Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

♥ Καρδίτσα: Οι κολλήγοι της Θεσσαλίας και ο πρώτος Αγροτικός Σύλλογος

Έτος 1903. Στο τσιφλίκι της οικογένειας Βλιτσάκη, στο χωριό   Βάναρι(Μαραθέα) Καρδίτσας. Πίσω, η "επιστασία", η διαμονή του τσιφλικά. Στα χαμηλά κτίσματα(σαρτάρες), που έμεναν οι Κολλήγοι(Η φωτογραφία είναι από το αρχείο της Μ. Κλιάφα) 
ΖΗΣΗ ΣΚΑΡΟΥ *
Λογοτέχνη 

Τό αγροτικό πρόβλημα στήν Ελλάδα άρχισε νά όξύνεται καί νά ζητάει πιό έπιταχτικά τή λύση του μετά τήν προσάρτηση της Θεσσαλίας. Έδώ γης, έξω από ελάχιστες μικροϊδιοχτησίες Τούρκων καλλιεργητών (των κονιάρηδων) ιδίως στήν περιοχή τής Λάρισας καί τής Άγιας, ήταν χωρισμένη σέ μεγάλα αγροκτήματα βακούφικα (μοναστηριακά), ίμλάκια (σουλτανικά) τσιφλίκια μπέηδων, πού περιλάβαιναν άρκετά χωριά τό καθένα, μέ τμήμα άναπόσπαστο ολόκληρο τό έμψυχο περιεχόμενό τους ’ ανθρώπους καί ζώα. 

Απ’τό 1878, όταν στή Θεσσαλία ξέσπασε τελευταία εθνική εξέγερση κι’ έγινε τό Συνέδριο τοΰ Βερολίνου, τά πράγματα έδειξαν καθαρά πώς περιοχή αύτή δεν μπορούσε νά μείνει γιά πολύ ακόμα κάτω άπ’ τήν κυριαρχία τού σουλτάνου. Οί μπέηδες, μή ξέροντας τί χαραχτήρα θά έπαιρνε προσάρτηση, είχαν άρχίσει νά πουλάνε τά τσιφλίκια τους σέ πλούσιους "Ελληνες τραπεζίτες καί μεγαλέμπορους τού έξωτερικοΰ. Αλλά ένα άρθρο τής συνθήκης εξασφάλιζε τά δικαιώματα γαιοκτησίας τών μπέηδων κι άπαγόρευε μέ πολύ ακαθόριστο τρόπο τήν απαλλοτρίωση, χωρίς νά κάνει διάκριση ανάμεσα απ’ τούς τσιφλικούχους "Ελληνες καί τούς Τούρκους γαιοκτήμονες, πού είχαν μείνει στή Θεσσαλία. "Ετσι, μετά τήν προσάρτηση τού 1881, ενώ τό καθεστώς τών τσιφλικιών είχε διατηρηθεί, οϊ συνθήκες ζωής τών κολλήγων άλλαξαν. 

'Η άλλαγή όφείλονταν βασικά στό ότι οί νέοι τσιφλικάδες ισχυρίζονταν πώς, μαζί μέ τή γή, αγόρασαν καί τά σπίτια τών κολλήγων καί πώς είχαν τό δικαίωμα, όποιαδήποτε ώρα ήθελαν νά τούς διώξουν άπ’ τά τσιφλίκια. Μέ  χίλιες δυο προφάσεις, ούσιαστικά γιά νά διαλέγουν τά πιό έργατικά χέρια καί γιά νά σπάσουν τήν πατροπαράδοτη αντίληψη τών κολλήγων ότι εΐταν άναπόσπαστοι άπ’ τή γή πού καλλιεργούσαν, άρχισαν νά βάζουν ’ ενέργεια τις εξώσεις καί νά τούς πετανε έξω άπ’ τά σπίτια τους καί τά χωράφια, γιατί τά δικαστήρια δέν άναγνώριζαν δικαίωμα χρησικτησίας στούς κολλήγους. 
Οί πρώτες άντιδράσεις τών κολλήγων είταν καταλήψεις τών σπιτιών άπ’ όπου είχαν διωχτεί καί άρνησή τους νά παραδώσουν τή σοδειά στόν άφέντη, πράγμα πού οδήγησε σέ συγκρούσεις μέ τό στρατό καί τούς φύλακες τών τσιφλικιών, όπως έγινε στούς Σοφάδες, τά ’Ορφανά, τό Ζάρκο. Οί τσιφλικάδες οχυρωμένοι πίσω άπ’ τό σχετικό άρθρο τής συνθήκης προσάρτησης πολεμούσαν μέ πείσμα καί μέσα κι έξω άπ’τή Βουλή (άργότερα ίδρυσαν καί Σύλλογο Γαιοκτημόνων) κάθε ιδέα άποκατάστασης τών κολλήγων.

