Η κόπωση είναι ένα κοινό σε όλους μας αίσθημα, ένα αίσθημα αδυναμίας, εξασθένισης και απουσίας ενεργητικότητας. Σαν κάτι να μην πηγαίνει καλά, σαν οι δυνάμεις να μην φτάνουν για να ανταπεξέλθουμε στο έργο της ημέρας που έχουμε μπροστά μας.
Η κόπωση αποτελεί συχνό παράπονο των ασθενών που επισκέπτονται ιατρούς οποιασδήποτε ειδικότητας. Πολλές φορές οι πάσχοντες αποδίδουν αυτήν τη γενική αδυναμία και την κούραση, σε ψυχολογικούς λόγους.
Η κόπωση αποτελεί συχνό παράπονο των ασθενών που επισκέπτονται ιατρούς οποιασδήποτε ειδικότητας. Πολλές φορές οι πάσχοντες αποδίδουν αυτήν τη γενική αδυναμία και την κούραση, σε ψυχολογικούς λόγους.
Από την Βικτοριανή εποχή περιγράφεται ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από ανεξήγητο χρόνιο αίσθημα κόπωσης, τόσο έντονης που καταντά κάθε δραστηριότητα τιτάνιο έργο. Η κόπωση αυτή επιδεινώνεται με την σωματική άσκηση, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που συνοδεύεται από εκνευρισμό, κακή συγκέντρωση και μυϊκούς πόνους. Τότε, η νοσολογική αυτή οντότητα ονομάζονταν νευρασθένεια. Η σύγχρονη ονομασία της είναι "σύνδρομο χρόνιας κόπωσης" Chronic fatigue syndrome (CFS).
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι μια διαταραχή αγνώστου αιτιολογίας που χαρακτηρίζεται από εξουθενωτική κόπωση συνοδευόμενη από σωματικά, συστηματικά και νευροψυχολογικά συμπτώματα. Το σύνδρομο δεν είναι νέο και πιθανά τα άτομα που στο παρελθόν διαγνώστηκαν ως πάσχοντα από μελαγχολία, νευρασθένεια, σύνδρομο προσπάθειας, χρόνια βρουκέλλωση, επιδημική νευρομυασθένια, μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα, υπογλυκαιμία, χρόνια καντιντίαση, χρόνια μονοπυρήνωση, χρόνια λοίμωξη από το ιό Epstein-Barr και σύνδρομο μεταϊογενούς κόπωσης έπασχαν από το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης.
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι δύο φορές πιο συχνό στις γυναίκες από ότι στους άνδρες, ενώ και η ηλικία των ασθενών γενικά κυμαίνεται από 25-45 ετών, παρόλο που έχουν περιγραφεί περιπτώσεις παιδιών και υπερηλίκων.
Που οφείλεται;
Οι πολλές ονομασίες του συνδρόμου αντικατοπτρίζουν και τις πολλαπλές και αμφιλεγόμενες υποθέσεις σχετικά με την αιτιολογία του. Το σύνδρομο φαίνεται να είναι συχνά μεταλοιμώδες και να σχετίζεται με ήπιες διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος και την καθιστική ζωή στην παιδική ηλικία, αλλά και να συνοδεύεται συνήθως από νευροψυχολογικά συμπτώματα ή και κατάθλιψη.
Παλαιότερα υπήρχαν υποψίες ότι είναι ο ιός του Epstein-Barr που προκαλούσε την ασθένεια. Παράλληλα είχε παρατηρηθεί ότι το σύνδρομο αυτό παρουσιαζόταν μετά από μόλυνση, όπως για παράδειγμα μετά από ηπατίτιδα ή ακόμη μετά από το κοινό κρυολόγημα.
Παρά τις διαπιστώσεις αυτές δεν έχει βρεθεί ακόμη το τι προκαλεί την πάθηση. Οι παράγοντες κινδύνου που συσχετίζονται με το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης είναι το συναισθηματικό στρες, οι ορμονικές διαταραχές, οι αλλεργίες, η έκθεση σε ορισμένες τοξίνες, η υπερβολική λήψη αντιβιοτικών, η λοίμωξη από μύκητες, η ύπαρξη κάποιου εντεροϊού, όπως ο ιός της πολυομυελίτιδας, του έρπη κ.ά.
Οι ασθένειες που συνοδεύονται από χρόνια κούραση είναι πολλές και επηρεάζουν πολλά συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού.
