Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016

ΑΡΓΙΘΕΑ - Στην καρδιά των Αγράφων

«Στα βουνά πήγες;». «Δεν έχεις δει τίποτα αν δεν έφτασες στα ορεινά της Αργιθέας». Δίκιο δίνεις, ό,τι κι αν σου πουν. Ένας καινούργιος κόσμος ανοίγεται μόλις αφήσεις πίσω σου τον κάμπο. Μόλις μπεις στα απάτητα, αδάμαστα και αυθεντικά θεσσαλικά Αγραφα.
Δρόμοι αδιάβατοι κατά τους χειμερινούς μήνες. Μνημεία αφιερωμένα σε αυτούς που χάθηκαν προσπαθώντας να πετύχουν το ακατόρθωτο. Γη και άνθρωποι αδάμαστοι. Που άπαξ και τους γνωρίσεις θα θες να τους δώσεις παράσημα. Για την ανδρεία που έδειξαν στα χρόνια της Αντίστασης. Για το πείσμα, την αντοχή τους στο κρύο, στην απομόνωση, στα καθημερινά χτυπήματα της φύσης που γεννούν τα πιο ασυνήθιστα προβλήματα.
Για τους χωμάτινους δρόμους που διαβαίνουν κάθε μέρα αγόγγυστα, για τους ανελέητους κύκλους στους οποίους αναγκάζονται απ’ τις πεσμένες πέτρες και τα δέντρα που φράζουν τον δρόμο απροειδοποίητα, γιατί είναι στην άκρη του πουθενά και (επι)μένουν εκεί.
Γιατί τα σπίτια τους αιωρούνται σε απύθμενους γκρεμούς. Γιατί μόλις πέφτει το φως ξορκίζουν την υγρασία με τη μασίνα, γιατί τα παιδιά τους έφυγαν και παρ’ όλες τις κακουχίες, όσα ζητούν υπάρχουν σε δύο λέξεις: «κόσμο θέλουμε», ακούς.
Η γέφυρα Καταφυλλίου
Κάπου στα όρια γης και ουρανού, τα Αγραφα. Όλη η ομορφιά του βουνού σε μια συστάδα ασπρισμένες, κοφτερές μύτες. Οι νότιες απολήξεις της Πίνδου. Τα τραχιά και ανυπότακτα βουνά που σβήστηκαν απ’ τους χάρτες.
Οι στιβαροί ορεινοί όγκοι που με την πρώτη νεροποντή ή στον βαρύ χιονιά μένουν αποκλεισμένοι για μήνες. Που στα σωθικά τους κρύβουν δεκάδες ποτάμια, που τα πιο στενά τους σημεία στεφανώνονται με πέτρινα γεφύρια αναρίθμητα.
Είναι μαγικό πώς καταφέρνουν και «διαστρεβλώνουν» την πραγματικότητα. Όλα γίνονται μικροσκοπικά ακουμπισμένα στη γιγαντοσύνη του βουνού. Τα χωριά μινιατούρες. Οι δρόμοι κορδέλες. Τα λιγοστά αμάξια παιχνίδια σε πίστα υπέρτατου βαθμού δυσκολίας.
Με πολυάριθμες βαθιές χαράδρες και άλλες τόσες πανύψηλες κορυφές, ορθώς φέρουν τον τίτλο της πιο δύσβατης γωνιάς της Ελλάδας. Επτά στέκονται σε υψόμετρο πάνω απ’ τα 2.000 μέτρα. Από σεβασμό τις λες με τ’ όνομά τους: Καράβα, Βουτσικάκι, Ντελιδίμι… Στα πόδια τους υποκλίνεσαι.
Και όσο βρίσκεσαι στην αγκαλιά τους πιστεύεις σε όλους τους θεούς και σ’ όλα τα στοιχεία της φύσης. Στους ποταμούς: στον Αχελώο, στον Πετριλιώτη. Στους αέρηδες που λυσσομανάνε, που κάνουν τα σύννεφα να τρέχουν στο άγγιγμά τους.
Στον Τύμπανο, το ένα και μοναδικό -πολλές φορές απροσπέλαστο- πέρασμα, την «Κατάρα» των Αγράφων, που νιώθεις υπερήφανος και μόνο που διέσχισες – πλάι σε βήματα αιώνων, άφησες και εσύ το πάτημά σου.
