Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

ΚΥΚΛΟΣ Των Καραγκούνικων Χωριών του νομού Καρδίτσας (και οι μεταξύ τους διαφορετικότητες ενδυμασιών, ηθών – εθίμων, νοοτροπίας κ.λ.π.)

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΘΩΜΑ ΣΤΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΟΥ ΣΤΙΣ 27-12-2013
ΚΥΚΛΟΣ
Των Καραγκούνικων Χωριών του νομού Καρδίτσας
(και οι μεταξύ τους διαφορετικότητες ενδυμασιών,
ηθών – εθίμων, νοοτροπίας κ.λ.π.)
---------- ● ----------
Μικρό και σύντομο «σεργιάνισμα» θα κάνουμε σήμερα στα Καραγκούνικα χωριά του νομού μας, που είναι τέτοια όλα σχεδόν τα χωριά του πεδινού κάμπου της Καρδίτσας. Παράλληλα θα τονίσουμε τη διαφορετικότητα των ενδυμασιών των κατοίκων τους, των εθίμων τους και νοοτροπίας τους.
Γνωστό είναι ότι τα Καραγκούνικα χωριά της Καρδίτσας είναι μόνον τα «καμπίσια» και κανένα των ορεινών περιοχών, όπου δεν κατοίκησε και δεν ρίζωσε κανένας Καραγκούνης, ενώ αντίθετα στα «καμπίσια», τα Καραγκούνικα χωριά, μετοίκησαν και εγκαταστάθηκε πλέον και μέχρι σήμερα όλος σχεδόν ο πληθυσμός των ορεινών και ημιορεινών χωριών του νομού Καρδίτσας.
Θα αρχίσουμε από την ίδια την πόλη της Καρδίτσας, η οποία είναι ιστορικά διαπιστωμένο ότι αρχικά και επί Τουρκοκρατίας δεν ήταν συγκροτημένη, κατοικήσιμη περιοχή, αλλά «σταθμός» των ορεινών καραβανιών και «Κερατζήδων» διερχομένων, με διάφορα «χάνια» και τόπος παζαριών από τους πληθυσμούς των διαφόρων ορεινών χωριών, αλλά και των καμπίσιων. Σιγά σιγά και με την παρέλευση χρόνων και αιώνων δημιουργήθηκαν γύρω από τα «χάνια» και τους τόπους των παζαριών και των ζωοπανήγυρεων κατοικίες και καταυλισμοί από μακρινούς επισκέπτες και ορεινούς κατοίκους, και έτσι η Καρδίτσα αποτέλεσε τόπο συναντήσεων και εγκαταστάσεων από μακρινούς «Βλάχους» ή «Σαρακατσιάνους»  οικογένειες των ορεινών χωριών των Αγράφων, οι οποίοι δημιούργησαν εδώ τους δικούς τους «μαχαλάδες» αλλά και από τους καμπίσιους πληθυσμούς των πεδινών Καραγκούνικων χωριών αργότερα…
Όμως απ’ αρχής η Καρδίτσα σαν μικρή και «περιστασιακή» κατοικήσιμη περιοχή, είχε πάρει και διατήρησε το καραγκούνικο χρώμα από το διπλανό της (σχεδόν εφαπτόμενο με τους διαφόρους αυτούς «μαχαλάδες») χωριό, τις Καμινάδες, που ήταν καθαρά καραγκούνικο χωριό και έτσι διατηρήθηκε σχεδόν και μέχρι σήμερα μολονότι πλέον αποτελεί συνοικία της …. Βέβαια η αλλοίωση του καραγκούνικου χρώματος και η επιμειξία των πληθυσμών επηρέασε και τις Καμινάδες όπως και όλα πλέον τα καραγκούνικα χωριά.
Εμείς σήμερα θα ανατρέξουμε στις προ της ευρείας επιμειξίας αυτής εποχές (ας πούμε στο 1950 – 1965) αλλά και αργότερα, και θα θυμηθούμε και τις προ των ετών αυτών παλιές ονομασίες των καραγκούνικων χωριών.
