Σάββατο 8 Ιουλίου 2017

Άγιος Νικόλαος ο εν Βουνένοις



 
Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Ὀσιομάρτυρος Νικολάου τοῦ Νέου τοῦ ἐν Βουνένοις

18sigmaτοὺς μεγάλους ἀθλητὰς τῆς πίστεως συγκαταλέγεται καὶ ὁ ὁσιομάρτυς Νικόλαος ὁ Νέος, ποὺ περάτωσε τὸν ἀγῶνα του μὲ μαρτύριο στὰ Βούνενα τῆς Θεσσαλίας. Ὁ θαυμαστὸς αὐτὸς ἀθηλητὴς καταγόταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς. Εἶναι ἄγνωστος ὁ ἀκριβὴς τόπος τῆς γεννήσεώς του· τὸ πιθανότερο εἶναι ὅτι ὁ Ἅγιός μας ἦταν λουλούδι τῆς ἁγιασμένης γῆς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.
Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία διακρινόταν γιὰ τὴ θερμή του πίστη, τὴν ἀγάπη του στὸν Θεό, τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν σύνεσή του. Ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ἀνδρεία τοῦ Νικολάου δὲν μποροῦσαν νὰ κρυφθοῦν. Ἡ φήμη του ξεπέρασε γρήγορα τὰ στενὰ ὅρια τῆς πατρίδος του καὶ ἁπλώθηκε μέχρι καὶ αὐτὴ τὴν Βασιλεύουσα, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ τότε αὐτοκράτωρ Λέων ὁ ΣΤ΄ ὁ Σοφός (886912) ζήτησε καὶ γνώρισε τὸν Νικόλαο. Ἐκτίμησε ἀμέσως μὲ τὴν πρώτη ἐπαφὴ μαζί του τὰ σωματικὰ καὶ ψυχικά του χαρίσματα· καὶ τὸν διώρισε ἀρχηγὸ τοῦ αὐτοκρατορικοῦ ἀποσπάσματος τῆς Λαρίσης, ποὺ σκοπὸ εἶχε νὰ φρουρεῖ καὶ νὰ ὑπερασπίζεται τὴν θεσσαλικὴ αὐτὴ πόλη.
Τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου ηὔξανε τὴν πνευματικότητα τοῦ Νικολάου καὶ τὴν ἀγάπη τῶν στρατιωτῶν καὶ τοῦ λαοῦ στὸ πρόσωπό του. Ὅλη ἡ Λάρισα μιλοῦσε γιὰ τὸν γενναῖο ἀξιωματικό. Ἦρθε ὅμως ὁ καιρός, ποὺ τὴν περίοδο εἰρήνης τὴν διαδέχθηκε ὁ πόλεμος, τὴν περίοδο τῆς χαρᾶς τὴν διαδέχθηκε ἡ θλίψη καὶ ὁ πόνος. Οἱ ἀντίχριστοι Ἄραβες ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀπουσία σὲ ἐκστρατεία τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος στὴν Ἀνατολὴ ἔφθασαν μέχρι τὴν Θεσσαλία, ἐξαπολύοντας βάρβαρη ἐπίθεση καὶ σκορπῶντας παντοῦ τὴν ἐρήμωση καὶ τὸν θάνατο. Σὰν πεινασμένα ὄρνεα τὰ βάρβαρα στίφη ἔπεσαν ἐπάνω στὶς δυτικὲς περιοχὲς τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Ὅταν μαθεύτηκε ἡ εἴδηση τῆς ἐπιδρομῆς στὴν Λάρισα, ὁ Νικόλαος μὲ τὶς λιγοστὲς δυνάμεις του προσπάθησε νὰ ἀναχαιτίσει τὸν ἐχθρό. Οἱ παμπληθεῖς ὅμως δυνάμεις τῶν ἀντιπάλων εὔκολα ἐπεκράτησαν καὶ ἐπεδόθησαν σὲ γενικὲς σφαγὲς καὶ λεηλασίες. