Του Δομήνικου Βερίλλη
Στις 16 Ιουνίου του 1913 (με το παλαιό ημερολόγιο 29 Ιουνίου με το σημερινό, το νέο, ημερολόγιο)ξεκίνησε ο Β΄Βαλκανικός πόλεμος που διήρκεσε έως τις 31 Ιουλίου του 1913. Ο πόλεμος αυτός διεξήχθη ανάμεσα στην Βουλγαρία και τις υπόλοιπες χώρες του βαλκανικού συνασπισμού (με τις οποίες είχε συμμαχήσει κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο) τη Σερβία, την Ελλάδα και το Μαυροβούνιο. Κατά δε την εξέλιξή του, κατά της Βουλγαρίας στράφηκαν επίσης η Ρουμανία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η διαφορά του από τον Α΄ Βαλκανικό πόλεμο, που προηγήθηκε ήταν ότι τώρα η Βουλγαρία πολέμησε τους πρώην συμμάχους της, προκειμένου να πετύχει ευνοϊκότερη διανομή των ευρωπαϊκών εδαφών που αποσπάστηκαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον προηγούμενο πόλεμο.
Είχε προηγηθεί ο Α΄Βαλκανικός πόλεμος όταν η Ελλάδα, η Σερβία, η Βουλγαρία και το Μαυροβούνιο κήρυξαν επίσημα τον πόλεμο κατά της Τουρκίας . Η κατάληψη των Ιωαννίνων, μετά από νυχτερινή διείσδυση του 9ου Τάγματος Ευζώνων Καρδίτσης, καθώς η κατάληψη της Θεσσαλονίκης , μετά την διάσπαση του τουρκικού μετώπου άμυνας στη μάχη των Γιαννιτσών πάλι από το 9ο ΤΕ, υπήρξαν δύο από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού στρατού.
Ιδιαίτερα το τελευταίο δεν άρεσε στη Βουλγαρία η οποία διαθέτοντας τον πλέον ισχυρό στρατό τα ήθελε «όλα δικά της». Έτσι η Βουλγαρία παρόλο ότι είχε καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας( είχε καταλάβει το Κιλκίς, τις Σέρρες, τη Δράμα, την Καβάλα, την Ξάνθη, την Κομοτηνή, την Αλεξανδρούπολη, την Ραιδεστό και την Ανδριανούπολη) ήθελε και τη Θεσσαλονίκη καθώς και εδάφη που είχε καταλάβει προηγουμένως, από τους Οθωμανούς, η Σερβία.
Αντίθετα η Ελλάδα εισήλθε στους Βαλκανικούς πολέμους με μικρές, σχετικά, προσδοκίες . Είναι χαρακτηριστικό ότι εισήλθε στη συμμαχία Βουλγαρίας – Σερβίας την τελευταία στιγμή, ενώ και σε μία σύσκεψη που έγινε στην Αθήνα, πριν την έναρξη του πολέμου, μόνον ο Ελευθέριος Βενιζέλος πίστευε ότι ο ελληνικός στρατός θα έμπαινε πρώτος στη Θεσσαλονίκη. Δεν ήταν, δε, και μακριά , χρονικά, το 1897, που η Ελλάδα είχε υποστεί μία ταπεινωτική ήττα . Επίσης η Ελλάδα, είχε μεν ισχυρό ναυτικό, αλλά στο στρατό ξηράς διέθετε, αρχικά, μόνον 110 χιλ. στρατό , έναντι 220 χιλ της Σερβίας , 300 της Βουλγαρίας και 30 χιλ. του Μαυροβουνίου.
Αλλά ,την περίοδο εκείνη, έλαμψε η ικανότητα του Ελευθερίου Βενιζέλου. Υπήρξε όχι μόνον εμπνευσμένος πολιτικός αλλά και ο αποφασιστικός ηγέτης που έπαιρνε τα ρίσκα όποτε έπρεπε με τη δημιουργία στρατιωτικών συμμαχιών και ευνοϊκών πολιτικών συσχετισμών και συγχρόνως υπήρξε ρεαλιστής και διαλεκτικός όπου το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Κυρίως , όμως, τον κυρίαρχο ρόλο έπαιξαν οι Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί μιας και το αποτέλεσμα κρίθηκε στα πεδία των μαχών.
