Παρασκευή 16 Αυγούστου 2019

Καρδίτσα ♥ Η ιστορία της Θαυματουργής Εικόνας της Παναγίας της Καναλιώτισσας

Παναγία η Καναλιώτισσα Και η θρησκευτική ζωή των Καναλιωτών
Του Ιωάννου Διομ. Κολοβού, Θεολόγου

Παναγιά μας Μεγαλόχαρη
λαχταριστά προσμένουμε,
όταν απ’ τα Μετέωρα
κάθε χρονιά σε φέρνουμε.

Σε θυμηθήκαμε μικρά παιδιά
στο Εικόνισμα να καρτερούμε
σε λιτανεία όλοι οι χωριανοί
με τις καμπάνες ν’ αντηχούνε.

Κι όταν μακρινά αντικρύζουμε
τη θαυματουργή σου Εικόνα
δέος ιερό
πλημμυρίζει τότε τον καθένα.

Γλυκειά η ψαλμωδία
ακούγεται εκείνη τη στιγμή
κι από τα χείλη όλων μας
βγαίνει σαν μύρο η προσευχή.

Σ.Κ.

Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ

Εκείνο πού συγκλονίζει σύγκορμα τον Καναλιώτη είναι το αντίκρισμα της Παναγίας. Η ευλάβεια πού τρέφει στο πρόσωπο της Παναγίας Θεοτόκου εκδηλώνεται κάθε χρόνο με τον ερχομό της Αγίας Εικόνας από το Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως των Μετεώρων. Είναι δε τόσο μεγάλη η αφομοίωση των Καναλιωτών, πού πολλές φορές εκδηλώνεται μέχρι λατρείας. Αυτό δε το ζει κάθε ένας που θα παρευρεθεί στο χωριό κατά την υποδοχή της (καρτέρημα) και το ξεκίνημά της.

Εδώ δε παραθέτω όσα η παράδοση διέσωσε και έχουμε συλλέξει από τους γεροντότερους, οι οποίοι τα έχουν ακούσει από τους παππούδες τους, φθάνοντας έτσι πλησιέστερα στην αρχή των γεγονότων.

«…της Παναγίας η Εικών, την ιστορίαν έχει.
Την λέγουν Καναλιώτισσαν και διηγούνται γέροι.
Ότ’ ήτο στα Κανάλια αυτ’ η εικών κ’ εχάθη
Από βαρβάρους το χωριό όταν διηρπάσθη.
Ευρέθη στα Μετέωρα και τρείς φορές υπήγαν.
και έφερναν αλλ’ έφευγε, γι’ αυτό και την αφήκαν.
Την φέρνουν κάθε Αύγουστον και ένα μήνα μένει
εις τα Κανάλια η εικών, είν’ επαργυρωμένη…]

Ο βασικός πυρήνας της όλης ιστορίας, συνδυαζομένων όλων των πηγών, οι οποίες και συμφωνούν γενικώς, είναι ο εξής:

Η εικόνα της Παναγίας πρέπει να ανήκε στο άλλοτε Μοναστήρι της Ελεούσας της Λυκουσάδας, σημερινής Λοξάδας, όπως αναφέρεται στα Πατριαρχικά και Αυτοκρατορικά σιγίλια. Αυτό κτίσθηκε γύρω στα 1270 από τη σύζυγο του Σεβαστοκράτορος Θεσσαλίας Ιωάννου Δούκα, η οποία έγινε μοναχή και ωνομάσθηκε Υπομονή. Το 1289 εξεδόθη Χρυσόβουλλον του Αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β΄ του Παλαιολόγου που καθόριζε τα κτήματα του μοναστηριού. (Κώδιξ Εθνικής Βιβλιοθήκης 1454. Έργα και Ημέραι, +Ιεζεκιήλ, Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος. Τόμος Α΄ σελίς 218).

Αργότερα, άγνωστο πότε, το μοναστήρι μετετράπη από γυναικείο σε ανδρικό και επειδή, ελλείψει μοναχών επανδρώθηκε από το ομώνυμο Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως των Μετεώρων, περιήλθε και η περιουσία του σ’ αυτό.