Και θ’ αρχίσουμε από τα νοτιοδυτικά της Καρδίτσας χωριά (δηλαδή από εδώ που βρισκόμαστε σήμερα), από το Γεωργικό (Τσιαούσι) που απέχει λίγο μόλις από την Καρδίτσα και που το καραγκούνικο χρώμα του (ενδυμασίες, νοοτροπία, ήθη κ.λ.π.) υπήρξε αρκετά διαφορετικό από τα προς ανατολάς και βορρά άλλα καραγκούνικα χωριά. Ομοιότητα παρουσίαζε με τα διπλανά του Κρύα Βρύση και Ξυνονέρι (Τσιαούσι) με μικρή απόκλιση των ενδυμασιών με αυτά. Εντελώς διαφορετική ενδυμασία, όμως, και νοοτροπία με τον Αγ. Γεώργιο, που ήταν και είναι ορεινό και όχι καραγκούνικο χωριό. Λίγο προς βορράν η Μητρόπολη (Παλιόκαστρο). Μεγάλο απ’ αρχής καθαρά καραγκούνικο χωριό με τη χαρακτηριστική ενδυμασία των γυναικών από χρωματιστούς ουτράδες, ανεπηρέαστο από τους ορεινούς, καίτοι ήταν τόπος στάθμευσης των ορεινών πληθυσμών που κατέβαιναν με τα ζώα τους προς Καρδίτσα. Και δίπλα του βορειότερα το Φράγκο και το Παλαιοκκλήσι (Ίσαρι) με ίδια με της Μητρόπολης έθιμα και ενδυμασία. Η Λοξάδα δυτικότερα από το Ίσαρι είχε μετρημένες καραγκούνικες οικογένειες διάσπαρτες στα κτήματά τους.
Μια διαφορετική σειρά καραγκούνικων χωριών βρίσκουμε βορειοδυτικά της Καρδίτσας αρχίζοντας από το Αρτεσιανό (Μπιτσαρί) με ελαφρά διαφορετική, από πολύχρωμους ζωηρούς ουτράδες, ενδυμασία και άσπρους «μονοσάνιδους» σαγιάδες, φουσκωτές τραχηλιές, κυκλικά μυτάκια των μαλλιών στο μέτωπο κ.λ.π.   Και εν συνεχεία το Ριζοβούνι (Ριζάβα) με όμοια εμφάνιση και νοοτροπία. Τελευταία, δυτικά του Αρτεσιανού δημιουργήθηκε νέος οικισμός από κατοίκους του ορεινού Φλωρεσίου.
Όμως προς τα δυτικά της Ριζάβας συναντούμε άλλη νοοτροπία, έθιμα, αλλά και απόκλιση ενδυμασιών, όπως στους Αγ. Αναργύρους (Παλιούρι) και ιδίως στην Κρανιά, ένα βαθιά αμιγές καραγκούνικο χωριό, όπου τους σαγιάδες πολύχρωμους ουτράδες τους λουλάκιαζαν (γαλάζωναν ελαφρώς) και όπου οι Καραγκούνηδες κάτοικοί του ήταν αρκετά σοβαροί και «διπλωμένοι» νοικοκύρηδες, ονομαστοί για τη «μπεσσαλίδικη» νοοτροπία τους. Στη συνέχεια η Μαγούλα και η Μαγουλίτσα με νοοτροπία ταυτόσημη και χρώμα ίδιο με τους Καραγκούνηδες της Κρανιάς. Πιο πέρα η Γελάνθη με ελαφρώς διαφοροποιημένη ενδυμασία επηρεασμένη από το κοντινό τους καραγκούνικο τρικαλινό χωριό της Ραψίστας.