Το Βλάσι, σφηνωμένο στην πλαγιά της Καράβας
Ξεκινάς απ’ τα ξεκάθαρα: οι χάρτες τα μοιράζουν σε ευρυτανικά και θεσσαλικά Αγραφα. Στα θεσσαλικά βασιλεύουν τα χωριά της Αργιθέας και του Αχελώου. Της Αργιθέας χωρίζονται σε ανατολικά και δυτικά.
Δύο οι βασικοί δρόμοι. Το καλοκαίρι ενώνονται. Τον χειμώνα σ’ το λένε με σαφήνεια, όποια παράκαμψη και αν σκέφτεσαι «μην τη δοκιμάσεις».
Από το Μουζάκι ξεκινάς και για τους δύο. Η περιοχή της Ανατολικής Αργιθέας «συνορεύει» με τη λίμνη Πλαστήρα και για να την προσεγγίσεις ανεβαίνεις την ανήλιαγη πλαγιά προς Τροβάτο Ευρυτανίας, περνάς το Πευκόφυτο και, πίσω από τον αυχένα της Καζάρμας, βρίσκεις τα Πετρίλια – το μεγαλύτερο χωριό με τους 15 κατοίκους.
Σε γενικές γραμμές η συγκεκριμένη πορεία σε περνάει απ’ το Βλάσι, το Δροσάτο, τα Κουμπουριανά και καταλήγει στη σφηνωμένη στον βράχο Μονή Σπηλιάς και στη φυσική λίμνη Στεφανιάδας που δημιουργήθηκε από κατολίσθηση.
Ζήτημα αν συναντήσεις στον δρόμο σου ένα αμάξι. Σίγουρα θα κατέβεις απ’ το αυτοκίνητο για να μετακινήσεις αδέσποτες πέτρες, θα έχεις τον νου σου στον πάγο και όποιον κι αν συναντήσεις -το ξέρεις- θα τον ξαφνιάσεις.
Γεφύρι Καρυάς, το μεγαλύτερο των θεσσαλικών Αγράφων
Πιο ζωντανά τα πράγματα στη Δ. Αργιθέα. Εδώ η έδρα του δήμου, περιέργως όχι στο χωριό Αργιθέα, αλλά στο Ανθηρό.
Σε τούτη την πλευρά χτυπά η καρδιά των θεσσαλικών Αγράφων και για να ακούσεις τον χτύπο της περνάς τον φοβερό και τρομερό Τύμπανο, τον αυχένα του Αϊ-Λια στα 1.800 μ. υψόμετρο – κατά τους χειμερινούς μήνες, το πιο δύσκολο πέρασμα της Θεσσαλίας.
Το μνημείο των 43 αδικοχαμένων στο χιόνι Αργιθεατών δεν αφήνει χώρο για αμφιβολίες. Αργιθέα: 1 μόνιμος κάτοικος. Καρυά: 5. Μεταμόρφωση Ανθηρού: 10. Σ’ αυτό το κομμάτι συναντάς και το μεγαλύτερο πετρογέφυρο της Θεσσαλίας, το γεφύρι του Τριζώλου ή Καρυάς, με άνοιγμα 32 μ. Και ύψος 16 μ.
Στον Πετριλιώτη ποταμό το πανέμορφο γεφύρι του Πετρωτού (ακριβώς μπροστά από τη σιδερένια γέφυρα της Συκιάς) «σφήνα» στα δεκάδες άλλα μικρότερα αριστουργήματα. Και μετά έρχονται τα τούνελ. Όταν τελειώσουν, έρχεται ο Αχελώος.
Απέναντι ορθώνονται τα εξίσου περήφανα Τζουμέρκα παρέα με την Αρτα και αν στραφείς νότια, μπλέκεις στον δαίδαλο των χωμάτινων οδών που ενώνουν τα χωριά του Αχελώου. Έως εδώ η σήμανση είναι υποδειγματική. Από δω και πέρα το ένστικτο δουλεύει υπερωρίες.
Σκορποχώρι τα Πετρίλια της Ανατολικής Αργιθέας. 7 μικροί και 7 μεγάλοι οικισμοί. Απλωμένοι κάτω από τις θεόρατες κορφές των θεσσαλικών Αγράφων. Πυρήνας τους η Μονή Γέννησης της Θεοτόκου – που οι κάτοικοι επιμένουν να προσφωνούν με το παλιό όνομα: Μονή Αγίου Χαραλάμπους.