Στη δυτική βουνοπλαγιά της Λοξάδας, όπου είναι τα σημερινά Κανάλια, έβοσκαν τα πρόβατα του Μοναστηριού πού κατά την παράδοση περνούσαν τα χίλια. Βοσκοί ήταν οι Μοναχοί. Για τις λατρευτικές τους ανάγκες οι μοναχοί έκτισαν μικρό εξωκκλήσι πίσω από τη σημερινή εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και ακριβώς στη θέση της παλαιάς που κατεδαφίστηκε, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα η προτομή του Στρατηγού Φιλώτα – Παπαγεωργίου. Αυτό απετέλεσε και το πρώτο εκκλησάκι των πρώτων κατοίκων του χωριού μας. Μέσα λοιπόν σ’ αυτό υπήρχε η Εικόνα της Παναγίας, ονομαζόμενη σήμερα Καναλιώτισσα, που μεταφέρθηκε πιθανότατα από το Μοναστήρι της Λυκουσάδας (Λοξάδας).

Η Εικόνα χρονολογείται από τον 4ον ή τον 5ον μ.Χ. αιώνα κατά τη μαρτυρία του πρώην Ηγουμένου π. Αιμιλιανού Βαφειάδη και είναι κατασκευασμένη με κηρομαστίχη και επαργυρωμένη.

Το κανδηλάκι έκαιγε νυχθημερόν μπροστά στην εικόνα. Απέναντι ακριβώς και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων ευρίσκεται το Ενετικό φρούριο του Φαναρίου, το οποίο οι Τούρκοι χρησιμοποιούσαν ως οχύρωμα.

Κατά μία εκδοχή, οι Τούρκοι, σκανδαλιζόμενοι από το φώς του καντηλιού, ένα βράδυ έκαμαν επιδρομή πυροβολώντας κατά του Εικονοστασίου, οπότε η εικόνα εξαφανίστηκε θαυματουργικά διαγράφοντας ένα τόξο στον ορίζοντα προς δυσμάς. Έτσι χάθηκε η Εικόνα της Παναγίας.

Κατά δεύτερη δε εκδοχή, η οποία φαίνεται να είναι και η αυθεντικότερη, συνδυαζόμενη και με ιστορικές παραδόσεις, έγινε επιδρομή Τουρκαλβανών ίσως από το Φανάρι μετά την αποτυχημένη επανάσταση του Διονυσίου Φιλοσόφου του 1612 (που ονομάσθηκε εμπαικτικά από τους εχθρούς του Σκυλόσοφος), οπότε εμαρτύρησε και ο άγιος Σεραφείμ, Επίσκοπος Φαναρίου.

Τότε λοιπόν κάηκε το πρώτο εικονοστάσι (εξωκλήσι). Η εικόνα έφυγε, όπως αναφέραμε θαυματουργικά.

Η ΑΝΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ

Σε κάποιο ευλαβή μοναχό των Μετεώρων, ονόματι Σωφρόνιο, στον ύπνο του, αποκαλύπτεται ο τόπος όπου ευρίσκεται η ιερή εικόνα της Παναγίας. Το γεγονός αυτό αναγγέλλει στον Ηγούμενο του Μοναστηριού της Μεταμορφώσεως και με πολύ κόπο διασχίζουν το πυκνό δάσος μέχρις ότου φθάσουν στο ορισμένο μέρος, το σημερινό Καναλάκι Μετεώρων. Εκεί αντικρύζουν κατάπληκτοι την εικόνα και το κανδηλάκι να καίει. Έπεσαν στα γόνατα, προσκύνησαν και με μεγάλη ευλάβεια την παρέλαβαν και την μετέφεραν στο Μοναστήρι.

