Η ΠΕΡΙΟΧΗ
Του ορεινού συμπλέγματος δηλαδή της νότιας Πίνδου που ορίζεται ΝΔ από την κοίτη του Αχελώνα και το όρος Ντελιδίμ, ΝΑ από το όρος Βουτσικάκι, που απλώνεται εγκάρσια προς την διεύθυνση της οροσειράς της Πίνδου, ΒΑ από τις κορυφές Τύμπανος και Καραβούλα, που κλείνουν τα όρια και από τη ΒΔ πλευρά. Σήμερα η περιοχή διοικητικά ανήκει στον νομό Καρδίτσας και κατανέμεται στο Δήμο Αργιθέας, με τα δημοτικά διαμερίσματα Ανθηρό, Αργιθέα, Ελληνικά, Θερινό, Καληκώμη Καρυά, Μεσοβούνι, Πετρωτό, στο Δήμο Αχελώου με τα δημοτικά διαμερίσματα Αργύρι, Βραγκιανά, Καταφύλλι, Μάραθος και στην κοινότητα Αθαμανών με τα διαμερίσματα Βλάσι, Κουμπουριανά, Λεοντίτο, Πετρίλο, Πετροχώρι, Στεφανιάδα, και Φουντωτό. Όλοι οι οικισμοί βρίσκονται σκαρφαλωμένοι στις απότομες πλαγιές ενός ορεινού συμπλέγματος του οποίου οι διάσπαρτες γυμνές κορυφές δημιουργούν μια μοναδική εικόνα στον επισκέπτη. Ο Τύμπανος κι απέναντί του η Καράβα με 2.184 μ., κυριαρχούν στις ΒΑ εισόδους στην περιοχή ενώ η Μάλια (1970 μ.), Μιρμιτζάλα, η Σκαφίδα, το Γκαβέλ, το Κόκκινο Στεφάνι και το Σήμαντρο ορθώνονται σχηματίζοντας ένα σύμπλεγμα που προκαλέι δέος. Ανάμεσα στις τραχιές πτυχώσεις ορεινοί χείμαρροι κόβουν το έδαφος σε βαθιές τομές δημιουργώντας φαράγγια τα οποία γεφυρώνουν πετρογέφυρες αρχιτεκτονικά μνημεία παλαιότερων εποχών. Η περιοχή φαίνεται να κατοικείται από την κλασική εποχή μέχρι και τους ύστερους ελληνιστικούς χρόνους όπως δείχνουν και τα διάσπαρτα υπολείμματα οχυρώσεων, τάφων και οικιών καθώς και τα ευρήματα. Παρ' όλο που κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο έχουν εντοπισθεί μαρτυρίες για την περιοχή ή τους οικισμούς της εντούτοις μπορούμε να υποθέσουμε, με σχετική ασφάλεια, πως η Αργιθέα συνέχιζε την ιστορική της παρουσία φυσικά πάντα κάτω από τις γενικότερες ιστορικές ανακατατάξεις οι οποίες πολλές φορές έγιναν η αιτία να ερημώσουν ολόκληρες περιοχές αλλά και να ξανακατοικηθούν. Το γεγονός πως αρκετοί από τους οικισμούς της εμφανίζονται στην πρώτη οθωμανική απογραφή 1454-55 να έχουν αναπτυγμένη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή και να αποδίδουν σημαντικούς φόρους στον κατακτητή, ενισχύει την παραπάνω υπόθεση. Με την περίφημη συνθήκη του Ταμασίου (Ανάβρα – Καρδίτσας) του 1526, της οποίας το πρωτότυπο κείμενο δεν έχει βρεθεί ποτέ, καθορίζονταν η αυτονομία της περιοχής και περιορίζονταν οι δικαιοδοσίες του κατακτητή σ' αυτή. Η περίοδος της Οθωμανικής κατάκτησης είναι γεμάτη από αγώνες για την ανεξαρτησία της περιοχής και την αυτονόμησή της στο πλαίσιο του αρματωλικίου των Αγράφων. Στους αγώνες αυτούς διακρίθηκαν αρκετοί μαχητές από την περιοχή που με το παράδειγμα τους αναζωπύρωσαν τις ελπίδες για την οριστική απελευθέρωση που ήλθε το 1881. Με τον νόμο ΠΜ' του 1882 εισάγεται η ελληνική νομοθεσία στις νεοαπελευθερωμένες περιοχές (και στην Αργιθέα) και με το διάταγμα αρ. 126 του 1883, η περιοχή της Αργιθέας συγκροτεί αυτόνομο Δήμο Β' τάξης, με πρωτεύουσα τα Κουμπουριανά και πληθυσμό 4.888 κατοίκους.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Η ΜΟΝΗ ΣΠΗΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΤΙΣΜΕΝΗ ΣΕ ΑΠΟΤΟΜΗ ΒΡΑΧΩΔΗ ΒΟΥΝΟΠΛΑΓΙΑ ΠΟΥ ΥΨΩΝΕΤΑΙ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΗ ΧΑΡΑΔΡΑ
ΤΟΥ ΠΕΡΤΙΛΙΩΤΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΑΡΓΙΘΕΑ.
