Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Τσικνοπέμπτη: Γιατί τσικνίζουμε – Τα έθιμα ανά την Ελλάδα ~ Τι είναι η τσίκνα?

Κρέατα όλων των ειδών, κρασί, καλή παρέα και το απαραίτητο κέφι είναι το... μυστικό της επιτυχίας για τον Έλληνα προκειμένου να γιορτάσει την Τσικνοπέμπτη.

Η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου (Κρεατινής) ονομάζεται Τσικνοπέμπτη ή Τσικνοπέφτη, επειδή την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια ψήνουν κρέας ή λιώνουν το λίπος από τα χοιρινά και ο μυρωδάτος καπνός (τσίκνα) είναι διάχυτος παντού. Από αυτή την τσίκνα, λοιπόν, έχει πάρει και το όνομά της η Πέμπτη και λέγεται Τσικνοπέμπτη.
Φωτογραφία: Vassilis Souflakos

Το έθιμο χάνεται στα βάθη των αιώνων, χωρίς να γνωρίζουμε την προέλευσή του. Εικάζεται, όμως, ότι προέρχεται από τις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων, που επιβίωσαν του Χριστιανισμού. Σύμφωνα με τον λαογράφο Δημήτριο Λουκάτο, το φαγοπότι και το γλέντι της ημέρας είναι «ομοιοπαθητικές προσπάθειες για την ευφορία της γης».

Όπως αναφέρει το sansimera.gr, την Τσικνοπέμπτη ξεκινούν ουσιαστικά οι εκδηλώσεις της Αποκριάς, οι οποίες κορυφώνονται με τα Κούλουμα την Καθαρά Δευτέρα. Ανάλογες γιορτές υπάρχουν στη Γερμανία (Schmutziger Donnerstag = Λιπαρή Πέμπτη) και στη Νέα Ορλεάνη των ΗΠΑ (Mardi Gras = Λιπαρή Τρίτη), που συνδυάζονται με καρναβαλικές εκδηλώσεις.

Στο έθιμο της Τσικνοπέμπτης και γενικά στην κρεατοφαγία αντιτίθεται η οργάνωση “Πολίτες για τα Δικαιώματα της Φύσης και της Ζωής” (ΠΟΦΥΖΩ), που υποστηρίζει την ιδεολογία του «αντισπισισμού» (anti-speciesism), η οποία στρέφεται κατά της καταπάτησης των δικαιωμάτων των ζώων.


Τα έθιμα της Τσινοπέμπτης ανά την Ελλάδα

- Στην παλαιά πόλη της Κέρκυρας τελούνται τα Κορφιάτικα Πετεγολέτσια ή αλλιώς Κουτσομπολιά ή Πέτε Γόλια. Η πετεγολέτσα, το πετεγουλιό όπως το λένε οι Κερκυραίοι, δεν είναι άλλο από το γνωστότατο κουτσομπολιό. Η πετεγολέτσα πραγματοποιείται το βράδυ της Τσικνοπέμπτης, στην Πιάτσα κοντά στην τοποθεσία “Κουκουνάρα”, της πόλης τής Κέρκυρας.

- Στην Πάτρα έχουμε το έθιμο της Κουλουρούς. Η Γιαννούλα η Κουλουρού πιστεύει λανθασμένα πως ο Ναύαρχος Ουίλσον είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της και πως έρχεται να την παντρευτεί. Γι’ αυτό ντύνεται νύφη και με τη συνοδεία των Πατρινών πηγαίνει να προϋπαντήσει τον καλό της στο λιμάνι. Γύρω της οι Πατρινοί διασκεδάζουν με τα καμώματά της.

- Στις Σέρρες ανάβονται μεγάλες φωτιές στις αλάνες, στις οποίες αφού ψήσουν το κρέας, πηδούν από πάνω τους. Στο τέλος κάποιος από την παρέα με χιούμορ αναλαμβάνει τα «προξενιά», ανακατεύοντας ταυτόχρονα τα κάρβουνα με ένα ξύλο.

- Στην Κομοτηνή καψαλίζουν την κότα που θα φαγωθεί την επόμενη Κυριακή (της Απόκρεω). Αυτήν την ημέρα τα αρραβωνιασμένα ζευγάρια ανταλλάσσουν δώρα φαγώσιμα. Ο αρραβωνιαστικός στέλνει στην αρραβωνιαστικιά του μια κότα, τον κούρκο, και εκείνη στέλνει μπακλαβά και μια κότα γεμιστή. Όλα αυτά πραγματοποιούν την παροιμία πως ο «έρωτας περνάει από το στομάχι».

- Στο Ηράκλειο της Κρήτης, μικροί και μεγάλοι περιδιαβαίνουν μεταμφιεσμένοι στους δρόμους και στις πλατείες της πόλης, τραγουδώντας και χορεύοντας.

Τσίκνα


Τι τελικά είναι η τσίκνα; Ήξερα βέβαια από παλιά ότι είναι η μυρωδιά του κρέατος που ψήνεται, αλλά την έχω ακούσει να χρησιμοποιείται και για άλλα, όχι τόσο ευχάριστα πράγματα. Για παράδειγμα την έχω ακούσει να αναφέρεται στη μυρωδιά του καμένου κρέατος, της άσχημης φαγητίλας γενικότερα, του καμένου λαδιού κλπ. Μια άλη φορά ένας γνωστός μου Τσιγγάνος μπήκε σε κάποιες δημόσιες τουαλέτες και βγαίνοντας είπε: «Πω ρε φίλε, τσίκνα εκεί μέσα.» Μου φάνηκε πολύ αστείο αυτό, αλά σκέφτηκα ότι μπορεί να το είπε για πλάκα ή να το χρησιμοποιούν κυρίως οι Τσιγγάνοι, γι’αυτό να μην το ξέρουμε. Παρόλα αυτά, ψάχνοντας χθες για την ετυμολογία της λέξης, βρήκα ότι μια τέτοια χρήση όντως υπάρχει. Τσίκνα ως η έντονη οσμή ούρων. Επίσης το slang.gr δίνει μια ακόμα πιο αηδιαστική εκδοχή της λέξης: Τσίκνα, το άκρον άωτον της…


Παρόλα αυτά το Βικιλεξικό δεν καταγράφει καμία από τις παραπάνω ερμηνείες, ίσως επειδή είναι πολύ αργκό και χρησιμοποιούνται σπάνια. Δίνει μόνο την κυρίαρχη ερμηνεία, δηλαδή τη μυρωδιά του κρέατος που ψήνεται ή καίγεται. Δίνει όμως ακόμα και την ετυμολογία της λέξης, κι αυτό ήταν που με εξέπληξε περισσότερο. Η λέξη δεν είναι δάνειο, αν και φαίνεται για τέτοιο. Δεν είναι ούτε τούρκικη, ούτε αλβανική, ούτε αράβικη, ούτε ιταλική, ούτε σλάβικη, ούτε εβραϊκή, ούτε περσική, ούτε αρμένικη ούτε τίποτα. Είναι αρχαία ελληνική! Προέρχεται από τη λέξη «κνίσα», και με αντιμετάθεση έγινε τσίκνα, όπως η φούχτα έγινε χούφτα. Η κνίσα χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα, όπως πληροφορεί και το Βικιλεξικό και θα συναντήσεται σε αρκετά άρθρα, αλλά σπάνια. Είναι καταχωρημένη στο Λεξικό της Αρχαίάς Ελληνικής Γλώσσης των Λίντελ και Σκοτ. Η λέξη αυτή συναντάται πρώτη φορά στην Ιλιάδα του Ομήρου, όπου περιγράφει τον καπνό και τη μυρωδιά από τα θυσιαζόμενα ζώα που ψήνονται. Άρα τελικά πρώτη σημασία της λέξης ήταν η γνωστή, η μυρωδιά δηλαδή του ψημένου κρέατος, κι επίσης το ότι μόνο η τσίκνα πήγαινε στους θεούς, ενώ το κρέας το έτρωγαν οι θνητοί, τελικά ισχύει.
Οπότε την Τσικνοπέμπτη γιορτάζουμε την οσμή του κρέατος κι όχι των ούρων!

Πηγές:
http://www.cnn.gr/
https://bolko.wordpress.com/