Το φρουριακό συγκρότημα, τύπος καστρομονάστηρο, της Μονής Μεταμόρφωσης του Σωτήρος είναι ένα σπουδαίο θρησκευτικό μνημείο που στολίζει την Αργιθέα. Βρίσκεται 3 χιλιόμετρα δυτικά-νοτιοδυτικά από τα Βραγκιανά. Είναι χτισμένο σε ένα θαυμάσιο, ευρύχωρο, κατάφυτο πλάτωμα της βορειοανατολικής πλευράς του όρους Μυρμιτζάλα (1542 μ. υψ.) σε ένα πραγματικό μπαλκόνι στα 662 μ. υψ., με θέα τα Βραγκιανά και τους συνοικισμούς τους. Το κτιριακό του συγκρότημα έχει το συνηθισμένο για τις μονές τετράπλευρο σχήμα, που στη συγκεκριμένη περίπτωση λόγω του βραχώδους εδάφους κλίνει προς το τραπέζιο.
Για αιώνες στέκει σαν περιτειχισμένο κάστρο στην βραχώδη έξαρση, εποπτεύοντας μεγάλο τμήμα της περιοχής, τον ποταμό Αχελώο, τη διάβαση προς Νεοχώρια - Κέδρα και το θεόρατο τείχος που σχηματίζει ο Κόκκινος Στανός με τις κορφές Γαλάτσι (1894 μ. υψ.), Μαντριά (1784 μ. υψ.) και Πύργος (1642 μ. υψ.). Αποτελείται από τον κυρίως ναό με χορούς και είσοδο από δυτικά και μεταγενέστερο νάρθηκα με είσοδο ομοίως από δυτικά. Γενικές εξωτερικές διαστάσεις του κυρίως ναού 5,18Χ7,90 μ. και του νάρθηκα 3,38Χ5,80 μ. Η αναλογία πλάτους μήκους εσωτερικού χώρου είναι 1:1,72 και το ύψος της ξύλινης οροφής 3,50 μ. Ο ναός ήταν πάντοτε ξυλόστεγος και ποτέ θολωτός.
Ο θρύλος θέλει την εικόνα να βρίσκεται στο Άγιο Στεφάνι (Γούβες) και το φως της καντήλας που οδήγησε στην εύρεσή της, να το βλέπουν ακόμη και σήμερα οι περίοικοι, αλλά λόγω του απόκρημνου της τοποθεσίας να κτίζεται στη τωρινή θέση, απέναντι από την αρχική εύρεση της εικόνας. Το χρόνο ανέγερσης του ναού μαρτυρεί η κτιτορική επιγραφή, που βρίσκεται πάνω από την είσοδο του καθολικού: ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ Ο ΘΗΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΣΟΤΙΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗCΟΥ ΧΡΙCΤΟΥ ΔHΑ ΣHΝΔΡΟΜΗΣ ΠΑΡΘΕΝHΟΥ ΙΕΡΟΜΩΝΑΧΟΥ ΧΑΝΕ ΜΗΝ ΙΟΥΛΗΟC ΙΑ Πολλοί θεωρούν ότι πρόκειται για αναγραμματισμό στην επιγραφή και δέχονται το «ΧΑΝΕ» ως Α΄ΧΝΕ» και δίνουν ως ημερομηνία κτίσης του ναού την 11 Ιουλίου 1655. Μελέτη του Γαλλικού ινστιτούτου τάσσεται υπέρ του 1155.
Ακόμη μέσα στο ναό βρίσκουμε ημερομηνίες (άλλες 2) προγενέστερες του 1655 (1625 σε μεταγενέστερη πρόθεση της Μονής και 1653 στη βάση του σταυρού επάνω από το τέμπλο: ΕΠΗ ΕΤΟΥΣ ΖΡΞΑ δηλ. 7161-5508 = 1653) και πρέπει να τις δεχτούμε και αυτές ως λάθος για να ισχύει το 1655. Μελετητές έχουν προσπαθήσει κατά καιρούς να εξηγήσουν την αναγραφή διαφορετικών ημερομηνιών κτίσης που υπάρχουν μέσα στο ναό και σε αντικείμενα του ναού. Έτσι η καθηγήτρια Αννίτα Πρασσά, αναφερόμενη στην ημερομηνία 1625 που συνάντησε σε πρόθεση της Μονής, λέει χαρακτηριστικά: «αυτό με οδηγεί σε τρεις πιθανές εξηγήσεις:
α) ο Χριστόφορος κατά λάθος έγραψε 1625 αντί για 1655 (ερμηνεύοντας τη χρονολογία της κτιτορικής επιγραφής ΧΑΝΕ σε 1625 αντί για 1655.