Η εξαιρετικά απόκρημνη και δύσβατη μέχρι πρόσφατα τοποθεσία της εντυπωσίαζε από πάντα τον επισκέπτη, ο οποίος εξ όλων των πλευρών καθορών ιλιγγιά προ του χαίνοντος βαράθρου, κατά την έκφραση του μακαριστού μητροπολίτη Ιεζεκιήλ. Η μονή βρίσκεται στην κτηματική περιφέρεια Κουμπουριανών, ενός από τους μεγαλύτερους οικισμούς της Αργιθέας στο παρελθόν και σχεδόν ερήμου σήμερα. Ήδη στα 1454/55, στην πρώτη οθωμανική απογραφή διέθετε 108 οικογένειες, στοιχείο που σημαίνει ότι ο οικισμός χρονολογείται στη βυζαντινή περίοδο, όπως και οι περισσότεροι οικισμοί της Αργιθέας. Για την ίδρυση της μονής οι παλαιότερες πληροφορίες που διαθέτουμε προέρχονται από ένα πατριαρχικό σιγίλλιο του 1677, που εξέδωσε ο Οικουμενικός πατριάρχης Διονύσιος Δ' (1667 – 1679). Σύμφωνα με αυτό, το μονύδριο Κοιμήσεως Θεοτόκου στα Κουμουριανά επανιδρύθηκε (αναστηλώθηκε εκ βάθρων) από τον ιερομόναχο Ανανία, ο οποίος ζήτησε και πέτυχε να κηρυχθεί σταυροπηγιακό, πράγμα που παραπέμπει στην ύπαρξη της μονής πριν από την χρονολογία έκδοσης του σιγιλλίου. Διαφορετική εκδοχή διέσωσε η παράδοση, σύμφωνα με την οποία η μονή ιδρύθηκε από δύο αδελφούς ιερομονάχους, τον Αθανάσιο και τον Παρθένιο, οι οποίοι προέρχονταν από τη μονή Αγίου Χαραλάμπους στη γειτονική Στεφανιάδα. Κατευθυνόμενοι για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, βρήκαν τη θαυματουργή εικόνα σε σπήλαιο κάτω από τη μονή και οδηγήθηκαν από αυτή στην ίδρυσή της. Στην ίδια παράδοση περιλαμβάνεται και η ανεύρεση της πλούσιας πηγής, η οποία υδρεύει μέχρι σήμερα τη μονή. Η διήγηση αυτή μπορεί να απηχεί την παλαιότερη ιστορία της μονής, για την οποία δεν έχει γίνει γνωστό τίποτε, και η οποία ανεγέρθη εκ βάθρων λίγο πριν το 1677 από τον ιερομόναχο Ανανία. Στην αρχική ίδρυση της μονής από τους Αθανάσιο και Παρθένιο αναφέρεται επίσης χαμένο σήμερα χειρόγραφο της μονής, αντίγραφο άλλου παλαιοτέρου, που κατά τον αρχιμανδρίτη Λουκά Δεπουντή ανέφερε τη χρονολογία ΞΝΟΒ (1604). Επειδή όμως δεν υπάρχει αντιστοιχία των δύο αναγραφόμενων χρονολογιών, η από κτίσεως κόσμου μπορεί να αναγνωσθεί ως ΖΡΙΒ (1604) ή ΖΡΟΒ (1664), έτη που συνδυάζονται τόσο με το πατριαρχικό σιγίλλιο όσο και με την χρονολόγηση του αρχικού καθολικού. Οπωσδήποτε, η χρονολογία 1064 μ.Χ. αναφέρεται σε παλαιότερο χειρόγραφο και στην προφορική παράδοση της περιοχής, για την ίδρυση της Μονής από τους μοναχούς Αθανάσιο και Παρθένιο χωρίς ωστόσο μέχρι σήμερα να έχει επαληθευθεί από τα επιστημονικά δεδομένα. Η μονή σύντομα απέκτησε μεγάλη φήμη ώστε τον 18ο αιώνα να κτισθεί νέο μεγάλο καθολικό, με πλούσια διακόσμηση. Η φήμη της οφειλόταν τόσο στη θαυματουργή εικόνα και τις πολυάριθμες ιάσεις ασθενών όσο και στη σύνδεσή της με τα επαναστατικά κινήματα, χάρη στη στρατηγική της θέση. Πολλές φορές χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο των κλεφταρματολών και έγινε στόχος των τουρκικών δυνάμεων με ιδιαίτερη έμφαση στην επανάσταση του 1866-67.