Δυτικά τώρα μπαίνουμε σε άλλες καραγκούνικες κοινωνίες και χωριά, τα «Βαλτοχώρια» με ακραίο τους (προς Τρίκαλα) το Αγναντερό (Μιζντάνι) κεφαλοχώρι, ανεπηρέαστο καραγκουνοχώρι ακόμη και σήμερα, με ενδυμασίες επηρεασμένες από το γειτονικό τους κεφαλοχώρι των Τρικάλων, τα Μεγάλα Καλύβια, όπως ο λαγκιολάτος σαγιάς και η ψηλόμεση - στη φάσα, τα γκιουρντιά και τα πλαστήρια - μαρέγκα. Εδώ συνεχίζονται οι φουσκωτές τραχηλιές, αλλά οι σαγιάδες, τα σεγκούνια τους, τα φλοκάτα, τα γκιουρντιά τους (κεντημένα με ”μαραγκούς” πλέον ουτράδες) είναι πολύ πιο κοντά από το «κάμσο» και τα μανίκια τους έχουν ακέντητη κατάληξη, ιδίως των γυναικών μεγάλης ηλικίας. Υψηλό μπούστο και δέσιμο της ποδιάς («πεστιμάλι») πιο πάνω από τη μέση, που έδειχνε το στήθος «πιο ψηλά».  Δυτικά από το Μιζντάνι όμως, το Παλαιοχώρι είχε ελαφρά απόκλιση από το Αγναντερό. Κάτι μεταξύ αυτού του χωριού και της Μαγούλας….
Δυτικά από το Μιζντάνι και βόρεια της Καρδίτσας μπαίνουμε καθαρά πλέον στο Βάλτο και στα «βαλτοχώρια». Πρώτα στα Καλογριανά, με νοοτροπία άλλη, απόμακρη και κλειστή, αφού πράγματι ο βάλτος που υπήρχε μέχρι πρόσφατα δεν ευνοούσε την ανάπτυξή τους και την άνετη επικοινωνία. Πέραν αυτού παλαιότερα η ένεκα των βαλτόνερων υπάρχουσα «ελονοσία» αποδεκάτιζε τους κατοίκους τους και η πλειονότητά τους παρουσίαζαν το στίγμα της μεσογειακής αναιμίας. Τα «βαλτοχώρια» λοιπόν ήταν από τα Καλογριανά και τα ανατολικότερα αυτού κείμενα χωριά όπως: Αγία Τριάδα (Μερίχοβο), Προάστιο (Παραπράσταινα), Πεδινό (Εκίμ Βελέσι), Μαραθέα (Βάναρη), Κόρδα, Μεταμόρφωση (Κορτίκι), Κοσκινά, Ψαθοχώρα (Ρακβα), Μακρυχώρι, Μυρίνη (Μύρους). Η μεταξύ επικοινωνία ορισμένων από αυτά τα χωριά γινόταν ακόμα και με ξυλόβαρκες ανάμεσα στους βάλτους.  Πρόλαβα μερικές τέτοιες εικόνες. Στα χωριά αυτά μέχρι προ ετών παρατηρούμε την ίδια σχεδόν νοοτροπία στα έθιμά τους, στη συμπεριφορά και στην ενδυμασία με τους ίσιους λευκούς σανιδωμένους σαγιάδες, τα φλοκάτα και γκιουρντιά. Το χαρακτηριστικό των κεφαλόδεσμων αυτών των χωριών στις ενδυμασίες των γυναικών ήταν το στραβό δέσιμο της κοτσίδας (”κοσιάνας”), η οποία έδειχνε κυκλικά σχέδια των μαλλιών τους στο μέτωπο με μικρές σειρές κορδονιών (τα ”μυτάκια”). Έτσι με το γνώρισμα αυτό άνετα συμπέρανε κανείς ότι η Καραγκούνα αυτή γυναίκα είναι .. «Βαλτίσια». Και έμεινε χαρακτηριστική η προσωνυμία «μαρή στραβοτσιμπέρω»…
Ανατολικά τώρα από την Καρδίτσα αρχίζουν τα χωριά Σταυρός (Κουμάδες) και απέναντι ο Πρόδρομος (Κουρτέσι) και λίγο ανατολικότερα οι Αγ. Θεοδώροι (Καπτσί), και βόρεια αυτού οι Γοργοβίτες και το Μάρκο. Οι ενδυμασίες τους έφεραν τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτές των Καμινάδων, της Μυρίνης και του Μακρυχωρίου. Δηλαδή τα κεντήματα με τους πορτοκαλίσιους ουτράδες, τους λευκούς μονόφυλλους πίσω σαγιάδες, τα γκουρντιά, τα φλοκάτα και τα πλαστήρια.