β) Η θεμελίωση του ναού άρχισε το 1625 και η ανέγερσή του ολοκληρώθηκε 30 χρόνια μετά,
γ) Στην κτιτορική επιγραφή γράφτηκε λανθασμένα ΧΑΝΕ αντί ΧΑΚΕ (και σωστότερα ΑΧΚΕ).
Άλλωστε οι μοναχοί τότε δεν είχαν τις ανάλογες γνώσεις ώστε να χρησιμοποιούν σωστά τα γράμματα της αλφαβήτου στη χρονολόγηση. Αυτό αποδεικνύεται και από τον αναγραμματισμό ΧΑΝΕ αντί αχνε». Θα προσθέσω μια ακόμη χρονολογία αρχικής κτίσης για να μπερδέψω περισσότερο τους ερευνητές. Το Χ προφανώς ορίζει την από Χριστού χρονολόγηση και το ΑΝΕ φέρνει στο 1055.
Χρονολογία που αν σκεφτούμε είναι της ίδιας εποχής με την κτίση της μικρής εκκλησίας της Σπηλιάς (1064) και πιο κοντά στην περίοδο της εικονομαχίας, τότε που πολλές εικόνες ήρθαν στα Άγραφα από τη Μικρά Ασία. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να αποκλειστεί η υπόθεση ότι στο χώρο που καταλαμβάνει ο σημερινός ναός βρισκόταν άλλος παλαιότερος πιθανόν στην ημερομηνία που προτείνει το Γαλλικό Ινστιτούτο (1155) ή 1055 και ότι τελικά σώζεται συγκεχυμένα η μνήμη δύο ναών.
Ο νάρθηκας Ο σημερινός νάρθηκας προστέθηκε μεταγενέστερα, σύμφωνα με την επιγραφή στο εσωτερικό μέρος της εισόδου του. «ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΗΘΗ Ο ΙΕΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΟΣ ΝΑΟΣ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΕ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΑΓ. ΡΑΔΟΒΙΣΔΙΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΕΥΟΝΤΟΣ Κ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΙΣΤΟΡΗΘΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΔΕΛΦΩΝ ΕΚ ΚΩΜΗΣ ΣΠΗΝΑΣΑΣ 1797 ΜΑΓΙΟΥ ΚΕ» Η Μονή ανήκε στην επισκοπή Ραδοβισδίου, η έδρα της οποίας ήταν βόρεια του οικισμού, στη σημερινή θέση "Παναγία Επισκοπή" του συνοικισμού Δένδρος Βραγκιανών. Στον εξωτερικό χώρο κυριαρχούν οι τσιμεντένιοι αναβαθμοί, χρήσιμοι στη διάρκεια θρησκευτικών εκδηλώσεων, και ο ψηλός περίβολος με την κεντρική είσοδο της Μονής που φέρνει στο εσωτερικό της. Εντύπωση προκαλεί η πλακοστρωμένη αυλή, η καθαρότητα του χώρου και τα πολλά περιποιημένα άνθη. Πάνω από την είσοδο βρίσκεται το αρχονταρίκι και μακρύτερα, τα κελιά, τα άλλα βοηθητικά κτίρια, η βιβλιοθήκη και ο ηγουμενείο.