Μετά τό Θεσσαλικό τραίνο πού έκανε εύκολώτερη τήν έπικοινωνία τών άγροτών μέ τά άστικά κέντρα, δυο βασικά πράγματα βάθυναν τό χάσμα τής κρίσης καί βοήθησαν στήν άνάπτυξη πιό οργανωμένων άγώνων τών άγροτών, μέ γενικώτερη κοινωνική καί πολιτική σημασία. Τό ένα εΐταν πόλεμος τοΰ 97 καί τό άλλο τό σιδεράλετρο.
Μ’ όλη τήν πίκρα πού δοκίμαζαν οί Θεσσαλοί άγρότες άπ’ τήν άνιση μεταχείρισή τους ποτέ δέν έπαψαν νά δίνουν τό «παρών» στό προσκλητήριο τής πατρίδας. Τήν Ελλάδα τήν έβλεπαν πάντα σά στοργική μάνα πού κάποιος άλλος, ξένος, τήν εμπόδιζε ’ άπλώσει τό χέρι της στά κατατρεγμένα παιδιά της. Γι’ αυτό καί πρώτοι έτρεξαν, είτε έπιστρατευμένοι είτε έθελοντικά, νά καταταγοΰν στό στρατό, όταν σάλπιγγα άντήχησε, καλώντας τους νά λευτερώσουν τούς σκλαβωμένους άκόμα άδελφούς. πόλεμος τότε γιά τούς Θεσσαλούς άγρότες πού είχαν τήν πείρα τοΰ παρελθόντος σήμαινε πόλεμο κατά τών μπέηδων καί τών πασάδων, πόλεμο κατά τοΰ καθεστώτος τής δουλείας.