Η ΜΟΝΗ
Η ΜΟΝΗ ΕΧΕΙ ΔΥΟ ΚΑΘΟΛΙΚΑ.ΤΟ ΑΡΧΙΚΟ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ, ΠΟΥ ΕΟΡΤΑΖΕΙ
ΣΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ & ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ, ΠΟΥ ΕΟΡΤΑΖΕΙ
ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣΣτα νότιά τους υπάρχει πλακόστρωτο προαύλιο με δύο βρύσες, ενώ το σύνολο περιβάλλεται από διώροφες πτέρυγες κελιών, που του προσδίδουν φρουριακή μορφή, καθώς είναι θεμελιωμένες στο βράχο. Από αυτές παλαιότερη είναι η νότια, που ανακαινίσθηκε πρόσφατα, ευλαβικό αφιέρωμα της προσκυνήτριας Βασιλικής Κοκοράκου από τον Καρβασαρά (1847). Ο μικρός ναός είναι ο πρώτος που αντικρίζει ο προσκυνητής μετά τη νότια είσοδο και είναι κομψό τρίκογχο κτίσμα του μονόκλιτου αθωνίτικου τύπου, που επιχωριάζει στην περιοχή. Οι εξωτερικές διαστάσεις του είναι 4.80x6.30 και το ύψος του 4.85μ. Η κάλυψη γίνεται με ενδιαφέρον σύστημα θολοδομίας και συγκεκριμένα με δύο καμάρες βόρεια και νότια, που καταλήγουν σε τοξύλλια και ένα κεντρικό θόλο, που αντιστοιχεί στο τμήμα των πλαγίων κογχών, έντονα καμπυλωμένο, που εξέχει εξωτερικά και καλύπτεται με χωριστή δίκλινη στέγη. Οι κόγχες του ναού είναι τρίπλευρες εξωτερικά, τα παράθυρα λίγα και μικρά, ενώ η πλακοσκεπής στέγη και η τοιχοποιία του από ντόπια ημιλαξευμένη πέτρα του προσδίδουν την παραδοσιακή φυσιογνωμία των ναών της Πίνδου, όπως και στον μεγάλο Ναό της Μονής. Στον ίδιο τύπο, που έχει ονομασθεί τύπος των μονών της Πίνδου ή τύπος Καραϊσκάκη (από το χαρακτηριστικότερο δείγμα) έχουν κτισθεί αρκετά καθολικά της Αργιθέας και των Αγράφων με πλησιέστερα εκείνα των μονών Βλασίου, Κατουσίου (στο Ανθηρό) και Πετροχωρίου, ενώ με μικρές παραλλαγές και εκείνα των μονών Σιάμου (Οξυάς), Μεζήλου (στο Δροσάτο) και Κώστη. Ο τύπος αυτός, οικονομικότερος από τον τετρακιόνιο, καλύπτει τις ανάγκες μικρών καθολικών προσφέροντας πλούσια διαρθρωμένες εσωτερικές επιφάνειες ώστε να αναπτυχθεί στις βασικές αρχές του το κλασικό πρόγραμμα του τρουλλαίου αγιορείτικου τύπου. Ο ναός της Κοιμήσεως δεν φέρει χρονολογία αλλά τα κατασκευαστικά του στοιχεία συμφωνούν με μια τοποθέτηση στα μέσα του 17ου αι., πιθανότατα κοντά στο έτος 1677 που αναφέρεται στο σιγίλλιο.
ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ
ΜΕ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΕΚΕΙΝΟ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ
ΚΑΜΑΡΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΤΟΙΧΟΥ
Στην εγκάρσια καμάρα δεσπόζει ο Χριστός Παντοκράτωρ με τις αγγελικές δυνάμεις, ενώ στις γωνίες τίθενται οι τέσσερις ευαγγελιστές. Η σειρά των προφητών που απλώνεται στο ανατολικό τόξο ολοκληρώνει το τυπικό πρόγραμμα ενός τρούλλου που έχει προσαρμοσθεί στον ορθογώνιο θόλο της μονής Σπηλιάς. Στο ιερό βήμα εικονίζονται θέματα εμπνευσμένα από τη Θεία Λειτουργία, όπως η Κοινωνία των Αποστόλων, η Αγγελική Λειτουργία, το όραμα του Αγ. Πέτρου Αλεξανδρείας και ο Χριστός ως Άκρα Ταπείνωση. Στο τεταρτοσφαίριο εικονίζεται η Θεοτόκος Πλατυτέρα, ως ζωντανή παρουσία της ενσάρκωσης του Χριστού και στο αέτωμα η Ανάληψη. Το πρόγραμμα πλαισιώνεται από διακόνους, στυλίτες και ιεράρχες, ανάμεσά τους και οι τοπικοί άγιοι Αχίλλειος και Οικουμένιος. Ο κυριότερος εικονογραφικός κύκλος του ναού αρχίζει από την ανατολική καμάρα με τον Ευαγγελισμό, τη Γέννηση, τη Βάπτιση και την Υπαπαντή και θα εξελισσόταν στην δυτική καμάρα με τις σκηνές του Πάθους, που δεν σώζονται. Τα κύρια σημεία της ευαγγελικής ιστορίας, η Μεταμόρφωση και η Ανάσταση, που προβάλλονται στην πλειοψηφία των αγιορείτικων ναών στις πλάγιες κόγχες, βρίσκονται και εδώ σ' αυτή τη θέση, ενώ η διήγηση τερματίζεται με την Κοίμηση της Θεοτόκου στο Δυτικό τοίχο και λίγες σκηνές του Πεντηκοσταρίου στην ανατολική καμάρα (Το μη μου άπτου, το Χαίρε των Μυροφόρων, η Ίαση του Παραλυτικού). Στην κατώτερη ζώνη παρατίθενται ολόσωμοι άγιοι, από τους οποίους ξεχωρίζουν οι στρατιωτικοί άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος στην πρώτη θέση των πλαγίων κογχών και στην αμέσως υπερκείμενη ζώνη, όπου σε άλλους ναούς υπάρχουν θαύματα, εικονίζονται σκηνές από το μαρτύριό τους. Στο δυτικό τμήμα του ναού, όπου η πάγια θέση των ασκητών, υπάρχουν οι μεγάλοι ιδρυτές του μοναχισμού Αντώνιος, Ευθύμιος, Σάββας. Με τον τρόπο αυτό, και παρόλο το μικρό μέγεθος του ναού, στο πρόγραμμα συμπεριλαμβάνονται αντιπροσωπευτικές σκηνές από όλους τους κύκλους. Ο ζωγράφος του ναού επέλεξε την ανωνυμία, κάτι που δεν συνηθίζεται στην περιοχή των Αγράφων τον 17ο αιώνα, όπου οι περισσότεροι ζωγράφοι και κυρίως οι ντόπιοι υπογράφουν τα έργα τους. Φαίνεται ότι