Σχεδόν στο κέντρο του χώρου δεσπόζει ο μικρός τρίκογχος ναός με χορούς και είσοδο από δυτικά. Το καθολικό διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση μετά τη μελέτη και τις εργασίες αποκατάστασής του, οι οποίες έγιναν το 2007 - 2008. Οι τοιχογραφίες έγιναν σε δύο φάσεις, με πρώτη στον κυρίως ναό κατά το χρόνο κτίσης του. Ακολούθησε ο νάρθηκας στα 1797 από τους αδελφούς Θεόδωρο και Αθανάσιο από τη Σπινάσα (Νεράιδα).
Σύμφωνα με χρονολογία στη βάση του σταυρού πάνω από το τέμπλο, αυτό έγινε το ΖΡΞΑ (=1653) ενώ μια επισκευή του, επί ηγουμενίας Φιλοθέου, μαρτυρείται από επιγραφή 1889, Ιανουαρίου 25. Επι τουρκοκρατίας, η Μονή προίκιζε κατ' έτος 5 άπορα κορίτσια, πλήρωνε τον δάσκαλο του χωριού, έδωσε τα οικόπεδα για την ανοικοδόμηση του Ναού του Αγίου Δημητρίου και του δημοτικού σχολείου, ενώ ο οικισμός Γρυμπιανά φτιάχτηκε σε έκταση της Μονής. Πολλοί αγωνιστές έτυχαν της φιλοξενίας της, ενώ οι Καραϊσκάκης, Κατσαντώνης και οι Μπουκουβαλαίοι, την χρησιμοποιούσαν για ανεφοδιασμό.
Τέλος εκεί φιλοξενήθηκαν 54 κατατρεγμένοι Σουλιώτες των οποίων την διέλευση στην Πάργα διευκόλυνε η Μονή. Στις 18 Δεκεμβρίου 1862, 17 Τουρκαλβανοί μπήκαν από ένα παράθυρο στη Μονή και κατέσφαξαν τους 6 μοναχούς, τον ηγούμενο Κωνσταντίνο και τον Ιερέα του χωριού Αθανάσιο. Διά βασιλικού διατάγματος της 29ης Ιανουαρίου 1907 (Φ.Ε.Κ. 19/29/01/1907) υπήχθη ώς μετόχιο στη Μονή Σπηλιάς. Φυλάσσονται Ιερά λείψανα των Αγίων Παντελεήμονος, Τρύφωνος, Βασιλείου, Αβερκίου και Ιακώβου του Πέρσου. Η πρώτη ανακαίνιση Το 1948 με πρωτοβουλία του αείμνηστου παπαδάσκαλου και αρχιερατικού επίτροπου Βραγκιανών, Κωνσταντίνου Δημ. Μπαμπάτσικου, ξεκίνησε μια προσπάθεια ανακαίνισής του. Ατυχώς όμως λόγω κλονισμού της υγείας του και των γηρατειών του δεν μπόρεσε να φέρει εις πέρας το έργο του. Την 6 Ιουλίου 1952 ο Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος, ο αείμνηστος Κύριλλος διόρισε τριμελή διαχειριστική επιτροπή με μοναδικό στόχο την ανακαίνιση της Μονής. Πάνω από την είσοδο του ναού υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με τα ονόματα της τριμελούς επιτροπής. Η διαχειριστική αυτή επιτροπή άρχισε το μεγάλο και βαρύ της έργο, και έθεσε τέρμα στη συνεχιζόμενη καταστροφή της. Κινητοποίησε τους χωριανούς, οι οποίοι με προσωπική εργασία και προσφορά υλικών, συμμετείχαν στο έργο της «ανόρθωσης».