Ο Παύλος, μοναδικό «νήπιο» στο Αργύρι, με τη δασκάλα του Ευγενία Μυριούνη
Στη γειτονιά Χάρις και η πετρόχτιστη Κοίμηση της Θεοτόκου, μία από τις 19 διάσπαρτες στους μαχαλάδες εκκλησιές. Οι… πιστοί επιστρέφουν κατά παράδοση το καλοκαίρι, άλλοι από το Σχηματάρι, άλλοι από τη Λάρισα.
Οι Βλασιώτες μετοίκησαν πιο κοντά –ανεβαίνουν από το Μουζάκι. Μέχρι το 1821 τα Πετρίλια μετρούσαν 5.000 ψυχές. Το ’44, το δημοτικό τους σχολείο διετέλεσε έδρα της Κυβέρνησης του Βουνού.
Αχελώος Ποταμός
Το γειτονικό Λεοντίτο υπήρξε λημέρι του αρματολικιού του Καραΐσκάκη. Στο Στεφανιώτικο γεφύρι η άσφαλτος σταματάει, αρχίζουν οι σάρες. Οι πέτρες, οι γκρεμοί, η μοναξιά μέχρι τη λίμνη Στεφανιάδας. Ένας μοναχός στη φημισμένη Μονή Σπηλιάς.
Ιδρύθηκε το 1604 στα 780 μ. Υψόμετρο πάνω από το Πετριλιώτικο ρέμα. Στην απέναντι χαράδρα αιωρούνται τα Κουμπουριανά και λίγο παρακάτω το Δροσάτο, με το παλιό γεφύρι που στεφανώνει τον ποταμό Βλασιώτη.
Μόλις 50 χρόνια ζωής μετρά η λίμνη Στεφανιάδα
Σε κάποια άλλη εποχή/πραγματικότητα ο δρόμος θα συνέχιζε έως τον Μάραθο, θα έφτανε στα χωριά του Αχελώου. Το απαράβατο, όμως, «μην το δοκιμάσεις» επανέρχεται και καθώς δεν είναι να σε βρει η νύχτα στα αγραφιώτικα βουνά, την επόμενη μέρα ας ανηφορίσεις με σύνεση, από την πλευρά της Αργιθέας. Πάει ο Τυμπανος, τον πέρασες.
Ένας κάτοικος στης Αργιθέας το ποτάμι: ο ζωγράφος Κώστας Κουτσός, ριζωμένος πλάι στο καλντερίμι που οδηγεί στο μονότοξο γεφύρι και στον παλιό νερόμυλο. Τυχερό τον λες. Ο,τι χρειαστεί το βρίσκει στα 3 χλμ. Τσιγάρα, βενζίνη στο μπιτόνι κι όλα τα απαραίτητα, στον παντοτινό κόμβο της Αγορασιάς, στο σταυροδρόμι με την Καρυά.
Τρία χιλιόμετρα επιπλέον και θαυμάζεις από ψηλά το θεόρατο στεφάνι του Τριζώλου. Απ’ το προαύλιο του Αγίου Νικολάου, να δεις και το προαναφερόμενο χωριό. ‘Η από την αντίθετη πλευρά, στα μισά του δρόμου για Πετρωτό. Με 1 ώρα πεζοπορίας απ’ το ποτάμι το αντικρίζεις και κατάματα.
Λίγο πριν την Αγορασιά (μην ψάχνεις για οικισμό, δυο καφενεία όλα κι όλα), πριν τη στροφή για Μεσοβούνι (εκεί το γεφύρι του Θερινού) σκαλιά οδηγούν στον νεκροταφείο της αρχαίας Αργιθέας, απομεινάρι της πρωτεύουσας των αρχαίων Αθαμάνων. Και κάπως έτσι φτάνεις στο Ανθηρό…
Η Κοίμηση της Θεοτόκου, μία από τις 19 εκκλησιές που φωλιάζουν στα Πετρίλια
Εκεί βρίσκεις όλα τα καλά του κόσμου. Καφετέρια, πεστροφοτροφείο, νερόμυλους, πηγές, εκκλησιαστικό μουσείο… το καλοκαίρι. Λίγο παραπάνω, προς Μεταμόρφωση, πέφτεις πάνω στη Μονή Κατουσίου, μόνη και έρημη αλλά πανέμορφη· του 17ου αι.