ανήκει σε κάποιο περιοδεύον εργαστήριο της Ηπείρου ή Δυτικής Μακεδονίας, όπως δείχνει η παρουσία του Αγ. Γοβδελεά, οι τύποι των βουνών, καθώς και η ενδυμασία και η κίνηση των αγίων, ενώ προσκλήθηκε για την ποιότητα που αναμφίβολα διαθέτει. Γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα μεσουρανεί στην Αργιθέα το εργαστήριο των δύο Ιωάννηδων, ένα από τα καλύτερα των Αγράφων, που εμφανίζεται στη γειτονική μονή Βλασίου το 1644 και στη συνέχεια απαντά στο Δροσάτο, το Μαυρομμάτι, το Ανθηρό και την Οξυά. Το εργαστήριο αυτό είναι επηρεασμένο από την κρητική σχολή ζωγραφικής και ιδιαίτερα από την τοπική παραλλαγή της στη μονή Πέτρας. Συγχρόνως, την εποχή αυτή εμφανίζονται στην περιοχή και άλλα εργαστήρια, με περιοδεύοντα χαρακτήρα, επηρεασμένα περισσότερο από την ηπειρωτική σχολή, όπως οι ζωγράφοι της μονής Βραγγιανών (1645), της μονής Σπηλιάς, του ναού Χριστού Πετρίλου (μετά το 1663) και εκείνοι της Ρεντίνας στα ανατολικά Άγραφα. Η ποικιλία των ζωγραφικών τάσεων δείχνει την έντονη καλλιτεχνική κίνηση της περιοχής και τη δημιουργία ζυμώσεων που οδηγούν στη διαφοροποίηση των προτιμήσεων των παραγγελιοδόχων. Ο ζωγράφος του καθολικού της μονής Σπηλιάς επιδεικνύει άριστη κατοχή των ζωγραφικών μέσων και χρωματική ευαισθησία με προτίμηση στις θερμές αποχρώσεις, ενώ αποδίδει την αίσθηση του όγκου στα πρόσωπα αφήνοντας ευδιάκριτο τον καστανό προπλασμό στο περίγραμμα. Το έργο του μπορεί να χρονολογηθεί γύρω στα 1670 μετά από συγκρίσεις με άλλα μνημεία των Αγράφων. Τα χαρακτηριστικά του, κυρίως τα εικονογραφικά, χρησιμοποιεί αργότερα ο ζωγράφος της γειτονικής μονής Προφήτη Ηλία Πετροχωρίου, ένδειξη της αίγλης που είχε αποκτήσει η μονή Σπηλιάς, ενώ επιδράσεις ανιχνεύονται αργότερα και στη μονή Κώστη (1759). Στο παλιό καθολικό υπάρχει σήμερα καινούργιο τέμπλο, αντίγραφο του παλαιού και επιχρυσωμένο. Στη μονή φυλάσσονται λείψανα του παλιού τέμπλου που μπορεί να χρονολογηθεί στα μέσα του 17ου αιώνα και περιλαμβάνει τμήμα από τη σειρά της Μεγάλης Δέησης, (αποστολικά), με 8 μορφές κάτω από αχιβάδες, καθώς και τμήμα από τη σειρά του 12όρτου με 10 σκηνές, όπου διακρίνονται ο Ευαγγελισμός, η Γέννηση, η Υπαπαντή και η Βάπτιση. Υπάρχουν επίσης τοξωτά τμήματα που αποτελούσαν επίστεψη του τέμπλου ή το πιθανότερο τμήματα χορού (πολυέλαιου για κεριά). Έχουν ενδιαφέρουσα διάτρητη διακόσμηση με πουλιά που ραμφίζουν καρπούς.