Τον Αύγουστο του 1952 δυο κτίστες από την Άρτα ο Χρίστος και Δημήτρης Καλύβας ξεκίνησαν την ανακαίνιση της Μονής. Χρήματα τότε δεν υπήρχαν στη Μονή παρά ελάχιστα. Με τις επίμονες εκκλήσεις της επιτροπής όλοι οι κάτοικοι του χωρίου προσέφεραν με προθυμία τον οβολό τους, μα τα συγκεντρωθέντα ήταν «σταγόνα στον ωκεανό» μπροστά στη μεγάλη δαπάνη που είχε προγραμματιστεί για το όλο έργο. Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Κύριλλος στον οποίον προσέφυγε η επιτροπή την εφοδίασε με άδεια περιφοράς των Αγίων Λειψάνων της Μονής εις τους Δήμους Αργιθέας και Απεραντίων Ευρυτανίας. Στις συγκινητικές αυτές επιστολές οι ξενιτεμένοι ανταποκρίθηκαν με προθυμία και με τα εμβάσματα τους ενισχύθηκε σημαντικά το ταμείο της επιτροπής και οι οικοδομικές εργασίες συνεχίστηκαν ως τα μέσα Αυγούστου 1957. Έτσι το μοναστήρι ξανακτίστηκε, απέκτησε υδραγωγείο σύγχρονο και περιμάνδρωση όπως ήταν πριν. Ανατολικά κτίστηκε το καμπαναριό, δυτικά κατασκευάστηκαν τρία ανώγεια κελιά με τρία ισόγεια και υπόστεγο.
Στη βορινή πλευρά του μαντρότοιχου, το μαγειρείο, η αποθήκη της Μονής που φυλάσσονται τα μαγειρικά της σκεύη. Επίσης είχε κατασκευαστή ο ξενώνας κι έχουν τοποθετηθεί μέσα τραπέζια επιμήκη και καθίσματα για τους προσκυνητές. Με υπόδειξη τότε του αείμνηστου Μητροπολίτη Κυρίλλου εντοιχίστηκε μπροστά στο ναό μία αναμνηστική πλάκα που αναγράφει: «Η αρχαία αυτή Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος καταστραφείσα με την πάροδον του χρόνου, ανεκαινίσθη κατά τα έτη 1952 - 1956 αρχιερατεύοντος του Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος κ.κ. Κυρίλλου επιτροπευόντων των: Βασιλείου Ευαγ. Κωτσιώρη Διδασκάλου Μανθαίου Αθ. Οικονόμου ιερέως Κων/νου Γεωργ. Στεργιούλη ιερέως Και τη συνδρομή απάντων των κατοίκων της περιοχής.»
Η σημερινή προσπάθεια Η πιο πρόσφατη προσπάθεια είναι αυτή που ξεκίνησε το 2004 και συνεχίζεται με προσωπικό έργο των μοναχών που εγκαταστάθηκαν στο μοναστήρι. Για αυτό το έργο όμως, μας μιλάει, ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Λεόντιος: «Η εγκατάστασή μας στο μοναστήρι έγινε τον Ιούλιο του 2004 από τον τότε μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλλων κ.κ. Θεόκλητο, σήμερα στην Μονή εκτός από την ταπεινότητα μου ως καθηγούμενου εγκαταβιούν ο ιερομόναχος Αναστάσιος, ο ιερομόναχος Διόδωρος, και οι δόκιμοι μοναχοί Χρήστος και Νικόλαος. Κατά τον ερχομό μας στο μοναστήρι υπήρχε κατάσταση εγκατάλειψης, παρ΄ όλα αυτά μας προκάλεσε μεγάλη εντύπωση ο εναγκαλισμός ευθύς εξαρχής του κόσμου πράγμα που δείχνει την αγάπη των κατοίκων της περιοχής για το μοναστήρι τους, με πολύ μεράκι και προσωπικό αγώνα την βοήθεια του πρώην μητροπολίτου μας κ.κ. Θεόκλητου και του μετέπειτα επίσης αξιόλογου και δραστήριου μητροπολίτη μας κ.κ. Κυρίλλου αλλά και τον κατοίκων καταφέραμε να αφαιρέσουμε τα τσιμέντα και τους σοβάδες από τους τοίχους της Μονής και τον κελιών και να αναδειχτεί ο παραδοσιακός χαρακτήρας της. Ανακαινίστηκε η εκκλησία μετά από μελέτη που έγινε από την αρχαιολογική υπηρεσία.