Χαμηλά πάλι κατεβαίνεις, παράλληλα με το Πετριλιώτικο ρέμα. Η σιδερένια γέφυρα της Συκιάς σηματοδοτεί το 17 μ. γεφύρι του Πετρωτού. Δίστρατο γαρ, βόρεια κατευθύνεσαι -παράλληλα με την κοίτη του Αχελώου- για να επισκεφθείς την Καλή Κώμη (ξεχωρίζει η εκκλησία του Αγίου Νικολάου με τέμπλο από πωρόλιθο) και τα Ελληνικά (με το γεφύρι του Κορακονησίου, δύσκολης πρόσβασης, μέσω μονοπατιού 2 χλμ.).
Εναλλακτικά συνεχίζεις προς Συκιά. Μπαίνεις στα τούνελ και όταν αντικρίσεις το ποτάμι, περνάς τη γέφυρα προς Αρτα για να θαυμάσεις την κούλια (ένα από τα δύο φυλάκια) που απέμεινε από το κάποτε μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι της Ελλάδας. Το γεφύρι του Κοράκου, με άνοιγμα 45 και ύψος 25 μ., από το 1514 ένωνε τη Θεσσαλία με την Ήπειρο, μέχρι που ανατινάχτηκε στον Εμφύλιο με 61 κιλά δυναμίτη.
Κοίμηση της Θεοτόκου Πετριλίων εκ των έσω. Οι τοιχογραφίες της αποτελούν έργο Σαμαριναίων αγιογράφων
Καλοδιατηρημένο (και επίσης σπουδαίο) το 4τοξο γεφύρι Καταφυλλίου, που μπορεί να χρονολογείται από τις αρχές του 20ού αι., μα η σημασία του είναι αναμφισβήτητη: πρόκειται για την «ένωση» των νομών Καρδίτσας, Ευρυτανίας, Αιτωλοακαρνανίας και Άρτας, πάνω από το γαλάζιο του Αχελώου.
7 χλμ. νότια απ’ το Αργύρι το βρίσκεις, το οποίο αποτελεί ένα από τα πλέον πολυάριθμα χωριά. Στα ενδότερά του λειτουργεί καφενείο (και δημοτικό σχολείο με έξι μαθητές και έναν στο νηπιαγωγείο).
Πιο κοντά στην Ευρυτανία, κατοικείται από νέους ανθρώπους που ενώ ξεχειμωνιάζουν στον τόπο τους… ξεκαλοκαιριάζουν, κάνοντας τους σερβιτόρους, στα νησιά.
Κάπου εδώ υπήρχε και η περαταριά (εναέριο καρούλι) της Μπράβας – «η αδέσποτη».
Στο πιο δύσβατο τμήμα των Αγράφων η Μονή Σπηλιάς
Στα Νεοχώρια Βραγγιανών ακόμα δουλεύει ο «σίγουρος» δρόμος για τις Πηγές Αρτας, με τον 79χρονο Κώστα Σακελλάρη, διορισμένο περατάρη της για 27 ολόκληρα χρόνια, να τη δείχνει, σαν σε μουσείο.
Η διαφορά είναι πως τη φρόντιζε: «την κλείδωνα, τη λάδωνα, κάθε Παρασκευή. Ολους τους πέρναγα, ανθρώπους και ζώα», θυμάται.
Στα Βραγγιανά, έδρα του πρώην Δήμου Αχελώου, το ρεύμα έφτασε το ’81. Οι 150 οικογένειες κάποτε, σήμερα έγιναν 200 άνθρωποι που ασχολούνται με τη γη και την κτηνοτροφία, πλάι στο στολίδι τους, το μοναστήρι Μεταμόρφωσης του Σωτήρος.
Παρέα με τους συντοπίτες τους περιμένουν πότε θα ολοκληρωθούν τα έργα ασφαλτόστρωσης στον δρόμο Καρδίτσας – Άρτας, να γίνει βιώσιμο το πέρασμα προς την Ήπειρο. Να βλέπουν κάναν άνθρωπο παραπάνω τον χειμώνα.
Η κ. Αγορή Χυτά, στο καφενείο της, στον κόμβο της Αγορασιάς
Να μπουν επιτέλους στον χάρτη. Ίσως είναι όπως τα λέει η κ. Αγορή στο καφενείο-παντοπωλείο- πανδοχείο (αν χρειαστεί) της Αγορασιάς: «Άλλος περιμένει τα χιόνια, άλλος το καλοκαίρι, εμείς εσάς τους περαστικούς, να πιείτε έναν καφέ. Έτσι είναι, παιδί μου», έτσι ήταν πάντα στα Άγραφα. «Καθένας με την τύχη του».
Κείμενο: Ηλέκτρα Φατούρου
Φωτογραφίες: Hρακλής Μήλας