Ο ΝΑΟΣ
ΣΤΟ ΝΟΤΙΟ ΤΟΙΧΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΑ
Δεν είναι αναγνώσιμη σήμερα και διασώθηκε από τον πρώην μητροπολίτη Ιεζεκιήλ Ανοικοδομήθη ο θείος και ιερός ναός της Ζωοδόχου Πηγής επί έτους ΑΨΛΣΤ μηνί Απριλίου δια συνδρομής Παρθενίου και Παπαιωνά και Παπαγαβριήλ και Παπαανανία. Ανήκει στον αγιορείτικο τύπο, δηλαδή είναι τρίκογχος τετρακιόνιος ναός με τρούλλο και ευρύχωρο νάρθηκα (λιτή, που κτίσθηκε μεταγενέστερα, στα 1892). Ο ναός είναι αρκετά επιμήκης και φέρει ενιαία στέγαση, γεγονός που τον κάνει να συγγενεύει με την τρίκλιτη βασιλική, ενώ φέρει και αρκετές διαφοροποιήσεις στη θολοδομία από προγενέστερα δείγματα του τύπου. Η βόρεια και νότια κεραία του σταυρού καλύπτονται με σκαφοειδείς θόλους, η ανατολική και δυτική με τυφλούς τρούλλους, ενώ και στο νάρθηκα υπάρχει επίσης τριπλή διαίρεση στους θόλους με τυφλό τρούλλο στο κέντρο. Παρ' όλη τη διάσπαση στην ανωδομή, ο εσωτερικός χώρος του ναού εμφανίζεται ευρύς και ενιαίος και τονίζει τόσο το πλούσιο τέμπλο όσο και το εικονογραφικό πρόγραμμα, που είναι ιδιαίτερα πλούσιο. Στον τρούλλο κυριαρχεί μια σύνθεση με τον Παντοκράτορα, την Ετοιμασία Θρόνου και την Αγγελική Λειτουργία. Στο ιερό Βήμα, εκτός του συνηθισμένου ευχαριστιακού κύκλου υπάρχουν μαρτύρια των Αποστόλων, οίκοι του Ακαθίστου Ύμνου και σκηνές της Παλιάς Διαθήκης. Στον κεντρικό θόλο του ιερού εικονίζεται ο Χριστός ως Παλαιός των Ημερών και σ' εκείνον της δυτικής κεραίας η Φλεγόμενη Βάτος. Στον κυρίως ναό υπάρχουν όλοι οι κύριοι κύκλοι, το Δωδεκάορτο, τα Πάθη και τα μετά την Ανάσταση γεγονότα, θαύματα του Χριστού, σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου και του Προδρόμου, ο Ακάθιστος Ύμνος και θαύματα των αρχαγγέλων. Τέλος, στον ανατολικό τοίχο του νάρθηκα ζωγραφίσθηκε η Ζωοδόχος Πηγή και σκηνές από την Αποκάλυψη του Ιωάννη. Ανάμεσα στο πλήθος των σκηνών περιλαμβάνονται αρκετές με μεγάλο εικονογραφικό ενδιαφέρον, όπως εκείνες των μαρτυρίων των αποστόλων, που ακολουθούν πρότυπα της Μακεδονίας, άλλες με δυτικό χαρακτήρα, όπως η παραβολή του Άφρονος Πλουσίου και ο Εμπαιγμός με το Χριστό γονατιστό, οι παραστάσεις της Αποκάλυψης, καθώς και ορισμένες που μαρτυρούν επιδράσεις από τη Ρουμανία, όπως η Βάτος. Οι μορφές χαρακτηρίζονται από σωστό στήσιμο, ροδαλά χρώματα, κινημένη πτυχολογία και διακοσμητική διάθεση στα ενδύματα.
Η ποικιλία των προτύπων που χρησιμοποιούνται και η επιμέρους απόδοση των μορφών οδηγούν σε συσχέτιση του ομώνυμου ζωγράφου με το σημαντικότερο ζωγραφικό εργαστήριο της Θεσσαλίας τον 18ο αιώνα, που έγινε πρόσφατα γνωστό με το όνομα εργαστήριο της Αγιάς, ο κυριότερος εκπρόσωπος του οποίου υπήρξε ο ιερέας Θεόδωρος από την Αγιά και το έργο του στη μονή Δρακότρυπας (1754). Στο εργαστήριο αυτό εντάσσονται αρκετά έργα στην περιοχή της Καρδίτσας, της Τσαριτσάνης και της Αγιάς. Ο ζωγράφος της μονής Σπηλιάς ανήκει στην πρωιμότερη και πλέον τολμηρή ομάδα του εργαστηρίου, στην οποία αποδίδονται επίσης η ζωγραφική του Ν. Υπαπαντής στο Θετίδιο Φαρσάλων (1734), εκείνη της μονής Αγ. Αθανασίου Δροσάτου (1737), καθώς και τμήματα των ναών του Αγίου Νικολάου Τσαριτσάνης και Αγίου Γεωργίου Λεύκης Καρδίτσας.