Μερικές από αυτές είναι οι εξής:
•Οι διάφορες μορφές αναιμίας ακόμη και οι πολύ συχνές αναιμίες λόγω έλλειψης σιδήρου.
•Οι ενδοκρινολογικές παθήσεις όπως ο υποθυρεοειδισμός, ο διαβήτης, η νόσος του Addison και η ακρομεγαλία.
•Οι καρδιακές παθήσεις, όπως η καρδιακή ανεπάρκεια.
•Οι διάφορες μορφές αρθρίτιδας, η χρόνια νεανική ρευματοειδής αρθρίτιδα και ο ερυθηματώδης λύκος.
•Οι κακοήθεις νόσοι.
•Οι μολυσματικές ασθένειες, οι ιώσεις, οι βακτηριδιακές λοιμώξεις, το AIDS, η φυματίωση, η μαλάρια, η γρίπη και η λοιμώδης μονοπυρήνωση.
•Η κακή διατροφή, η υπερβολική σωματική εξάσκηση, οι διάφορες μορφές αλλεργίας, οι αϋπνίες, το στρες και η κατάθλιψη.
•Η λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων, όπως είναι τα αντιισταμινικά (που χρησιμοποιούνται εναντίον της αλλεργίας), τα ηρεμιστικά, ορισμένα αναλγητικά, τα αντί-υπερτασικά, τα διουρητικά κ.ά.
Επομένως, επειδή η κούραση είναι ένα σύμπτωμα που υπάρχει σε πολλές ασθένειες, είναι σημαντικό να γίνει μια καλή κλινική και εργαστηριακή διερεύνηση του ασθενούς για να αποκλειστούν όλες οι άλλες γνωστές αιτίες που προκαλούν κούραση.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
- Κόπωση που δεν οφείλεται σε σωματική άσκηση και δεν υποχωρεί με τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής.
- Επίμονος χαμηλός πυρετός
- Πόνος στους μυς και στις αρθρώσεις
- Σωματική αδυναμία
- Αϋπνία ή υπερβολικός ύπνος
- Πονόλαιμος με φαρυγγίτιδα
- Πονοκέφαλος που μπορεί να παρουσιάζεται με διαφορετικό τρόπο και τύπο
- Μεγάλοι λεμφαδένες στο λαιμό ή στις μασχάλες
- Αδυναμία συγκέντρωσης και μνήμης
- Συμπτώματα που δεν υποχωρούν για μεγάλο χρονικό διάστημα (έως και 6 μήνες) με αποτέλεσμα της εκδήλωση σωματικής εξάντλησης.
- Κατάθλιψη
ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ
Η χρόνια κόπωση είναι η κούραση που εκδηλώνεται σχεδόν καθημερινά και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα κριτήρια του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης σχετίζονται τόσο με τη διάρκεια των συμπτωμάτων (περισσότερο από έξι μήνες) όσο και με τα ίδια τα συμπτώματα (πονόλαιμος, πονοκέφαλος, πόνος στις αρθρώσεις, πόνος στα άκρα, διόγκωση των λεμφαδένων, διαταραχές ύπνου, έλλειψη συγκέντρωσης και αίσθηση κόπωσης με την παραμικρή άσκηση). Η διάγνωση της πάθησης γίνεται αφού πρώτα αποκλειστούν οργανικές αιτίες όπως χρόνιες φλεγμονώδεις διεργασίες, παθήσεις του θυρεοειδούς αδένα και των επινεφριδίων και -σπανιότερα- κακοήθειες.
Για να τεθεί η διάγνωση του συνδρόμου χρονίας κόπωσης πρέπει να πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις
- τα συμπτώματα να διαρκούν πάνω από 6 μήνες
- να μην είναι αποτέλεσμα ακραίας σωματικής καταπόνησης
- τα συμπτώματα να μην ανακουφίζονται πολύ με την ξεκούραση
- να προκαλεί σημαντική μείωση των δραστηριοτήτων του πάσχοντος
- να υπάρχουν τέσσερα από τα παρακάτω συμπτώματα
- υποκειμενικό αίσθημα προβλημάτων στη μνήμη
- πονόλαιμος
- ευαίσθητοι λεμφαδένες
- μυϊκοί πόνοι
- πόνοι στις αρθρώσεις
- πονοκέφαλος
- απουσία του αισθήματος αναζωογόνησης που νιώθουμε μετά από έναν καλό ύπνο
- κακουχία πέραν των 24 ωρών μετά από έντονη σωματική κόπωση
Επιπλέον, όπως είναι λογικό, θα πρέπει να έχει αποκλειστεί η παρουσία κάποιας σωματικής ή ψυχικής πάθησης που θα μπορούσε να εξηγήσει την κόπωση.