Αλλά βορειοανατολικότερα και αμέσως μετά το Μάρκο αλλάζει το σκηνικό και η νοοτροπία των Καραγκούνικων χωριών. Μπαίνουμε στον Παλαμά (το χωριό μου), κεφαλοχώρι παλαιό και πόλις σήμερα, η μεγαλύτερη μετά την Καρδίτσα.
Εδώ θα σταθούμε περισσότερο γιατί πράγματι αλλάζουν τα πάντα σε σχέση με τα προηγούμενα, καθόσον ο Παλαμάς είχε (και έχει ακόμη) ιδιομορφία διαφορετική από τα άλλα Καραγκουνοχώρια ως προς την ενδυμασία, τη νοοτροπία των κατοίκων, τα έθιμά τους και άλλα..
Ο Παλαμάς αρχικά και προ τριών αιώνων δεν ήταν καν χωριό αλλά καλύβες «παλαμισμένες» γύρω από το Μοναστήρι (Αγ. Αθανάσιο), που ήταν εκεί από τους βυζαντινούς χρόνους σε ένα ξηρό μέρος με γύρω - γύρω βάλτο, το ”νσι” (νησί). Τη συνοικία αυτή με τις καλύβες ονόμασαν αργότερα «Ρουμ Παλαμά» για να τη διακρίνουν από τα τρία κονάκια των Τούρκων. Αυτά ήταν εκτός αυτού του μαχαλά και του Αγ. Αθανασίου και των άλλων μαχαλάδων που δημιουργήθηκαν μετά το 1700 από την κάθοδο των νομάδων της Βορείου Ηπείρου και των Ηπειρωτών Κτιστάδων, που πλαισίωσαν τα 3 (τρία) κονάκια (”Παπτσή, Πατσιαβά, Παλιούρα”). Δημιούργησαν νέες συνοικίες (”Καραμπέρ, Κοντακλή, Ανατολικό”) με έθιμα, νοοτροπίες και ενδυμασίες επηρεασμένες από τα των νομάδων της Β. Ηπείρου. Έτσι μοναδικό και πρωτόγνωρο είναι το ολόσωμο «καββάδι» (νυφιάτικο) σαν πορφυρή χρυσοκέντητη βυζαντινή εσθήτα και ο ολόσωμος γαλάζιος σαγιάς ή ακόμη οι σκούφιες («τσαλμάδες»), σύνολα που δεν παρουσιάζονται ούτε καν στα γύρω χωριά αλλά και σε κανένα καραγκουνοχώρι της Καρδίτσας.
Αλλά και τα έθιμα παρουσιάζονται διαφορετικά, καθώς οι κοινωνίες του Παλαμά είναι κλειστές ώστε να μην δέχονται άλλες φάρες εκτός αυτών (Βλάχους, Σαρακατσάνους κ.λ.π.)  Δεν παντρεύονταν ούτε καν στα διπλανά χωριά ούτε δέχονταν νύφες από αυτά. Οι χοροί τους και τα τραγούδια τους επίσης είναι επηρεασμένα από το χρώμα της Βορείου Ηπείρου. Δεν θα αναπτύξω περισσότερα για την ιδιόμορφη καραγκούνικη κοινωνία του Παλαμά, που πάντα αριθμούσε γύρω στους 6.500 κατοίκους με τα ¾ του πληθυσμού φερμένου από την Ήπειρο: νομάδες, κτιστάδες και κολίγους γύρω από τα 3 κονάκια του, αλλά και με τα επώνυμα των οικογενειών που μέχρι πρότινος ήταν ηπειρώτικα (Θανασούλας, Πλατιάς, Μπακρατσάς, Στράτσας κ.λ.π.). Εκείνο που παρατηρήθηκε ήταν ότι αυτοί οι Παλαμιώτες επεκτάθηκαν και στον άλλο κάμπο και δημιούργησαν οικισμούς ή δικά τους χωριά, όπως προς νότο τα Καλυβάκια, καθαρά παλαμιώτικο χωριό γύρω από το Γιαννίκι, και επηρέασαν κατά πολύ την κοινωνία της Ματαράγκας, αφού στα χωριά αυτά παρουσιάζεται ίδια κοινωνία, όμοια νοοτροπία, έθιμα αλλά και ενδυμασία, ακόμη και στον Πύργο Ματαράγκας που κείται νοτιότερα.