Φτιάχτηκαν οι σκεπές των κελιών, η τραπεζαρία και διακοσμήθηκε με πολύ ωραία ψηφιδωτά, τελείωσε η αποκατάσταση του οχυρωματικού τοίχους της Μονής. Πλακοστρώθηκε ο αυλόγυρος με πλάκα και στον εσωτερικό χώρο της Μονής και στον εξωτερικό, έγινε το αρχονταρίκι για την φιλοξενία των επισκεπτών και πολλά αλλά έργα, και έτσι το μοναστήρι μας μετά την ανακαίνισή του αποτελεί ένα κόσμημα και ένα ζωντανό ακόμα πνευματικό φάρο, για τον τόπο και την ορθοδοξία μας».
Για αιώνες στέκει σαν περιτειχισμένο κάστρο στην βραχώδη έξαρση, εποπτεύοντας μεγάλο τμήμα της περιοχής, τον ποταμό Αχελώο, τη διάβαση προς Νεοχώρια - Κέδρα και το θεόρατο τείχος που σχηματίζει ο Κόκκινος Στανός με τις κορφές Γαλάτσι (1894 μ. υψ.), Μαντριά (1784 μ. υψ.) και Πύργος (1642 μ. υψ.). Αποτελείται από τον κυρίως ναό με χορούς και είσοδο από δυτικά και μεταγενέστερο νάρθηκα με είσοδο ομοίως από δυτικά. Γενικές εξωτερικές διαστάσεις του κυρίως ναού 5,18Χ7,90 μ. και του νάρθηκα 3,38Χ5,80 μ. Η αναλογία πλάτους μήκους εσωτερικού χώρου είναι 1:1,72 και το ύψος της ξύλινης οροφής 3,50 μ. Ο ναός ήταν πάντοτε ξυλόστεγος και ποτέ θολωτός.
Ο θρύλος θέλει την εικόνα να βρίσκεται στο Άγιο Στεφάνι (Γούβες) και το φως της καντήλας που οδήγησε στην εύρεσή της, να το βλέπουν ακόμη και σήμερα οι περίοικοι, αλλά λόγω του απόκρημνου της τοποθεσίας να κτίζεται στη τωρινή θέση, απέναντι από την αρχική εύρεση της εικόνας. Το χρόνο ανέγερσης του ναού μαρτυρεί η κτιτορική επιγραφή, που βρίσκεται πάνω από την είσοδο του καθολικού: ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ Ο ΘΗΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΣΟΤΙΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗCΟΥ ΧΡΙCΤΟΥ ΔHΑ ΣHΝΔΡΟΜΗΣ ΠΑΡΘΕΝHΟΥ ΙΕΡΟΜΩΝΑΧΟΥ ΧΑΝΕ ΜΗΝ ΙΟΥΛΗΟC ΙΑ Πολλοί θεωρούν ότι πρόκειται για αναγραμματισμό στην επιγραφή και δέχονται το «ΧΑΝΕ» ως Α΄ΧΝΕ» και δίνουν ως ημερομηνία κτίσης του ναού την 11 Ιουλίου 1655. Μελέτη του Γαλλικού ινστιτούτου τάσσεται υπέρ του 1155.
Ακόμη μέσα στο ναό βρίσκουμε ημερομηνίες (άλλες 2) προγενέστερες του 1655 (1625 σε μεταγενέστερη πρόθεση της Μονής και 1653 στη βάση του σταυρού επάνω από το τέμπλο: ΕΠΗ ΕΤΟΥΣ ΖΡΞΑ δηλ. 7161-5508 = 1653) και πρέπει να τις δεχτούμε και αυτές ως λάθος για να ισχύει το 1655. Μελετητές έχουν προσπαθήσει κατά καιρούς να εξηγήσουν την αναγραφή διαφορετικών ημερομηνιών κτίσης που υπάρχουν μέσα στο ναό και σε αντικείμενα του ναού. Έτσι η καθηγήτρια Αννίτα Πρασσά, αναφερόμενη στην ημερομηνία 1625 που συνάντησε σε πρόθεση της Μονής, λέει χαρακτηριστικά: «αυτό με οδηγεί σε τρεις πιθανές εξηγήσεις:
α) ο Χριστόφορος κατά λάθος έγραψε 1625 αντί για 1655 (ερμηνεύοντας τη χρονολογία της κτιτορικής επιγραφής ΧΑΝΕ σε 1625 αντί για 1655.
