμιση του Περιβάλλοντος, περιορίζοντας την αυθαίρετη δόμηση και την συχνά χωρίς αισθητική οικονομική ανάπτυξη της περιοχής.
Ολοκληρώνουμε τούτη την αναφορά, θυμίζοντας ότι το 1983 με αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων από το θάνατο του μεγάλου Πατριώτη και Οραματιστή, δίκαια μετονομάστηκε σε Λίμνη Νικολάου Πλαστήρα. Την ίδια χρονιά, 11/7/1983, τα ΕΛΤΑ κυκλοφόρησαν το μοναδικό ως σήμερα γραμματόσημο με τη μορφή του Μαύρου Καβαλάρη. Στο σημείο αυτό όμως θα μας επιτρέψετε την εκτίμηση, ότι η μνήμη του Ν. Πλαστήρα αποτελεί σημαντικό μέρος της συλλογικής ιστορικής μας Μνήμης, την οποία οφείλουμε να διατηρούμε ζωντανή. Προς την κατεύθυνση αυτή και με αφορμή την συμπλήρωση 50 χρόνων από το θάνατο του θρυλικού «Μαύρου Καβαλάρη» το 2003, ως Κέντρο Ιστορικών Μελετών έχουμε προγραμματίσει σειρά δράσεων και προτάσεων, ανάμεσα στις οποίες είναι και η δημιουργία σειράς γραμματοσήμων, πρόταση που σύντομα θα υποβάλλουμε και επίσημα στη Διοίκηση των ΕΛΤΑ.
Τέλος, συγχαίρουμε θερμά τη Διοίκηση των ΕΛΤΑ και γενικάόλους όσους συνέβαλλαν στην έκδοση αυτής της καλαίσθητης σειράς των γραμματοσήμων. Ευχαριστούμε τον Γ.Γ. του Υπουργείου Μεταφορών κ. Ρόβλια για το γενικότερο ενδιαφέρον του για την περιοχή, αλλά και για την ανάθεση της παρουσίασης του θέματος στο Κέντρο Ιστορικών Μελετών «Ν. Πλαστήρας».
Ξεχωριστά ευχαριστούμε όλους εσάς για την παρουσία και την προσοχή σας.
Ξεχωριστά ευχαριστούμε όλους εσάς για την παρουσία και την προσοχή σας.
*Πρόεδρος της Ο.Ε. Λογοτεχνικού Διαγωνισμού «Αντώνης Σαμαράκης» τ. Σύμβουλος Νομάρχη για θέματα Πολιτισμού – Τουρισμού.
Πηγές – σημειώσεις.
1 «Υδροηλεκτρικόν Έργον Μέγδοβα, Ιστορικόν και συμβολή του εις την Εθνικήν Οικονομίαν» Ομιλία του Α. Κουτσοκώστα, πρύτανη του Ε.Μ.Π. Πολυτεχνείου, Αθήναι 1958. (Ο Απόστολος Κουτσοκώστας, καρδιτσιώτης στην καταγωγή, υπήρξε στενός φίλος του Πλαστήρα, κι αν όχι ο πρώτος, σίγουρα ένας από τους πρώτους στον οποίο κοινοποίησε τις σκέψεις του ο Πλαστήρας. Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στην αίθουσα του «Παρνασσού», στις 4/5/1957)
2 Μισός αιώνας στη Βουλή, Αθανασίου Ταλιαδούρου, εκδόσεις Αντ. Σάκουλα, Αθήνα 1997.
3 Απόστολου Στρογγύλη, Αντάρτικο αεροδρόμιο, εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1988
4 Η Καρδίτσα τον 20ό αιώνα, ειδικό ένθετο του «Πρωινού Τύπου», Καρδίτσα,.31/12/1999 επιμέλεια Παναγιώτης Νάνος
5 Επτά Ημέρες, Αρχείο Κ. Καραμανλή, ένθετο Καθημερινής, 4/5/1997
6 Ημερολόγιο 2000 – Φύση της περιοχής λίμνης Ν. Πλαστήρα, Καρδίτσα 1999, έκδοση ΑΝΚΑ ΑΕ, Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ – Δήμος Καρδίτσας.
7 Η Καρδίτσα σε γραμματόσημα, ειδικό φυλλάδιο των ΕΛΤΑ που κυκλοφόρησε για την εκδήλωση παρουσίας της σειράς «Ελληνική Πανίδα και Χλωρίδα», 7ος – 2001.