Οι μοναχοί επιθυμούσαν πολύ να πληροφορηθούν πώς βρέθηκε εκεί η εικόνα. Τότε αποκαλύφθηκε ξανά για δεύτερη φορά στον ίδιο μοναχό Σωφρόνιο σε όνειρο, ότι ανήκει στο νέο χωριό Κανάλια Ιθώμης. Ειδοποιήθηκαν αμέσως οι λίγοι κάτοικοι των Καναλίων για το χαρμόσυνο γεγονός και μία επιτροπή πήγε στο Μοναστήρι, για να την παραλάβει. Παραδοσιακώς αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Γ. Σωτήρη και από μοναχούς, 1) από τον +Καλλίνικο Σακά, πρώην ηγούμενο και 2) από τον Ιερομόναχο Αγαθάγγελο, πού τώρα είναι στο Μοναστήρι του Δούτσικου, ότι τρεις φορές την μετέφεραν την εικόνα στα Κανάλια και αυτή έφυγε θαυματουργικά για το Μοναστήρι. Έτσι έγινε η εξής συμφωνία: Η εικόνα να μεταφέρεται και να μένη ένα μήνα στα Κανάλια για αγιασμό και ξανά να την πηγαίνουν στο Μοναστήρι. Για όλα αυτά έχουν διασταυρωθεί οι πληροφορίες. Μάλιστα ο προαναφερθείς ηγούμενος ισχυρίζετο ότι όλα τα ανωτέρω περιγράφονται σε χρονικό χειρόγραφο του Μοναστηριού της εποχής. Παλαιότερα δύο φορές είχε αναζητηθεί το χειρόγραφο, αλλά τότε δεν είχαν τακτοποιηθεί ακόμη τα χειρόγραφα. Έτσι δεν κατέστη δυνατόν να ευρεθεί το χειρόγραφο, που θα είναι και ο αψευδής μάρτυρας των αναφερομένων. Αλλά όπως συμβαίνει πάντοτε να δυσπιστούμε στην αλήθεια, και μάλιστα τη θρησκευτική, έτσι και παλαιότερα ο Γ. Σωτήρης, ο οποίος είχε συγκεντρώσει τις πληροφορίες από ανθρώπους που έζησαν πριν από την επανάσταση του 1821, έγραφε:

«Της εικόνος ιστορίαν τινές την πιστεύουν
Οι διάβολοι και δαίμονες κουκιά τους μαγειρεύουν».
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: TRAVEL BOOK / ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΗΛΑΣ 

ΤΟ ΚΑΡΤΕΡΗΜΑ (ΥΠΟΔΟΧΗ) ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

«Οι Καναλιώτες Αύγουστον στο Μοναστήρι στέλλουν
Των Μετεώρων κι’ εκεί, εικόνα μίαν φέρουν
Παναγίας Θεοτόκου, κι’ οι Καναλιώτες βγαίνουν
όλοι εις την Βρωμόβρυση κι’ εκεί την περιμένουν.

Οι ιερείς τα άμφια ωραία φορεμένοι,
Κ’ οι λαϊκοί εορτινά φορέματα ‘νδυμένοι
Οι μαθηταί τά λάβαρα βαστούν της Εκκλησίας
Καλόγηρος Μοναστηριού, κρατεί της Παναγίας.

Με σέβας την εικόνα της και ψάλλοντες κινούνε.
Στην Εκκλησιά φθάνουνε κι’ εκεί δοξολογούνε…»

(Γ. Σωτήρης)

Να λοιπόν γιατί υπάρχει συνεχής επικοινωνία του χωριού μας με το Μοναστήρι της Μεταμορφώσεως των Μετεώρων. Σήμερα που τα συγκοινωνιακά μέσα αφθονούν δεν δυσκολεύεται να φθάσει κανείς μέχρι τη ρίζα του βράχου του Μοναστηριού. Δυο ώρες περίπου απέχει το χωριό μας. Πριν όμως από εκατό και διακόσια χρόνια πού δεν υπήρχε ο σιδηρόδρομος, το αυτοκίνητο, ούτε δρόμος, για να φθάσεις με τα ζώα και πεζοπορώντας να περάσεις τα αδιάβατα ποτάμια, χρειαζόταν περισσότερες από δέκα ώρες. Και όμως αυτό δεν τους εφόβιζε, ούτε εμπόδιζε τους Καναλιώτες, γι’ αυτό διατηρείται μέχρι σήμερα η ωραία αυτή συνήθεια (έθιμο) με αδιάπτωτο το ενδιαφέρον μέσα στα τόσα χρόνια.