Η διάκριση του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης από την κατάθλιψη είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Για πολλούς ειδικούς, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης δεν είναι παρά μια παραλλαγή της κατάθλιψης. Δεν θα έπρεπε όμως κάποιος καταθλιπτικός να νιώθει θλίψη; Η απάντηση είναι "όχι απαραίτητα". Το συναίσθημα θλίψης δεν αποτελεί παρά ένα από τα συμπτώματα της κατάθλιψης, και μπορεί να υπάρχει κατάθλιψη χωρίς κανένα συναίσθημα λύπης (παλιότερα αυτή η μορφή κατάθλιψης αποκαλούταν "γελαστή κατάθλιψη").
Πέραν από το αρκετά νεφελώδες ακόμα τοπίο περί την σχέση κατάθλιψης- συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης αλληλοεπικαλύπτεται σε μεγάλο βαθμό και με αυτό που στην επίσημη ψυχιατρική νοσολογία αποκαλείται διαταραχή σωματοποίησης. Η θεωρία είναι απλή: με τον ίδιο τρόπο που τα μαλλιά μας μπορεί να ασπρίσουν μέσα σε μια νύχτα αν στενοχωρηθούμε πολύ, το σώμα μας παράγει συχνά σωματικά συμπτώματα, καθόλα πραγματικά και όχι αποκυήματα της φαντασίας μας, που είναι αποτέλεσμα όχι κάποιας σωματικής πάθησης αλλά μιας ψυχολογικής δυσφορίας που δεν μπορεί να εκφραστεί με άλλο τρόπο. Με κάποιο τρόπο, το σώμα μας μας εκδικείται για όλα εκείνα τα συναισθήματα που κρύβουμε κάτω από το χαλί χωρίς να τα επεξεργαστούμε.
Υπάρχει περίπτωση το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης να μην έχει ψυχολογικά αίτια; Πολλές μελέτες την τελευταία εικοσιπενταετία προσπάθησαν να συνδέσουν το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης με οξεία ή εμμένουσα λοίμωξη από τον ιό Epstein Barr (EBV), τον κυτταρομεγαλοϊό, τον ερπητοϊό τύπου 6 (HHV-6), τους ρετροϊούς, τους εντεροϊούς, (αλλά και την Candida albicans, το Mycoplasma spp., την Coxiella burnetii και τα Chlamydia pneumoniae), χωρίς να καταφέρουν να αποδείξουν την άμεση ιογενή παθογένεση του συνδρόμου αν και υψηλοί τίτλοι αντισωμάτων προς αρκετούς ιούς έχουν ανιχνευτεί σε πολλούς ασθενείς.
Πολλές διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος, αβέβαιης λειτουργικής σημασίας, όπως ήπιες αυξήσεις των αντιπυρηνικών αντισωμάτων, μειώσεις των υποομάδων των ανοσοσφαιρινών, ανεπάρκεια του λεμφοκυτταρικού πολλαπλασιασμού λόγω μιτογόνων, διαταραχές στην παραγωγή κυτταροκινών αλλά και στις ποσοστιαίες αναλογίες των λεμφοκυτταρικών υποπληθυσμών έχουν αναφερθεί σε πάσχοντες από σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, αλλά δεν μπορούν ούτε αυτές να συσχετιστούν με το σύνδρομο, αφού δεν ανιχνεύονται σε όλους τους ασθενείς και δεν σχετίζονται με την βαρύτητα της νόσου.
Διαταραχές του υποθαλαμικού- υποφυσιακού- επινεφριδιακού άξονα έχουν εντοπιστεί σε διάφορες ελεγχόμενες μελέτες, με κάποια στοιχεία για ομαλοποίηση μετά την υποχώρηση της κόπωσης. Αυτές οι νευροενδοκρινικές ανωμαλίες θα μπορούσαν να συμβάλουν στην μειωμένη ενέργεια και καταθλιπτική διάθεση των ασθενών
Ήπια έως μέτρια κατάθλιψη είναι παρούσα στο μισό έως τα δύο τρίτα των ασθενών. Στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι αντιδραστική, αλλά ο επιπολασμός της είναι μεγαλύτερος από αυτόν που εμφανίζεται σε άλλες χρόνιες ασθένειες και ως εκ τούτου ορισμένοι προτείνουν ότι το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι ουσιαστικά μία ψυχιατρική διαταραχή και ότι οι διάφορες νευροενδοκρινικές και ανοσολογικές διαταραχές εμφανίζονται δευτεροπαθώς.