β) Η θεμελίωση του ναού άρχισε το 1625 και η ανέγερσή του ολοκληρώθηκε 30 χρόνια μετά,
γ) Στην κτιτορική επιγραφή γράφτηκε λανθασμένα ΧΑΝΕ αντί ΧΑΚΕ (και σωστότερα ΑΧΚΕ).
Άλλωστε οι μοναχοί τότε δεν είχαν τις ανάλογες γνώσεις ώστε να χρησιμοποιούν σωστά τα γράμματα της αλφαβήτου στη χρονολόγηση. Αυτό αποδεικνύεται και από τον αναγραμματισμό ΧΑΝΕ αντί αχνε». Θα προσθέσω μια ακόμη χρονολογία αρχικής κτίσης για να μπερδέψω περισσότερο τους ερευνητές. Το Χ προφανώς ορίζει την από Χριστού χρονολόγηση και το ΑΝΕ φέρνει στο 1055.
Χρονολογία που αν σκεφτούμε είναι της ίδιας εποχής με την κτίση της μικρής εκκλησίας της Σπηλιάς (1064) και πιο κοντά στην περίοδο της εικονομαχίας, τότε που πολλές εικόνες ήρθαν στα Άγραφα από τη Μικρά Ασία. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να αποκλειστεί η υπόθεση ότι στο χώρο που καταλαμβάνει ο σημερινός ναός βρισκόταν άλλος παλαιότερος πιθανόν στην ημερομηνία που προτείνει το Γαλλικό Ινστιτούτο (1155) ή 1055 και ότι τελικά σώζεται συγκεχυμένα η μνήμη δύο ναών.
Ο νάρθηκας Ο σημερινός νάρθηκας προστέθηκε μεταγενέστερα, σύμφωνα με την επιγραφή στο εσωτερικό μέρος της εισόδου του. «ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΗΘΗ Ο ΙΕΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΟΣ ΝΑΟΣ ΔΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΕ ΚΑΙ ΕΞΟΔΩΝ ΑΓ. ΡΑΔΟΒΙΣΔΙΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΕΥΟΝΤΟΣ Κ. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΙΣΤΟΡΗΘΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΔΕΛΦΩΝ ΕΚ ΚΩΜΗΣ ΣΠΗΝΑΣΑΣ 1797 ΜΑΓΙΟΥ ΚΕ» Η Μονή ανήκε στην επισκοπή Ραδοβισδίου, η έδρα της οποίας ήταν βόρεια του οικισμού, στη σημερινή θέση "Παναγία Επισκοπή" του συνοικισμού Δένδρος Βραγκιανών. Στον εξωτερικό χώρο κυριαρχούν οι τσιμεντένιοι αναβαθμοί, χρήσιμοι στη διάρκεια θρησκευτικών εκδηλώσεων, και ο ψηλός περίβολος με την κεντρική είσοδο της Μονής που φέρνει στο εσωτερικό της. Εντύπωση προκαλεί η πλακοστρωμένη αυλή, η καθαρότητα του χώρου και τα πολλά περιποιημένα άνθη. Πάνω από την είσοδο βρίσκεται το αρχονταρίκι και μακρύτερα, τα κελιά, τα άλλα βοηθητικά κτίρια, η βιβλιοθήκη και ο ηγουμενείο.
Σχεδόν στο κέντρο του χώρου δεσπόζει ο μικρός τρίκογχος ναός με χορούς και είσοδο από δυτικά. Το καθολικό διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση μετά τη μελέτη και τις εργασίες αποκατάστασής του, οι οποίες έγιναν το 2007 - 2008. Οι τοιχογραφίες έγιναν σε δύο φάσεις, με πρώτη στον κυρίως ναό κατά το χρόνο κτίσης του. Ακολούθησε ο νάρθηκας στα 1797 από τους αδελφούς Θεόδωρο και Αθανάσιο από τη Σπινάσα (Νεράιδα).