Το θρησκευτικό συναίσθημα των Καναλιωτών είναι συνυφασμένο με την ιερή εικόνα της Παναγίας της Καναλιώτισσας, στην οποία δείχνουν ιδιαίτερη τιμητική προσκύνηση. Γι’ αυτό και οι ξενιτεμένοι κατά το διάστημα του καλοκαιριού προσπαθούν να παρευρεθούν στο χωριό μπροστά από το πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου για να συμμετάσχουν στο «καρτέρημά της».

Αλλά και όσοι δεν μπόρεσαν την ημέρα αυτή να έλθουν στο χωριό, με τη σκέψη τους να είναι εκεί. Αναπολούν τις παιδικές ιερές εκείνες στιγμές και συγκλονίζονται τα κατάβαθα της ψυχής των από συγκίνηση.

Όσοι όμως έχουν την ευκαιρία να παρευρίσκονται στην υποδοχή νιώθουν κάτι πολύ βαθύτερο και ανέκφραστο.

Από την προηγούμενη Κυριακή δύο χειρόγραφες αιτήσεις δέχονται τις υπογραφές των Καναλιωτών, με τις οποίες ζητούν να δοθεί η άδεια και επιτραπεί από τις Μητροπόλεις Καρδίτσης και Τρικάλων να μεταφερθεί η εικόνα. Όλη αυτή η διαδικασία έγινε πλέον πολύ τυπική, γιατί η συνήθεια έχει γίνει πλέον νόμος.

Μια ομάδα ανδρών (επειδή πριν από το 1940 δεν επιτρέπετο να ανεβαίνουν γυναίκες στα Μοναστήρια των Μετεώρων) από πέντε μέχρι δεκαπέντε και περισσότερους καμμιά φορά, την Παρασκευή πριν από την Κυριακή του Δεκαπενταύγουστου, ξεκινούν με προετοιμασία για Θεία Λειτουργία στα Μετέωρα και Θεία Κοινωνία και με σκοπό να παραλάβουν την ιερή εικόνα, την Παναγία, όπως συνηθίζεται να λέμε και να τη μεταφέρουν στο χωριό μας την Κυριακή προ του Δεκαπενταύγουστου.

Τη νύχτα του Σαββάτου γίνεται στο Μοναστήρι η Θεία Λειτουργία και όσοι είναι ετοιμασμένοι κοινωνούν των Αχράντων Μυστηρίων.

Την Κυριακή από τις πέντε η ώρα το πρωί όλοι βρίσκονται στο πόδι. Χτυπά ο κόπανος, το σήμαντρο και τελευταία η μεγάλη καμπάνα. Ο Ηγούμενος φορεί το πετραχήλι, παίρνει με σεβασμό την εικόνα και λέγει το ευλογητός ο Θεός…», το τρισάγιον, σχηματίζεται πομπή, ψάλλεται το απολυτίκιον «Η γέννησίς σου Θεοτόκοε χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη…», διότι η εικόνα είναι αφιερωμένη στο «γενέσιον της Θεοτόκου», φθάνουν στη μέσα εξώπορτα, στην ανέμη, και εκεί κοντά ο Ηγούμενος την παραδίδει στους Καναλιώτες, στο μεγαλύτερο από τη συνοδεία. Παλαιότερα, όταν το Μοναστήρι είχε πολλούς μοναχούς, τη συνόδευε ένας απ’ αυτούς μέχρι τα Κανάλια.