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους ἐγκατέλειψαν τὴν πόλη καὶ τὴν περιοχὴ καταφεύγοντας σὲ ὀρεινὰ μέρη. Τελικὰ καὶ ὁ Νικόλαος μὲ ὅσους στρατιῶτες εἶχαν ἀπομείνει πορεύθηκε στὰ ὀρεινὰ τοῦ Τυρνάβου. Ἡ περιοχὴ ἐκείνη ἀπὸ τὴν φυσική της διαμόρφωση ἦταν κατάλληλη γιὰ ὀχύρωση. Ἐκεῖ μάλιστα ὑπῆρχαν πολλοὶ ἀσκηταὶ μονάζοντες στὰ ἀπόκρημνα ὑψώματα. Οἱ γενναῖοι στρατιῶτες τοῦ Νικολάου ἑτοιμάσθηκαν γιὰ προηπάντηση τοῦ βαρβάρου εἰσβολέως. Οἱ ἀθλητές  ὅμως τοῦ Χριστοῦ ἦταν λίγοι καὶ μυριάδες οἱ ἀντίχριστοι. Στὴν μάχη τὸ θάρρος τῶν χριστιανῶν στρατιωτῶν ἦταν θαυμαστό, ἀλλὰ τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ὑπὲρ τῶν βαρβάρων. Ὅλοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Νικόλαο, συνελλήφθησαν καὶ ὑπεβλήθησαν σὲ πλῆθος βασανιστηρίων. Τοὺς προέτρεψαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους. Ἔμειναν ἀμετακίνητοι καὶ καρτερικὰ ὑπέφεραν τοὺς πόνους τῶν μαρτυρίων. Στὰ δελεάσματα καὶ στὰ βασανιστήρια τῶν ἐχθρῶν, στὰ θέλγητρα καὶ στὰ φόβητρα τῶν ἀντιχρίστων, οἱ πιστοὶ στρατιῶτες ἀπαντοῦσαν: Τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, οὔτε θλίψη οὔτε στενοχωρία οὔτε διωγμὸς οὔτε λιμὸς οὔτε κίνδυνος οὔτε μάχαιρα. Χάριν τοῦ Χριστοῦ «θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν. Ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς» (Ρωμ. η΄, 3536). Τελικά, ἀφοῦ ὑπέστησαν φρικιαστικὰ βασανιστήρια, στεφανῖτες παρέδωσαν τὸ πνεῦμα στὸν οὐράνιο Βασιλέα Χριστό. Ἔτσι συναγάλλονται μὲ τὸ νέφος τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ μαρτύρων, ποὺ Τὸν περιστοιχίζει καὶ Τὸν δοξολογεῖ ἀκατάπαυστα «εἰς αἰῶνας αἰώνων».
Τὰ ὀνόματά τους γράφηκαν στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς. Ἀπὸ αὐτὰ μᾶς εἶναι γνωστὰ τὰ ἑξῆς: Ἁρμόδιος, Γρηγόριος, Ἰωάννης, Δημήτριος, Μιχαήλ, Ἀκίνδυνος, Θεόδωρος, Παγκράτιος, Χριστοφόρος, Παντολέων, Εὐώδιος καὶ Αἰμιλιανός. Ὁ βιογράφος τοῦ ἁγίου Νικολάου μαζὶ μὲ τὰ ὀνόματα τῶν στρατιωτῶν μαρτύρων ἀναφέρει καὶ τὰ ὀνόματα δύο γυναικῶν μαρτύρων, Εἰρήνης καὶ Πελαγίας. Προφανῶς θὰ πρόκειται γιὰ δύο ἡρωΐδες χριστιανές, ποὺ μαρτύρησαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Θὰ ἀνῆκαν στὸν ἄμαχο πληθυσμὸ τῆς πόλεως Λαρίσης, ποὺ εἶχε καταφύγει στὰ ὀρεινὰ τοῦ Τυρνάβου. Ὁ μακάριος Νικόλαος, ἀφοῦ ἐπέδειξε ἀνδρεία κατὰ τὴν μάχη, τελικὰ διέφυγε τὴν μανία τοῦ ἐχθροῦ περνῶντας μέσα ἀπὸ τὶς τάξεις του χωρὶς νὰ συλληφθεῖ. «Ὡς στρουθίον ἐῤῥύσθη ἐκ τῶν παγίδων τῶν θηρευόντων» (Ψαλμ. 123, 7). Δὲν εἶχε ἔλθει ἀκόμη ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου του· τὸν διαφύλαξε ὁ Θεός, γιὰ νὰ τὸν δοξάσει σὲ κάποια ἄλλη ὥρα.