Σύμφωνα με χρονολογία στη βάση του σταυρού πάνω από το τέμπλο, αυτό έγινε το ΖΡΞΑ (=1653) ενώ μια επισκευή του, επί ηγουμενίας Φιλοθέου, μαρτυρείται από επιγραφή 1889, Ιανουαρίου 25. Επι τουρκοκρατίας, η Μονή προίκιζε κατ' έτος 5 άπορα κορίτσια, πλήρωνε τον δάσκαλο του χωριού, έδωσε τα οικόπεδα για την ανοικοδόμηση του Ναού του Αγίου Δημητρίου και του δημοτικού σχολείου, ενώ ο οικισμός Γρυμπιανά φτιάχτηκε σε έκταση της Μονής. Πολλοί αγωνιστές έτυχαν της φιλοξενίας της, ενώ οι Καραϊσκάκης, Κατσαντώνης και οι Μπουκουβαλαίοι, την χρησιμοποιούσαν για ανεφοδιασμό.
Τέλος εκεί φιλοξενήθηκαν 54 κατατρεγμένοι Σουλιώτες των οποίων την διέλευση στην Πάργα διευκόλυνε η Μονή. Στις 18 Δεκεμβρίου 1862, 17 Τουρκαλβανοί μπήκαν από ένα παράθυρο στη Μονή και κατέσφαξαν τους 6 μοναχούς, τον ηγούμενο Κωνσταντίνο και τον Ιερέα του χωριού Αθανάσιο. Διά βασιλικού διατάγματος της 29ης Ιανουαρίου 1907 (Φ.Ε.Κ. 19/29/01/1907) υπήχθη ώς μετόχιο στη Μονή Σπηλιάς. Φυλάσσονται Ιερά λείψανα των Αγίων Παντελεήμονος, Τρύφωνος, Βασιλείου, Αβερκίου και Ιακώβου του Πέρσου. Η πρώτη ανακαίνιση Το 1948 με πρωτοβουλία του αείμνηστου παπαδάσκαλου και αρχιερατικού επίτροπου Βραγκιανών, Κωνσταντίνου Δημ. Μπαμπάτσικου, ξεκίνησε μια προσπάθεια ανακαίνισής του. Ατυχώς όμως λόγω κλονισμού της υγείας του και των γηρατειών του δεν μπόρεσε να φέρει εις πέρας το έργο του. Την 6 Ιουλίου 1952 ο Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος, ο αείμνηστος Κύριλλος διόρισε τριμελή διαχειριστική επιτροπή με μοναδικό στόχο την ανακαίνιση της Μονής. Πάνω από την είσοδο του ναού υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα με τα ονόματα της τριμελούς επιτροπής. Η διαχειριστική αυτή επιτροπή άρχισε το μεγάλο και βαρύ της έργο, και έθεσε τέρμα στη συνεχιζόμενη καταστροφή της. Κινητοποίησε τους χωριανούς, οι οποίοι με προσωπική εργασία και προσφορά υλικών, συμμετείχαν στο έργο της «ανόρθωσης».
Τον Αύγουστο του 1952 δυο κτίστες από την Άρτα ο Χρίστος και Δημήτρης Καλύβας ξεκίνησαν την ανακαίνιση της Μονής. Χρήματα τότε δεν υπήρχαν στη Μονή παρά ελάχιστα. Με τις επίμονες εκκλήσεις της επιτροπής όλοι οι κάτοικοι του χωρίου προσέφεραν με προθυμία τον οβολό τους, μα τα συγκεντρωθέντα ήταν «σταγόνα στον ωκεανό» μπροστά στη μεγάλη δαπάνη που είχε προγραμματιστεί για το όλο έργο. Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Κύριλλος στον οποίον προσέφυγε η επιτροπή την εφοδίασε με άδεια περιφοράς των Αγίων Λειψάνων της Μονής εις τους Δήμους Αργιθέας και Απεραντίων Ευρυτανίας. Στις συγκινητικές αυτές επιστολές οι ξενιτεμένοι ανταποκρίθηκαν με προθυμία και με τα εμβάσματα τους ενισχύθηκε σημαντικά το ταμείο της επιτροπής και οι οικοδομικές εργασίες συνεχίστηκαν ως τα μέσα Αυγούστου 1957. Έτσι το μοναστήρι ξανακτίστηκε, απέκτησε υδραγωγείο σύγχρονο και περιμάνδρωση όπως ήταν πριν. Ανατολικά κτίστηκε το καμπαναριό, δυτικά κατασκευάστηκαν τρία ανώγεια κελιά με τρία ισόγεια και υπόστεγο.