Βόρεια του Παλαμά ο Βλοχός ξεφεύγει από τα «Βαλτοχώρια» και γίνεται συμπαθές χωριό του Παλαμά με το οποίο είχε ανοικτές συναλλαγές και ανταλλαγή γάμων. Όχι όμως και ο Αγ. Δημήτριος όπου μετρημένες οικογένειες Καραγκούνηδων διέμεναν (και διαμένουν επίσης) ενώ εκείνος αποικήθηκε από Βλάχους και Ασπροποταμίτες κτηνοτρόφους.
Τώρα ανατολικά και μόλις 4 χλμ παρουσιάζονται νέες καραγκούνικες νοοτροπίες, άλλα ήθη και έθιμα, διαφοροποιημένες ενδυμασίες, καραγκούνικες παραλλαγές, όπως  στην Ιτέα (Κουτσιαρί), ατόφιο κεφαλοχώρι, καραγκούνικο χωριό με προοδευτικότερη νοοτροπία και ξεχωριστή ενδυμασία, αλλά και διαφορετική καραγκούνικη προφορά που παρουσιάζει λεκτικές διαφοροποιήσεις. Τα ρούχα των γυναικών (κάμσο, σαγιάς, ράσο) είναι εντελώς κοντά μέχρι το γόνατο και οι κεφαλόδεσμοι διαφορετικοί. Οι κάτοικοι, «προοδευτικοί» Καραγκούνηδες, κάπως περιφρονητικοί για τις παλαμιώτικες κοινωνίες  και αποικίες, μάζευαν τα γύρω χωριά και τους καθοδηγούσαν προς τη δική τους νοοτροπία, όπως το προς βορράν τους Πέτρινο, που είχε μόλις 8 με 10 οικογένειες καραγκούνικες και τους υπόλοιπους προβατάδες και Σαρακατσάνους. Και βορειοανατολικά τη Συκεώνα (Μουσαλάρ) με επίσης πολύ λίγες καραγκούνικες οικογένειες και άλλους ορεινούς φερμένους. Ανατολικά της Ιτέας ο οικισμός Ηλιά με καθαρά Κουτσαριώτικη νοοτροπία και ανατολικότερα το Λαρσινό Μικρό Βουνό (Τικελί) με μισο-Καραγκούνηδες «Γκατζανάδες» . Νότια της Ιτέας 4 χλμ ένα αρκετά μεγάλο χωριό, το Φύλλο (Σιαμπαλί), που όμως δεν είχε την ίδια νοοτροπία και έθιμα με αυτό, αφού τα πάντα (η ενδυμασία, οι τρόποι, τα έθιμα και τα τραγούδια) ήταν φερμένα από τον Παλαμά, ακόμα και οι γαμπροί και νύφες, και οι οικογένειες – δεδομένου ότι το Σιαμπαλί ήταν πολύ κοντά στα μεγάλης έκτασης «μπικριλέρια» / «τσιφλίκια», όπως το Μολόσι, τα κονάκια των τσιφλικάδων, το Χατζόμπασι, το Βασλί κ.λ.π, όπου ολόκληρες οικογένειες του Παλαμά τα καλοκαίρια αναγκάζονταν να μένουν στο Σιαμπαλί εργαζόμενοι ως κολίγοι στα τσιφλίκια αυτά. Δυτικά του Φύλλου 2 χλμ κείται ο μετέπειτα προσφυγικός οικισμός Αμπελώνας (Αλμαντάρ).   Αντίθετα δυτικά 2 χλμ από το Κουτσιαρί η Αστρίτσα (Μπουλί) ήταν ίδιο με ενδυμασία, έθιμα, γλώσσα και νοοτροπία με αυτό.  Πέρα από το Σιαμπαλί νοτιοανατολικά τα Ορφανά, αρκετά προοδευτικό χωριό λόγω και του σιδηροδρομικού σταθμού του και με ανάμειξη διαφόρων οικογενειών και κατοίκων, είχε καραγκούνικες οικογένειες καραγκούνικες με νοοτροπία, ενδυμασία και έθιμα όπως το Κουτσαρί. Αλλά ακόμα ανατολικότερα η Λεύκη (Λασποχώρι), ολόκληρο καραγκούνικο χωριό επηρεασμένο και από τα προς τα Φάρσαλα καραγκούνικα χωριά (Βασλί, Ευίδριο κ.λ.π.)