Υπάρχει θεραπεία;
Δεν υπάρχει κάποια εξειδικευμένη θεραπεία για το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Αρχικά συνιστάται ανάπαυση και διακοπή των δραστηριοτήτων εκείνων που επιβαρύνουν τον οργανισμό με παράλληλη λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ή ασπιρίνης. Σε περίπτωση που τα συμπτώματα περιλαμβάνουν αϋπνία και μυϊκούς πόνους, χορηγούνται αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης, φλουοξετίνη και τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, καθώς επίσης ενέσεις γ-σφαιρίνης. Αποτελεσματικοί επίσης για την ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος είναι οι αναστολείς H2 της ισταμίνης, όπως είναι η σιμετιδίνη και η ρανιτιδίνη. Σε όλες τις περιπτώσεις χρόνιας κόπωσης συνιστάται η δοκιμαστική χορήγηση πλήρους σχήματος αντικαταθλιπτικής αγωγής για 1 - 2 μήνες, με το σκεπτικό ότι, αν τα συμπτώματα είναι ψυχογενή, θα βελτιωθούν με τα αντικαταθλιπτικά. Η αγωγή αυτή, ιδίως αν συνδυαστεί με ψυχοθεραπεία, πολύ συχνά οδηγεί σε αποδρομή των συμπτωμάτων. Σε διαφορετική περίπτωση, τα θεραπευτικά περιθώρια είναι στενά.
Πολλοί ασθενείς του Σ.Χ.Κ. αντιμετωπίζουν ψυχολογικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη, οι οποίες σημειώνουν βελτίωση μετά από θεραπευτική αγωγή.
Ασθενείς του Σ.Χ.Κ. οφείλουν να διατηρούν δραστήρια κοινωνική ζωή και να ενθαρρύνονται για κάτι τέτοιο.
Επίσης σημαντικό ρόλο στην θεραπευτική του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης παίζει η σωματική άσκηση. Ακόμη και η ήπια φυσική άσκηση τους ωφελεί. Για τους εντελώς αγύμναστους καλό θα ήταν να ξεκινούν με διατάσεις και ολιγόλεπτη αεροβική άσκηση, τόση ώστε να μην νιώθουν εξαντλημένοι την επόμενη ημέρα. Με την πάροδο του χρόνου, η φυσική κατάσταση βελτιώνεται σταθερά και η ανοχή στην κόπωση αυξάνει.
Εναλλακτικές θεραπείες όπως ο βελονισμός, το μασάζ και το τάι τσι έχουν αποδειχθεί ωφέλιμες σε αρκετούς ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Αποτελεσματικά αποδεικνύονται τα μανιτάρια Shiitake, η γλυκόριζα, ο αστράγαλος, το σιβηριανό και ασιατικό τζίνσενγκ, η λάππα και το silymarin που αποτελεί συστατικό του γαϊδουράγκαθου.
Τέλος είναι πολύ σημαντικό να ακολουθηθεί ένα πρόγραμμα υγιεινής διατροφής. Αποφύγετε την καφεΐνη, τον ντεκαφεϊνέ καφέ, το αλκοόλ, το αλάτι, τη ραφιναρισμένη ζάχαρη, τα τηγανιτά, τα λίπη και το άσπρο αλεύρι και εντάξτε στη διατροφή σας τα φασόλια, το ρύζι, το ψάρι, τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τα φρούτα και τα λαχανικά, καθώς επίσης τα φύκια, τα μανιτάρια Shiitake, τη γλυκόριζα και το σκόρδο. Μπορείτε, επίσης, να λάβετε συμπληρώματα συνενζύμου Q10 και βιταμίνης Β12, μαγνήσιο, λεκιθίνη αυγού, βιταμίνη C, Β5 και Β6, Β-καροτίνη, ψευδάργυρο, σελήνιο, χρώμιο και μαγγάνιο.
Πηγή: https://medlabgr.blogspot.com/2013/06/m.html#ixzz5ijdsPP8g