Φεύγοντας ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Λαρίσης καὶ τοῦ Τυρνάβου ἔφθασε στὰ ἐνδότερα τῆς Θεσσαλίας, στὰ μέρη τῆς Καρδίτσης, ὅπου τὸ χωριὸ Βούνενα· ἐκεῖ βρῆκε κατάλληλο τόπο γιὰ ἄσκηση. Ἡ περιοχὴ ἦταν κατάφυτη ἀπὸ ὑψηλὰ δένδρα. Ὁ Νικόλαος διάλεξε γιὰ κατάλυμα μιὰ σπηλιά, ποὺ τὴν σκέπαζε μιὰ ὑψηλόκορμη δρῦς. Ἐκεῖ συνέχισε τὴν ἀσκητικὴ ζωή, ποὺ εἶχε ἀρχίσει κοντὰ στοὺς ἀσκητὲς τοὺ Τυρνάβου. Ὑπέταξε κάθε σωματικὴ ἐπιθυμία καὶ δαιμονικὴ παρεμβολή. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τὸν εἶχε ἐπισκιάσει. Στὰ Βούνενα οἱ βάρβαροι ἐπιδρομεῖς ἀνεκάλυψαν τελικὰ καὶ τὸν ἀθλητὴ τοῦ Χριστοῦ Νικόλαο. Μὲ παρρησία τοὺς ἀντιμετώπισε. Θαμπώθηκαν ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς ἀνδρείας ψυχῆς του. Οἱ ἀπαντήσεις του ἀποστομωτικές. Ἂν καὶ ἄγρια θηρία, ἔβλεπαν τὴν ὑπεροχὴ τοῦ Νικολάου. Τὸν πίεζαν νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του. Ἐκεῖνος ἀντιστεκόταν γενναῖα. Τὸν βασάνιζαν, καὶ ἐκεῖνος μειλίχιος προσευχόταν καὶ βροντοφωνοῦσε: «Ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοὶ πῦρ φιλόmλον» (Πρὸς Ρωμαίου ἐπιστολὴ Ἰγνατίου VII, 2). Τὸν ἔβριζαν καὶ τοὺς κοιτοῦσε μὲ ἱλαρότητα. «Μεγάλα τὰ τῆς πίστεως κατορθώματα». Χωρὶς τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ δὲν συμπεριφέρεται κανεὶς μὲ ἕνα τόσο θαυμαστὸ τρόπο. Οἱ Ἄραβες ἐξαγριώθηκαν, διότι ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Νικολάου ἦτο μιὰ ἦττα γιὰ αὐτούς. Τίποτε δὲν τοὺς συγκρατοῦσε· τὸν σήκωσαν καὶ τὸν ἔστησαν ὄρθιο στὸν κορμὸ μιᾶς δρυός. Μὲ τὸ ἴδιο τὸ ἡρωκό του ξίφος τὸν τρύπησαν μὲ μανία.
Ἡ ὥρα τοῦ μαρτυρίου καὶ τοῦ θριάμβου εἶχε φθάσει. Τὸ στεφάνι τῆς αἰωνιότητος αἰωρεῖτο πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του. Τὸ ἁγνό του αἶμα, ζεστό, ἐκτινάχθηκε καὶ πορφύρωσε τὸ χῶμα τῶν Βουνένων. Τὰ μάτια τοῦ Νικολάου στράφηκαν πρὸς τὸν Οὐρανό. «Κύριέ μου», ψέλλισε, «δέξαι τὸν δοῦλόν Σου εἰς τὴν βασιλείαν Σου». Ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή, γιὰ νὰ συγκαταριθμηθεῖ καὶ αὐτὸς στὴν χρυσὴ ἁλυσίδα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεώς μας. Ἦτο 9 Μαΐου τοῦ 902 μ.Χ.

᾿Απολυτίκιον.
῏Ηχος α΄. ῾Ως τῶν αἰχμαλώτων.

῾Ως τῶν νοσούντων ὁ ἄμισθος ἰατρός, καὶ τῶν ἐν κινδύνοις ἀπροσμάχητος βοηθός, θλιβομένων τε θερμὸς ὑπερασπιστής, καὶ τῶν ἐν παντοίαις ἀνάγκαις ὑπέρμαχος, ῾Οσιομάρτυς ἐξ ἑώας Νικόλαε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.