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΖΩΝΙΚΟ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ
Κατά τους δύο αυτούς πολέμους πρυτάνευσε το πνεύμα της ανδρείας , της ορμητικότητας, της αυτοθυσίας. Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι πάντοτε από τους ηγήτορες και τους μαχητές εδίδετο το σύνθημα: «Εμπρός δια της λόγχης». Φρούρια θεωρούμενα ως απόρθητα , στενά ως αδιάβατα, τοποθεσίες ως απρόσιτες καταλαμβάνονταν μέσα σε λίγο χρόνο από τα ελληνικά τμήματα με κεραυνοβόλες επιθέσεις . Όλοι συναγωνίζονταν ποιος θα φθάσει πρώτος στα εχθρικά χαρακώματα, ενώ η γενναιότητα ήταν η πρώτη αρετή. Μεταξύ όλων των ηρωικών τμημάτων του Στρατού μας , το ηρωικότερο όλων, κατά γενική ομολογία, υπήρξε το Ευζωνικό της Καρδίτσας . Και εδώ αναφερόμαστε αρχικά στο 9ο Τάγμα Ευζώνων (ΤΕ) του 1ου Συντάγματος Ευζώνων (ΣΕ). Ενώ αργότερα σε ολόκληρο το 1Ο ΣΕ (το οποίο, από μία περίοδο και έπειτα , άρχισε να αποκαλείται 1/38 ΣΕ Καρδίτσης). Βέβαια οι διοικητές αυτών των τμημάτων της περιοχής μας, ορίζονταν από την διοίκηση του Ελληνικού στρατού με υπηρεσιακά κριτήρια και ήταν από διάφορες περιοχές της χώρας μας, ενώ το σύνολο των κατώτερων αξιωματικών και στρατιωτών ήταν από την περιοχή μας. Το ευτύχημα για την Ελλάδα ήταν ότι στο καλύτερο στρατιωτικό τμήμα του ελληνικού στρατού υπηρέτησαν, ως διοικητές, ικανότατοι και ανδρείοι αξιωματικοί και συγκεκριμένα ο Συνταγματάρχης Διονύσιος Παπαδόπουλος και οι πασίγνωστοι Ταγματάρχες Νικόλαος Γεωργούλης και Ιωάννης Βελισσαρίου.
Το τέλος του πολέμου στα πεδία των μαχών γράφηκε ουσιαστικά στα υψώματα πάνω από την σημερινή πόλη Μπλαγκόεβγκραντ (τότε Άνω Τζουμαγιά) όπου το 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων απέκρουσε, σε τριήμερη μάχη, την μεγαλύτερη επίθεση του βουλγαρικού στρατού. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους 1000 περίπου Εύζωνες που διέθετε, στην αρχή του πολέμου, το 9ου Τάγματος Ευζώνων Καρδίτσης, έμειναν μάχιμοι 79 στρατιώτες και ένας ανθυπολοχαγός. Όλοι οι άλλοι είτε σκοτώθηκαν, είτε τραυματίστηκαν σοβαρά.
Σε διπλωματικό επίπεδο το τέλος του πολέμου επισημοποιήθηκε στο Βουκουρέστι με την υπογραφή της ομώνυμης Συνθήκης. Την Ελλάδα εκπροσώπησε επάξια ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ο οποίος, παρόλους τους άριστους χειρισμούς και τις μεγάλες επιτυχίες, κατηγορήθηκε ακόμη και αυτός ως συμβιβαστικός.
Σήμερα στην Ελλάδα ανήκει το 53% της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας. Δεν γνωρίζουν όμως όλοι ότι αυτό δεν ήταν, από την αρχή, δεδομένο … Ότι υπήρξε το αποτέλεσμα, κυρίως, των δύο, πολύ σκληρών, Βαλκανικών πολέμων, του 1912-1913, οι οποίοι αποτέλεσαν ένα μεγάλο σταθμό της ιστορίας μας. Υπήρξαν όχι μόνον ένδοξοι και νικηφόροι αλλά και ευτυχείς γιατί με τους πολέμους αυτούς η Ελλάδα διπλασιάστηκε σε πληθυσμό και έκταση. Στους πολέμους, δε, αυτούς το 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων Καρδίτσης, αλλά και το 5ο Σύνταγμα Πεζικού Τρικάλων ( αποτελούμενο από Καρδιτσιώτες και Τρικαλινούς στρατιώτες) υπήρξαν οι μεγάλοι πρωταγωνιστές.