Στη Σοφάδα τώρα και τα γύρω από αυτή χωριά, που πράγματι ήταν επηρεασμένα από τη δική της κουλτούρα και νοοτροπία. Βόρεια των Σοφάδων το Μασκλούρ: καθαρά καραγκούνικο χωριό επηρεασμένο όμως κατά το ήμισυ από τη νοοτροπία τη Σοφαδίτικη αλλά και από τον Παλαμά φορώντας τον μονοκόμματα γαλάζιο σαγιά με τα μαύρα κεντήματα και το παλαμιώτικο καββάδι και με βαριά παλαμιώτικη ομιλία, καίτοι είναι 500 μέτρα από τους Σοφάδες. Ενώ στη Σοφάδα εκφράζονταν σε γλώσσα μάλλον ελαφρότερη και μεταλλαγμένη, τάχα προοδευτική. Απέβαλαν πολύ νωρίτερα τις καραγκούνικες ενδυμασίες, σαν πόλη που είχε σιδηροδρομικό σταθμό, και επηρεασμένοι από την ευρωπαϊκή προοδευτικότητα εκείνης της εποχής. Όμως δεν ήταν οι Σοφαδίτες οι σταθεροί και ονομαστοί αρχοντοκαραγκούνηδες, αλλά ελαφρότεροι, μεταλλαγμένοι, που ασχολούνταν και με την κατασκευή πήλινων οικοκυρικών αντικειμένων, για τούτο και τους έλεγαν «Λαϊνάδες».
Και ανατολικά των Σοφάδων η Κυψέλη (Μπαταλάρ) με ενδυμασία περίπου ίδια των Σοφάδων. Με πολύχρωμους ουτράδες κεντημένη και πολλές ποδιές ουτραδένιες. Καββάδι ολόσωμο κόκκινο αλλά όχι χρυσά κεντήματα. Ουτραδένια. Το ίδιο και το κοντινό προς ανατολάς ατόφιο καραγκούνικο χωριό, Πασχαλίτσα (Σουμπ).
Και ατόφιο καραγκούνικο χωριό το βορειοανατολικά των Σοφάδων Αγ. Βησσάριος (Παζαράκι) επηρεασμένο από Σοφάδες. Στη συνέχεια βορειοανατολικά τα Γεφύρια (Κουπριτζί) ίδια γραμμή Σοφαδίτικη και απέναντι το παλιό τούρκικο κονάκι του αγά, τσιφλικά,  το Οθωμανικό (μικρό Καλαράρ), τα ερείπια του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα, όπως και πολύ λίγα σπίτια από τους εναπομείναντες παλιακούς κολίγους του τσιφλικιού. Παραδίπλα του το Καππαδοκικό (Κιμερλέρ), καθαρά προσφυγικό χωριό, καμία σχέση με καραγκούνικο, με γλώσσα τούρκικη μέχρι και το 1970. Συνέχεια και μετά τα Γεφύρια το νέο προσφυγικό ατόφιο μικρασιάτικο χωριό Νέο Ικόνιο (Τσολτέκι). Ούτε μία οικογένεια καραγκούνικη. Ενώ απέναντι προς νότο το Γραμματικό (Μεγάλο Καλαράρ) κρατά μερικές καραγκούνικες οικογένειες εγκαταστημένες εκεί από τότε που ήσαν κολίγοι στα τσιφλίκια του Οθωμανικού. Οι υπόλοιπες οικογένειες από το Γαρδίκι Τρικάλων.
Άλλη γραμμή από Σοφάδες προς νότο το Ανώι, αντίγραφο σε όλα των Σοφάδων και απέναντι αυτού προς ανατολάς οι Μαυραχάδες, βαθιά κα περισσότερο από τις Σοφάδες Καραγκουνοχώρι. Και στη συνέχεια προς νότο η Φίλια, λίγο διαφοροποιημένη από το σοφαδίτικο χρώμα σε όλα. Μετά τη Φίλια οδηγούμαστε ακόμη νοτιότερα στα μη καραγκούνικα χωριά (Τσιαμάσι, Δρανίστα, Λεοντάρι, Μπαλαμπανί κ.λ.π.)