Στη βορινή πλευρά του μαντρότοιχου, το μαγειρείο, η αποθήκη της Μονής που φυλάσσονται τα μαγειρικά της σκεύη. Επίσης είχε κατασκευαστή ο ξενώνας κι έχουν τοποθετηθεί μέσα τραπέζια επιμήκη και καθίσματα για τους προσκυνητές. Με υπόδειξη τότε του αείμνηστου Μητροπολίτη Κυρίλλου εντοιχίστηκε μπροστά στο ναό μία αναμνηστική πλάκα που αναγράφει: «Η αρχαία αυτή Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος καταστραφείσα με την πάροδον του χρόνου, ανεκαινίσθη κατά τα έτη 1952 - 1956 αρχιερατεύοντος του Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος κ.κ. Κυρίλλου επιτροπευόντων των: Βασιλείου Ευαγ. Κωτσιώρη Διδασκάλου Μανθαίου Αθ. Οικονόμου ιερέως Κων/νου Γεωργ. Στεργιούλη ιερέως Και τη συνδρομή απάντων των κατοίκων της περιοχής.»
Η σημερινή προσπάθεια Η πιο πρόσφατη προσπάθεια είναι αυτή που ξεκίνησε το 2004 και συνεχίζεται με προσωπικό έργο των μοναχών που εγκαταστάθηκαν στο μοναστήρι. Για αυτό το έργο όμως, μας μιλάει, ο καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Λεόντιος: «Η εγκατάστασή μας στο μοναστήρι έγινε τον Ιούλιο του 2004 από τον τότε μητροπολίτη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλλων κ.κ. Θεόκλητο, σήμερα στην Μονή εκτός από την ταπεινότητα μου ως καθηγούμενου εγκαταβιούν ο ιερομόναχος Αναστάσιος, ο ιερομόναχος Διόδωρος, και οι δόκιμοι μοναχοί Χρήστος και Νικόλαος. Κατά τον ερχομό μας στο μοναστήρι υπήρχε κατάσταση εγκατάλειψης, παρ΄ όλα αυτά μας προκάλεσε μεγάλη εντύπωση ο εναγκαλισμός ευθύς εξαρχής του κόσμου πράγμα που δείχνει την αγάπη των κατοίκων της περιοχής για το μοναστήρι τους, με πολύ μεράκι και προσωπικό αγώνα την βοήθεια του πρώην μητροπολίτου μας κ.κ. Θεόκλητου και του μετέπειτα επίσης αξιόλογου και δραστήριου μητροπολίτη μας κ.κ. Κυρίλλου αλλά και τον κατοίκων καταφέραμε να αφαιρέσουμε τα τσιμέντα και τους σοβάδες από τους τοίχους της Μονής και τον κελιών και να αναδειχτεί ο παραδοσιακός χαρακτήρας της. Ανακαινίστηκε η εκκλησία μετά από μελέτη που έγινε από την αρχαιολογική υπηρεσία.
Φτιάχτηκαν οι σκεπές των κελιών, η τραπεζαρία και διακοσμήθηκε με πολύ ωραία ψηφιδωτά, τελείωσε η αποκατάσταση του οχυρωματικού τοίχους της Μονής. Πλακοστρώθηκε ο αυλόγυρος με πλάκα και στον εσωτερικό χώρο της Μονής και στον εξωτερικό, έγινε το αρχονταρίκι για την φιλοξενία των επισκεπτών και πολλά αλλά έργα, και έτσι το μοναστήρι μας μετά την ανακαίνισή του αποτελεί ένα κόσμημα και ένα ζωντανό ακόμα πνευματικό φάρο, για τον τόπο και την ορθοδοξία μας».
Πηγές: