Το 1973 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος επέλεξε την Καρδίτσα, για να γυρίσει ορισμένες απ’ τις σκηνές της ταινίας του ο "Θίασος".
Η πρώτη σκηνή γυρίστηκε στην Κεντρική πλατεία(Πλατεία ελευθερίας),με φόντο μια μεγάλη αφίσα που δείχνει έναν τσολιά να κλοτσάει έναν Ιταλό και μετά στο ξενοδοχείο(Άρνη? - εσωτερική σκηνή). Στην τρίτη σκηνή έστησε τις κάμερες του μέσα στο αίθριο της Δημοτικής Αγοράς το 1975, την παράδοση των όπλων από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ
Η Εύα Κοταμανίδου μιλά για το πώς δημιουργήθηκε ο "Θίασος" και για το μεγαλείο του Θόδωρου Αγγελόπουλου
Εύα Κοταμανίδου |
Το σενάριο μιλούσε για την περίοδο από το ’39 μέχρι το ’52, την πιο οδυνηρή εποχή για την Ελλάδα. Το ’39 ο Μεταξάς, μετά πέσαμε στον ιταλικό πόλεμο, μετά η εισβολή των Γερμανών, ο Εμφύλιος, και η ταινία τέλειωνε με τον Παπάγο.
Η πρώτη σκηνή που γυρίστηκε ήταν στην Καρδίτσα, αυτή που, με φόντο μια μεγάλη αφίσα που δείχνει έναν τσολιά να κλοτσάει έναν Ιταλό, με παίρνει από πίσω ένας ΕΟΝίτης. Αυτή ήταν εξωτερική σκηνή και η συνέχειά της γυρίστηκε μέσα σε ένα ξενοδοχείο, επίσης στην Καρδίτσα.
Πάλεψαν πολύ, υπήρχαν φόβοι κάθε φορά. Δεν ήταν εύκολα τα πράγματα, γι’ αυτό και δεν ξέραμε κι εμείς το σενάριο. Ωστόσο, καθώς περνούσαν οι εβδομάδες και οι μήνες, κράτησε 1,5 χρόνο αυτή η ταινία, με ένα κενό το καλοκαίρι του 1974, γιατί είχε αλλάξει η φύση και δεν υπήρχε ρακόρ – η συνέχεια ενός πλάνου από ένα άλλο, που μπορεί να το γυρίσεις και έναν μήνα μετά. Με το που άρχισαν να πρασινίζουν οι κάμποι και τα βουνά, σταματήσαμε.
Φλεβάρη του ’75 τέλειωσαν τα γυρίσματα, για να πάει η ταινία στις Κάννες. Από το μοντάζ ήξερα την ταινία απ’ έξω και ανακατωτά, πλάνο-πλάνο. Πρώτη φορά την είδα σε οθόνη στο στούντιο της Φίνος Φιλμ, στην οδό Χίου. Ήταν η πρώτη της προβολή, όπου είχαν καλέσει και όλους τους κριτικούς, στους οποίους δεν άρεσε – ούτε και στον Ραφαηλίδη άρεσε, που ήταν φίλος του Θόδωρου. Ο μόνος που έγραψε πάρα πολύ καλά ήταν ο Κώστας Σταματίου στα «Νέα». Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που έπιασαν το μεγαλείο της ταινίας. Όταν πήγε στις Κάννες, την άνοιξη, στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών, έγινε το μεγάλο «μπαμ» και πήρε το Βραβείο Κριτικών. Στη Θεσσαλονίκη έγινε το σώσε, πήρε 5 βραβεία, άρεσε πολύ. Εγώ πήρα βραβείο ερμηνείας όπως και ο Καζάν. Επειδή είχαν προηγηθεί οι Κάννες, άλλαξαν άποψη και οι Έλληνες κριτικοί. Αμέσως μετά μπήκε στις 100 καλύτερες ταινίες. Γυρίστηκε σε πολύ δύσκολες εποχές, μαθεύτηκε πόσο δύσκολα έγινε, και άρεσε. Τα χρόνια ’39 με ’52 είναι χρόνια που έχουν σημαδέψει άγρια την Ελλάδα. Η νίκη των Ελλήνων επί της Ιταλίας ήταν μια ανάσα για τους Έλληνες κι όταν είπε ο Τσόρτσιλ ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες, αυτό, καθώς είμαστε συναισθηματικοί, δημιούργησε μια συναισθηματική ανάταση. Ο χρόνος και όλα τα εμπόδια, τα καιρικά και τα πολιτικά, που συνάντησε η ταινία συνέτειναν στη μυθοποίησή της. Αν εκπροσωπούσε επίσημα την Ελλάδα, θα έπαιρνε τον Φοίνικα. Όπως και να έχει, ήταν μια μεγάλη επιτυχία. Δεν είναι πολλές ταινίες που έχουν τέτοια διαδρομή.
Πηγή: http://www.lifo.gr/