Τη σοφαδίτικη κουλτούρα ακολουθούν και τα καραγκούνικα χωριά προς τα νοτιοδυτικά αυτών: Μελισσοχώρι (Κουβανάδες), Δασοχώρι (Ζαρχανάδες), Άμπελος (Καζνέσι), Αγ. Παρασκευή (Καζνές Μαγούλα). Ενώ το προς δυσμάς των Σοφάδων Καρποχώρι (Γκέρμπεσι) ακολουθεί τη νοοτροπία εξ ολοκλήρου και ίδια με το Καπτσί, το Κουρτέσι και Κουμάδες.
Ένας θύλακας Καραγκούνικων χωριών και μέχρι σήμερα διατηρώντας την ατόφια καραγκούνικη νοοτροπία, ήθη και έθιμα και ενδυμασία ίδια από τους Κουμάδες, Κουρτέσι και Καρδιτσιώτικων Καμινάδων είναι τα κοντινά προς Καρδίτσα και νοτιοανατολικά αυτής Μέλισσα (Νταούτι) και Πτελοπούλα (Ντιλίβελι). Τέλος μας μένει η νότια της Καρδίτσας και νοτιοανατολικότερη γραμμή καραγκούνικων χωριών όπως το Ρούσσο, ατόφιο και καθ’ ολοκληρίαν καραγκούνικο χωριό με νοοτροπία, ήθη και έθιμα, κουλτούρα και ενδυμασία ίδια με Νταούτι, Ντιλίβελι κ.λ.π. και νοτιότερα αυτού το Καλλίθηρο (Σέκλιζα) εντελώς διαφορετικό και με λίγες οικογένειες καραγκούνικες επηρεασμένες από τους ορεινούς (Μπόσκλαβο), Καταφύγι, Ραχούλα κ.λ.π. Για τούτο και οι ενδυμασίες τους, μισές με φούστες μάλλινες και ράσα μόνον σκούρα, κοντά καραγκούνικα. Αντίθετα τα ανατολικότερα χωριά Αγιοπηγή (Μπραΐμι) και Ζαΐμι έχουν έντονο καραγκούνικο χρώμα και νοοτροπία, ήθη, έθιμα, γλωσσολόγιο καραγκούνικο όπως το Ρούσσο, το Νταούτι, το Ντιλίβελι κ.λ.π.
Στη συνέχεια ακόμη ανατολικότερα προς Σμόκοβο το Καλλιφώνι, μεγάλο χωριό με το καραγκούνικο χρώμα ξεφτισμένο και διαφορετική κουλτούρα, ενδυμασία με σκουρότερα ράσα και υφασμάτινα παρδαλά κατωφόρια χωρίς μανίκια, αλλά και κοντά. Στο ίδιο χρώμα η κουλτούρα (μιση καραγκούνικη, μισή ορεινή) και τα συνεχόμενα προς Καλαμπρέζι, Θραψίμι, Λακρέσι, και Σμόκοβο δυο χωριά Παλιούρι (Απάν Βελέσι) και Λουτρό με κουλτούρα μισο- ορεινή μισο-καραγκούνικη. Ήθη και έθιμα επίσης λίγο διαφορετικά και γλωσσολόγιο, αλλά και ενδυμασία που ούτε ορεινή ούτε καραγκούνικη. Όμως εαυτούς θεωρούν (και είναι) Καραγκούνηδες με διαφοροποιημένη ομιλία . Δεν είναι δυνατόν να αναπτύξουμε τα επί μέρους έθιμα και γλωσσικές διαφορές (μικρές είναι πάντως) όλων των Καραγκούνικων χωριών λόγω μικρού χρόνου διαθέσιμου, πράγμα που ενδεχομένως θα συμβεί άλλη φορά. Τώρα όμως για ορισμένες διευκρινίσεις και αντίλογο είμαι διαθέσιμος.