Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

♥ Καρδίτσα: Ο Πάμισος(Μπλιούρης) ποταμός

Φωτογραφία: Maraki Daskalou

Ο αρχαίος Πάμισος στη βυζαντινή εποχή μετονομάσθηκε σε Πλιούρη και αργότερα σε Μπλιούρη. Στο Θεσσαλικό ιδίωμα, η έκφραση «έγινε μπλιούρι» σημαίνει ότι πλημμύρισε, γέμισε νερό. Η Άννη Π. Αβραμέα στο βιβλίο της «Η βυζαντινή Θεσσαλία μέχρι το 1204» (Αθήνα 1974 σελ. 97) αναφέρει τον ποταμό ως «Πλήρη» δηλαδή γεμάτο. Αν μεταφράσουμε την αρχαία ονομασία του, τότε μπορούμε να δώσουμε την ίδια ακριβώς ερμηνεία με τις νεότερες, και καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι έχει σχέση με το ύψος των νερών του, δηλαδή λεγόταν «επάνω από μισός» (πάν­μισός) και εδώ πολύ πιθανόν σε σχέση με τον κοντινό Μέ­γα - Νέδα.


Από την έκφραση αυτή του λαού και μόνον (Μπλιούρης) και χωρίς να έχουμε άλλα στοιχεία μπορούμε να δικαιολογήσουμε τις εξαφανίσεις πολλών οικισμών της δυτικής Θεσσαλίας από τις πλημμύρες του ποταμού. Σήμερα κυλάει σε κοίτη με άσπρες κροκάλες διαφόρων μεγεθών. Έχει βάθος 3 μέτρα κατά μέσο όρο και πλάτος από 100 ως 200 μέτρα. Το καλοκαίρι τελευταία στερεύει. Βγαίνοντας από την βαθιά στενωπή χαράδρα του Μουζακίου κατευθύνεται προς βορρά και κάνοντας μια ανοικτή στροφή στα δυτικά της Γελάνθης κατευθύνεται προς τα ανατολικά. Περνώντας λίγα μέτρα έξω και βόρεια από τον οικισμό της Γελάνθης κατευθύνεται προς την Μαγουλίτσα, της οποίας διασχίζει ολόκληρη την βορειοδυτική και βορειανατολική πλευρά.
Φωτογραφία: Maraki Daskalou
Στο πέρασμά του από τα δυτικά και βόρεια του χωριού ο ποταμός έφερε στο φως πολλούς πέτρινους και κεραμικούς τάφους, καθώς και τεραστίων διαστάσεων αποθηκευτικά κεραμικά πλυθάρια άγνωστου ως σήμερα αρχαίου οικισμού, ο οποίος πρέπει να καταστράφηκε από πλημμύρα του. Το γεγονός μαρτυρεί και η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, της οποίας τα θεμέλια βρίσκονται σήμερα στην κοίτη του. Βρέθηκε δε στον ποταμό μαρμάρι­νη στήλη με την επιγραφή ΛΥΚΟΦΡΩΝ - ΛΥΚΙΣΚΟΥ με βάση για άγαλμα, αλλά το άγαλμα του Λυκόφρονα έλειπε.


Το 1965 στον χώρο όπου είναι σήμερα η «Γέφυρα του Αγίου Γεωργίου», βρέθηκε πέτρινο διακοσμητικό σε σχήμα αυγού γαλοπούλας, πάχους περίπου 4 εκατοστών. Η μία του όψη έδειχνε έναν κάβουρα και η άλλη ένα μαγευτικό θαλάσσιο τοπίο με κύματα και τον ουρανό γεμάτο αστέρια. Οι δύο αυτές παραστάσεις ήταν ζωγραφισμένες και επικαλυμμένες με γυαλί Το εύρημα χάθηκε.


Το ποτάμι πολύ παλιά ήταν βαθύ και πλωτό. Αυτό φαίνεται από το σιγίλιο του Αντωνίου Δ' (1393), στο οποίο αναφέρονται οι Κομνηνοί Γόμφοι (Ραψίστα - Ραψίστα): «χω­ρίον ή Λαψίστα μετά του εν αυτώ πόρου (πορθμείου) βλ.«Θεσσαλικό Ημερολόγιο» τ. ΙΒ' (1987) 68.