Η διακοσμητική διάθεση των ζωγράφων αυτών, κυρίως ως προς τα μπαρόκ πλαίσια ορισμένων σκηνών και η αγάπη τους προς τη λεπτομέρεια δείχνει ότι υπήρξαν προηγουμένως ζωγράφοι φορητών εικόνων, πράγμα που αποδεικνύεται από τις αποδιδόμενες εικόνες, όπως εκείνες του τέμπλου της μονής Σπηλιάς. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο αποτελεί ένα ψηλό και ενδιαφέρον ξυλόγλυπτο με 3 σειρές εικόνων, η κατασκευή του οποίου ολοκληρώθηκε το 1779 σύμφωνα με σωζόμενη επιγραφή, με δαπάνη του ηγουμένου Γαβριήλ και των λοιπών μοναχών, από τους τεχνίτες Γεώργιο και Ιωάννη. Οι περισσότερες εικόνες του χρονολογούνται στα 1736, και μερικές παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, όπως η εικόνα της Θεοτόκου που αναφέρει ότι έγινε δια χειρός ελαχίστου Θεοδώρου εκ κώμης Αγιάς, και η εικόνα του Χριστού που αναφέρει ελάχιστος Θεόδωρος από την Μεγαλοβλαχίαν εκ κώμης Βουκουρέστι. Η έλλειψη συντήρησης των εικόνων δυσκολεύει την ταύτιση του ζωγράφου αυτού, που παρουσιάζει ωστόσο αρκετές ομοιότητες με εκείνον του καθολικού. Στη μονή φυλάσσονται ακόμη και άλλα κειμήλια (λειψανοθήκες, θυμιατά κ.α.), τα περισσότερα από τα οποία φέρουν επιγραφές του 18ου αιώνα, εποχή της μεγαλύτερης ακμής της. Το σημαντικότερο από αυτά, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Σπηλιώτισσας, βρίσκεται στο νέο καθολικό και είναι μικρή εικόνα της Οδηγήτριας, επαργυρωμένη. μονή Σπηλιάς λειτουργεί ακόμη και σήμερα, μετά από ερήμωση δεκαετιών στον 20ό αιώνα και εξακολουθεί να συγκεντρώνει πλήθη προσκυνητών, ενώ συσπειρώνει γύρω της τους πληθυσμούς της Αργιθέας, που κινδυνεύει πλέον με ερήμωση. Η προστασία και η ανάπτυξή της αντανακλούν σε ολόκληρη την περιοχή, η οποία χάρη σ' αυτήν και ορισμένα άλλα μνημεία - σύμβολα μπορεί να ανακαλέσει μέρος από την ευημερία του παρελθόντος και να οδηγηθεί σε ένα ελπιδοφόρο μέλλον.
ΤΕΜΠΛΟ
ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ & ΕΠΙΧΡΥΣΩΜΕΝΟ
Στη μονή φυλάσσονται λείψανα του παλιού τέμπλου που μπορεί να χρονολογηθεί στα μέσα του 17ου αιώνα και περιλαμβάνει τμήμα από τη σειρά της Μεγάλης Δέησης, (αποστολικά), με 8 μορφές κάτω από αχιβάδες, καθώς και τμήμα από τη σειρά του 12όρτου με 10 σκηνές, όπου διακρίνονται ο Ευαγγελισμός, η Γέννηση, η Υπαπαντή και η Βάπτιση. Υπάρχουν επίσης τοξωτά τμήματα που αποτελούσαν επίστεψη του τέμπλου ή το πιθανότερο τμήματα χορού (πολυέλαιου για κεριά). Έχουν ενδιαφέρουσα διάτρητη διακόσμηση με πουλιά που ραμφίζουν καρπούς.
ΛΕΙΨΑΝΑ
ΦΥΛΑΣΣΟΤΑΝ ΙΚΑΝΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΓΙΩΝ
ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
Όπως των Αγίων Απ. Βαρνάβα, Χαραλάμπους,Αθανασίου και Ιωάσαφ των Μετεωριτών, Κωνσταντίνου Καπούας κ.α.. Όταν το 2004 η αδελφοτητα της Ιεράς Μονής ανέλαβε την διοίκηση της Μονής δυστυχώς δεν βρέθηκε τίποτα απο τα ως άνω αναφερόμενα ιερά λείψανα.και δεν υπήρξε η δυνατότητα πληροφόρησης για την τύχη τους. Επειδή τα λείψανα αποτελούν δοχεία της χάριτος του Θεού την οποία και μεταδίδουν αφθονοπάροχα σε όσους μετά πίστεως τα ασπάζονται, διακαής ήταν η επιθυμία της αδελφότητας της Ιεράς Μονής να αποκτήσει και πάλι Ιερά Λείψανα προς ευλογία των πατέρων και των πολυπληθών προσκυνητών.