Κατεβαίνοντας τις υπόλοιπες δεκάδες τα σκαλοπάτια, άλλοτε κατηφόριζαν μέσα από το μεγάλο φαράγγι για το Καστράκι και κατ’ ευθείαν για την Καλαμπάκα. Τώρα όμως κάποιο ταξί θα τους παραλάβει, για να τους μεταφέρει στο σταθμό της Καλαμπάκας, για να προλάβουν το πρώτο τραίνο η ωτομοτρίς.

Σε όλη τη διαδρομή από τα Μετέωρα μέχρι το Φανάρι όλοι γνωρίζουν τη συνηθισμένη ιερή συνοδεία, κι’ έτσι δεν ρωτούν τι είναι, παρά λένε «Ή Παναγία η Καναλιώτισσα», σταματούν, σταυροκοπιούνται και ασπάζονται την εικόνα.

Στη στάση του «Μπαλτσιάκι» Φαναρίου, κάτω από το Ναό του Νεομάρτυρος Αγίου Σεραφείμ, κατέρχεται από την αμαξοστοιχία ή συνοδεία και ανηφορίζει. Παλαιότερα περνούσε έξω από το Φανάρι, από τη συνοικία «τα Μαστόρικα», σήμερα όμως, διέρχεται από τον κεντρικό δρόμο του Φαναρίου, όπου όλοι οι παρευρισκόμενοι στο δρόμο κάνουν το σταυρό τους και πολλοί ασπάζονται την εικόνα. Μόλις φθάσουν στην στροφή του δρόμου του «Παλουκωμένου» σταματούν, για να τους ιδούν απέναντι από τα Κανάλια και να ξεκινήσει η πομπή της υποδοχής, για να συναντηθούν στο εικόνισμα της Βρωμόβρυσης.

Οι Καναλιώτες την ημέρα αυτή του ερχομού της Παναγίας την περιμένουν ξεχωριστά μέσα στο χρόνο. Όλα τα κανονίζουν έτσι, ώστε να μη μένει κανείς στο σπίτι, εκτός από τους πολύ ανήμπορους. Τα μικρά παιδιά τα παίρνουν στην αγκαλιά και πηγαίνουν στην Εκκλησία. Μόλις σχολάσει, γύρω στις 8.30΄ η ώρα χτυπά η καμπάνα χαρμόσυνα, αναγγέλλοντας έτσι στο χωριό ότι η Παναγιά έφθασε και η συνοδεία της ξεκουράζεται στα αμπέλια τα «Κατερέικα». Σχηματίζεται πολυάνθρωπη πομπή μέχρι διακόσια περίπου μέτρα από την Εκκλησία της Κοιμήσεως. Προπορεύονται τα εξαπτέρυγα, ακολουθούν οι ψάλτες και των δύο Εκκλησιών και έπονται οι ιερείς με τα λευκά φαιλόνια.

Σ’ όλη τη διαδρομή ψάλλεται η Μεγάλη Παράκληση της Παναγίας. Όλοι συμμετέχουν και αισθάνονται την ανάγκη να ψιθυρίσουν τα χείλη των: «Τη Θεοτόκω εκτενώς νυν προσδράμωμεν, αμαρτωλοί και ταπεινοί… κράζοντες εκ βάθους ψυχής…».

Η συνάντηση των δύο συνοδειών είναι συγκινητική. Όλοι σταυροκοπιούνται. Ο μεγαλύτερος ιερεύς παίρνει με ιδιαίτερη ευλάβεια την εικόνα στα χέρια του, αναγιγνώσκει το Ευαγγέλιο, ευλογεί τα πλήθη και η πομπή επιστρέφει συνεχίζοντας την υπόλοιπη παράκληση. Στην Εκκλησία γίνεται ο ασπασμός της εικόνας με δάκρυα από πολλούς και, όταν τελειώσει η παράκληση, ο καθένας εύχεται «και του χρόνου να μας αξιώσει η Παναγία να την περιμένουμε». Η άλλοι λένε: «Παναγία μου του χρόνου ποιόν θα βρεις!».

‎ Πληροφορίες: Κατερίνα Παπαϊωάννου