Μά όταν μετά τήν ήττα είδαν όλη τή συμφορά νά πέφτει στους ώμους τους, ενώ οικονομία τής χώρας έμπαινε κάτω άπδ διεθνή οικονομικό έλεγχο, δταν είδαν τούς δικαστικούς κλητήρες νά έκτελοϋν πολλαπλάσιες άπό πριν έξωστικές άποφάσεις, με τό πρόσχημα δτι πολλά χωράφια είχαν μείνει άκαλλιέργητα κατά τόν πόλεμο, κατάλαβαν πώς δεν εΐταν αυτοί πού έφταιγαν γιά τήν άποτυχία. "Αρχισαν νά χάνουν πιο πολύ τήν έμπιστοσύνη τους στό κράτος. 'Η μαζική κινητοποίηση τους καί στρατιωτική τους οργάνωση βοήθησαν δχι λίγο στό ’ άποχτήσουν συνείδηση τής δύναμής τους. Τόν ίδιο καιρό εΐχεάρχίσει νά μπαίνει στήν παραγωγή τό σιδεράλετρο, πού δργωνε πιό βαθειά τή γή καί μπορούσε νά ρυθμιστεί άνάλογα με τό είδος τής σποράς καί τού χωραφιού. "Οσοι χρησιμοποιούσαν βελτιωμένα μέσα παραγωγής προτιμοΰνταν άπ’ τούς τσιφλικάδες. Όσοι είχαν μικροϊδιοκτησίες άγορασμένες άπ’ τούς κονιάρηδες καί καλλιεργούσαν μέ σιδερένιο άλέτρι καί γενικά χρησιμοποιούσαν σιδερένια άγροτικά εργαλεία έβγαζαν περισσότερη καί καλύτερη σοδειά. Οί άκτήμονές άγρότες έβλεπαν νά γίνεται μιά έπανάσταση. "Εβλεπαν πώς τά βελτιωμένα μέσα παραγωγής πού στά χέρια τους θά μπορούσαν νά τούς κάνουν νοικοκύρηδες τώρα συντελούσαν στό νά γίνεται ένας διαχωρισμός άνάμεσα άπό κείνους πού τά χρησιμοποιούσαν καί τούς άλλους πού κινδύνευαν άπό στιγμή σέ στιγμή νά έξωστοΰν καί νά μείνουν στό δρόμο. Παράλληλα οί βιοτέχνες μέ τούς έργάτες καί τούς μικρεμπόρους τής πόλης καταλάβαιναν πώς βελτίωση τής θέσης τού άγρότη σήμαινε καί δική τους προκοπή, σήμαινε αύξηση τής ντόπιας άγοραστικής δύναμης. εργατική κίνηση πού ξεκινούσε άπό τά μεγάλα άστικά κέντρα, σάν τήν Πάτρα, τό Βόλο, τήν ’Αθήνα, μέ σοσιαλιστικές κατευθύνσεις, άρχισε νά άπλώνεται κι ώς εδώ. Μαρίνος Άντύπας πρώτα κι’ άργότερα Πλάτων Δρακούλης διακήρυξαν πώς είταν στό πλευρό τών άγροτών καί πώς τό κύριο αίτημα τής έποχής πού υποστήριζαν εΐταν τό μοίρασμα τών τσιφλικιών στούς κολλήγους. Άπό τότε κιόλας φάνηκε πόσο άδυσώπητος είναι κοινωνικός άνταγωνισμός. Τόν Άντύπα, πού είχε έρθει άπ’ τήν Κεφαλλονιά μ’ ένα μπαγάζι ιδέες μονάχα, τόν δολοφόνησαν. κυβέρνηση μπροστά στον κίνδυνο μιας άγροτικής εξέγερσης άρχισε νά υπόσχεται διάφορες λύσεις, δπως εΐταν χορήγηση δανείων καί κανονισμός τών σχέσεων άνάμεσα άπ’ τούς καλλιεργητές καί τούς ΐδιοχτήτες. Όμως καί στήν εφαρμογή τών μέτρων αυτών οί γαιοκτήμονες είχαν άντιδράσει. δανειακή πολιτική κατάντησε ρουσφετολογία καί παιγνίδι τών τοκογλύφων, πριν προφτάσει νά έπεκταθεΐ στή Θεσσαλία. κανονισμός τών σχέσεων, παρ’ δτι δέν είχε σκοπό, παρά νά σταματήσει μερικές άπ’ τις πιό χτυπητές αύθαιρεσίες τών τσιφλικάδων κι άλλες νά μονιμοποιήσει, ξέφτισε μέσα ’ άτέρμονες συζητήσεις στή Βουλή. Άλλος δρόμος δέν έμεινε πιά γιά τούς άγρότες παρά νά πάρουν οί ίδιοι τις τύχες τους στά χέρια. Είταν τότε πού Ελλάδα έδειχνε καθαρά πώς είχε άνάγκη άπό κάποια βαθειά άλλαγή, λίγους μήνες πριν άπ’ τό κίνημα τού Στρατιωτικού Συνδέσμου στό Γουδί. άνάγκη τής άλλαγής είχε άρχίσει νά γίνεται συνείδηση καί μέ τήν πρωτοβουλία μερικών νεαρών επιστημόνων καί σπουδαστών πού γύριζαν μέ καινούργιες ιδέες άπ’ τήν Αθήνα ιδρύθηκε στις 22 τού Μάη τού 1909 πρώτος άγροτικός σύνδεσμος στήν Καρδίτσα, μέ τήν επωνυμία «Γεωργικός Πεδινός Σύνδεσμος». σύνθεσή του είταν. Πρόεδρος, Δημήτριος Μπούσδρας, δικηγόρος, Γεν. Γραμματέας Γεώργιος Σαμαρόπουλος, δημοσιογράφος καί σύμβουλοι : Δημ. Ψιμόπουλος, Κων)νος Σταμούλης, Δημ. Κουκουλέτσος, δικηγόροι, Θρασ. Παπαλόπουλος, φοιτητής, Βασ. Γρίβας, γιατρός, Άθαν. Άγγελούσης, δάσκαλος, Στ. Ζαφειρόπουλος, έμπορος, Ευθ. Μπαζής, τσαγκάρης, Βάϊος Καλτσας, Φ. Καμινιώτης, Νικ. Φαλιάγγας, άγρότες, Κ. Παναγιωτόπουλος, καπνέμπορος. Μετά τήν ίδρυση τού συνδέσμου αυτού, άγροτικοί σύλλογοι έγιναν ’ δλη τή Θεσσαλία — στά Τρίκαλα, τά Φάρσαλα, τήν περιοχή τής Λάρισας, τού Βόλου καί βγήκε μιά πλατειά πανθεσσαλική έπιτροπή γιά τήν όργάνωση συλλαλητηρίων, μέ κύριο αίτημα τήν άναγκαστική άπαλλοτρίωση τών τσιφλικιών. Άπό δώ καί πέρα άρχίζουν οί σκληροί άγώνες τών άγροτών πού κορυφώθηκαν μέ ένοπλο συλλαλητήριο τής Καρδίτσας καί τά αιματηρά γεγονότα τού Κιλελέρ. 

ΖΗΣΗΣ ΣΚΑΡΟΣ 
Μυθιστοριογράφος. Γεννήθηκε τό 1917 στά Κανάλια Καρδίτσης. Έβγαλε τό Γυμνάσιο στήν Καρδίτσα καί σπούδασε νομικά στό Πανεπιστήμιο τής ’Αθήνας. Στά Γράμματα παρουσιάστηκε πριν άπ’ τόν πόλεμο μέ δημοσιεύματά του στόν έπαρχιακό τύπο καί σέ περιοδικά τής ’Αθήνας. Είναι σύμβουλος τής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών καί θεωρείται ένας άπό τούς πιό έγκριτους λογοτέχνες μας. Τά σπουδαιότερα έργα του εΐναι:«Χαραυγή», συλλογή διηγημάτων «Οί κλούβες», χρονικό τής κατοχής" «Τό Φλογισμένο Βουνό», όνειρόδραμα" «Τό ταξείδι τής φιλίας»" «’Ανοιχτοί Ουρανοί», μυθιστόρημα, κ.ά. 

 Πηγή: http://ir.lib.uth.gr/bitstream/handle/11615/25237/article.pdf?sequence=1&isAllowed=y