ΜΕ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΦΥΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΩΝ ΚΑΤΩΘΙ ΑΓΙΩΝ
Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως
(9 Νοεμβρίου- 2 Σεπτεμβρίου)
Αγίου Χαραλάμπους
(10 Φεβρουαρίου)
Αγίου Σιλβέστρου Πάπα Ρώμης
(2 Ιανουαρίου)
Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας
(9 Ιουνίου / 18 Ιανουαρίου)
Αγίου Αποστόλου & Ευαγγελιστού Λουκά
(18 Οκτωβρίου)
Αγίου Αποστόλου Φιλίππου
(14 Νοεμβρίου)
Αγίων Αποστόλων Βαρθολομαίου & Βαρνάβα
(11 Ιουνίου)
Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ευφημίας
(11 Ιουλίου/16 Σεπτεμβρίου)
Αγίου Ιωάννου Ελεήμονος
(12 Νοεμβρίου)
Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού
(4 Δεκεμβρίου)
Αγίου Δαβίδ του Γέροντος
(1 Νοεμβρίου)
Αγίου Κωνσταντίνου Υδραίου
(14 Νοεμβρίου)
Αγίου Γεωργίου εν Ιωαννίνοις
(17 Ιανουαρίου)
Αγίου Παντελεήμονος
(27 Ιουλίου)
Αγίου Ευθυμίου του Νέου
(15 Οκτωβρίου)
Αγίου Ιωσήφ του Γεροντογιάννη
(7 Αυγούστου / Τετάρτη Διακαινησίμου)
Αγίας Ξένης
(24 Ιανουαρίου)
Αγίου Ιωάννου εξ Αγαρηνών
(23 Σεπτεμβρίου)
Αγίων Οσιομαρτύρων εν Ταώ Πεντέλης
(Τρίτη Διακαινησίμου)
Αγίας Κυριακής
(7 Ιουλίου)
Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου
( 3 Οκτωβρίου)
Αγίου Ραφαήλ του εν Θέρμη Λέσβου
(Τρίτη Διακαινησίμου)
Αγίου Γεωργίου Τροπαιοφόρου
(23 Απριλίου)
Αγίου Δημητρίου Μυροβλήτου
(16 Οκτωβρίου)
Αγίου Λαζάρου τετραημέρου
(17 Οκτωβρίου, Σάββατο Λαζάρου)
Αγίας Μαρίνης
(17 Ιουλίου)
Αγίου Μάμαντος
(2 Σεπτεμβρίου)
Αγίου Νικολάου Πλανά
(2 Μαρτίου)
Αγίου Λουκά Κριμαίας. Ρώσσου Ιατρού
(11 Ιουνίου)
Αγίου Απoστόλου Ιακώβου Αδελφοθέου
(23 Οκτωβρίου / Κυριακή
μετα Χριστουγέννων)
Αγίου Βασιλείου Μεγάλου
(1 Ιανουαρίου)
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
(13 Νοεμβρίου / 27 Ιανουαριου)
Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου
(25 Ιανουαρίου)
Αγίας Ειρήνης
(5 Μαΐου)
Αγίου Μοδέστου Ιεροσολύμων
(16 Δεκεμβρίου)
Αγίου Ιωάννου Μοναγρίτου
(4 Ιουνίου)
Αγίου Αποστόλου Ανδρέου Πρωτοκλήτου
(30 Νοεμβρίου)
Αγίου Ειρηναίου Επισκόπου Λυών
(23 Αυγούστου)
Τήν ημέρα της εορτής των Αγίων τελείται στην Μονή Θεία Λειτουργία.
ΜΕΤΟΧΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΤΟΥΣΙΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΩΣΤΗ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΜΕΣΟΒΟΥΝΙΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΠΕΤΡΙΛΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΣΙΟΥ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΒΡΑΓΓΙΑΝΩΝ
ΓΛΩΣΣΕΣ-LANGUAGES
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
info@monispilias.gr
Τ.Κ. 43 060 - Τηλ.: 2445 0 31739 - Fax: 2445 0 31 738
Τραπεζικοί Λογαριασμοί Μονής:
Εθνική Τράπεζα: 368/296085-08
Αγροτική Τράπεζα: 244 03
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΠΗΛΙΑΣ