Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Έμφυλοι ρόλοι όπως αυτοί αποτυπώνονται στη γαμήλια τελετουργία των Καραγκούνηδων της Θεσσαλίας

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΚΟΖΙΟΥ-ΚΟΛΟΦΩΤΙΑ ΣΤΟ 2ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΩΝ ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΗΔΩΝ ΣΤΗΝ ΠΥΛΗ ΤΡΙΚΑΛΩΝ
Έμφυλοι ρόλοι όπως αυτοί αποτυπώνονται στη γαμήλια τελετουργία  των Καραγκούνηδων της Θεσσαλίας
                                         Εισαγωγή
Η ενασχόλησή μου με το γυναικείο κίνημα , η ενεργός και διαρκής συμμετοχή μου στις διοικήσεις  γυναικείων και λαογραφικών συλλόγων του τόπου μας , η έρευνα και οι καταγραφές που πραγματοποιήθηκαν από την ομάδα καταγραφής του Κέντρου Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας «Ο ΑΠΟΛΛΩΝ» Καρδίτσας , την οποία συντονίζω , οι εισηγήσεις του 3ου Πανελλήνιου Συνεδρίου με θέμα « Γυναίκα και παράδοση» , που συνδιοργάνωσε το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας με το Κέντρο ,  στο οποίο είχα ενεργό ρόλο , καθώς και οι συζητήσεις με τους εισηγητές του Συνεδρίου και τους συνέδρους ξεκαθάρισαν , συμπλήρωσαν και ολοκλήρωσαν  την εικόνα που είχα σχηματίσει για τους έμφυλους ρόλους των Καραγκούνηδων της Θεσσαλίας και ιδιαίτερα αυτόν της  γυναίκας . Ζώντας σε ένα αμιγές καραγκουνοχώρι , την Κρανιά Καρδίτσας και βιώνοντας η ίδια πολλά από αυτά θα προσπαθήσω να  αναδείξω, μέσα από την εισήγησή μου , τον καθοριστικό ρόλο που παίζει το φύλο στη διαμόρφωση της ταυτότητας τόσο των ατόμων , όσο και των κοινωνιών .
Η προετοιμασία για το γάμο σε παλαιότερους καιρούς
Όλες οι κοινωνίες είχαν ως βασικό κύτταρο την οικογένεια η οποία δημιουργείτο με το γάμο , ο οποίος ρύθμιζε τους κανόνες , τους ρόλους και τις υποχρεώσεις των μελών της . Η διευρυμένη ή εκτεταμένη ήταν η βασική μορφή οικογένειας στους Καραγκούνηδες . Συνήθως  αποτελούνταν από το ζευγάρι , τα παιδιά , τα εγγόνια και άλλους στενούς συγγενείς .
Η Καραγκούνα γυναίκα από την παιδική της ηλικία προετοιμαζόταν για το μελλοντικό της ρόλο ως νύφη , σύζυγος , μητέρα , νοικοκυρά  , εργάτρια , αντίθετα με τον άνδρα ο οποίος προετοιμαζόταν να πάει στο σχολείο ή , αν οι περιστάσεις το καλούσαν , να γίνει αρχηγός , καπετάνιος , αρματωλός και σαν μεγαλώσει και παντρευτεί, να γίνει ο προστάτης της οικογένειάς του , στην οποία συμπεριλαμβάνονταν σχεδόν πάντα και οι γονείς του  . Αυτό φαίνεται στα τραγούδια του γάμου και τα νανουρίσματα  που έλεγε η μαμά ή η γιαγιά μέσα από οποία περνούσαν όλες οι επιθυμίες , τα όνειρα και οι προσδοκίες τους για τους απογόνους , τα τρυφερά τους βλαστάρια .
Χαρακτηριστικά είναι τα παρακάτω τραγούδια .
         
          Νάνι του λέει η μάνα του κι εγώ το νανουρίζω,
ώσπου να πάει στο σχολειό τα γράμματα να μάθει.
Νύφη μ’ εδώ που σ’ έφερα εδώ να καμαρώσεις
Σαν κυπαρίσσι να σταθείς σα δέντρο να ριζώσεις
και σα μηλιά γλυκομηλιά ν’ ανθίσεις να καρπίσεις
να κάνεις γιους μαλάματα και τσιούπρες ασημένιες
οι γιοι να πάνε στο σχολειό και οι τσούπρες στα κεντίδια .
Τρία χρυσά γαρίφαλα σ ’ένα ασημένιο τάσι
τα’ αντρόγυνο που  έγινε να ζήσει να γεράσει
«να κάνει γιους αρματωλούς
 και γιους καπεταναίους»
Ξεκαθαρισμένοι οι ρόλοι και στην επιλογή των συζύγων  τους . Ο νέος διάλεγε τη νύφη ενώ  η κοπέλα προσπαθούσε να τον σαγηνέψει με τα προικιά της , που η μάνα της θα τα παράγγελνε στην  Πόλη και στη Βενετιά
 «κοιμήσου και παρήγγειλα
στην Πόλη τα προικιά σου
στα Γιάννενα τα ρούχα σου
και τα χρυσαφικά σου»
«Το κορίτσι μου το ρούσο
να τ’ αλλάξω , να το λούσω ,
να το στείλω στο σεργιάνι ,
ένα νέο να μαράνει»
Από την παιδική της ηλικία και μέχρι να γίνει για παντρειά η κοπέλα διαρκώς εκπαιδευόταν , για να ανταποκριθεί στις πολλές υποχρεώσεις που θα φορτωνόταν με το γάμο . Έπρεπε , λοιπόν , να μάθει να μαγειρεύει , να πλένει , να καθαρίζει , να «κρατάει» , με μια κουβέντα , το σπίτι . Επίσης να δουλεύει στα χωράφια , να φτιάξει , με τη βοήθεια της μάνας της τα προικιά και με την ομορφιά της και λίγη καλή τύχη να καλοπαντρευτεί και να προκόψει . « Καλή τύχη» ήταν η μόνιμη επωδός που άκουγε απ’ τη στιγμή που γεννιόταν το κορίτσι σε αντίθεση με το αγόρι που του εύχονταν «Με ένα καλό κουρίτσ’» .
                      Το προξενιό και ο αρραβώνας
Οι γάμοι μέχρι τη δεκαετία του 1960 ξεκινούσαν με το προξενιό . Το υποψήφιο για παντρειά κορίτσι δεν είχε το δικαίωμα επιλογής . Ο προξενητής , άνθρωπος με κύρος στη μικρή κοινωνία του χωριού , αναλάμβανε να τα «ταιριάξει» . Η γνώμη της κοπέλας αλλά και του αγοριού , πολλές φορές , δε λαμβανόταν υπ’ όψιν . Πρωταγωνιστής στις διαπραγματεύσεις ήταν ο πατέρας του αγοριού ο οποίος επέβαλε τους δικούς του όρους , ώστε να εξασφαλίσει  περισσότερη προίκα  για το γιο του. Κάποιες φορές τα παζάρια κρατούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα και αυτό ήταν εξευτελιστικό για τη γυναίκα . Σαν όμως το προξενιό είχε αίσιο τέλος , ο προξενητής αμειβόταν με λεφτά , δώρα ( συνήθως παπούτσια που το χόρευε την ημέρα του γάμου ) αλλά και πολλές φιλοφρονήσεις . Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω τραγούδι που το έλεγαν στα αρραβωνιάσματα .
-Σήμερα λάμπει ο ουρανός , σήμερα λάμπει η μέρα ,
σήμερα αρραβωνιάζεται αϊτός την περιστέρα .
Ποιος ήτανε προξενεφτής και έχει φάει κανέλα
κι αντάμωσε χρυσόν αϊτό μαζί μι μπιρεστέρα?
-Ιγώ’ μουνα προξενευτής και έχω φάει κανέλα .
Πολλές φορές το «ταίριασμα» του ζευγαριού γινόταν από τους ίδιους τους γονείς . Ο τόπος όπου λάβαινε χώρα το «νυφοδιάλεγμα» ήταν το σεργιάνι , μέσα απ’ το οποίο γινόταν η αποτίμηση των προσόντων των νεαρών κοριτσιών . Η είσοδος του κοριτσιού στον κύκλο σήμαινε τη διαθεσιμότητά του ως μέλλουσα νύφη. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι γονείς αρραβώνιαζαν τα παιδιά τους στο καφενείο και απλά το ανακοίνωναν στα παιδιά τους , όταν γύριζαν στο σπίτι . «Σ’ αρραβώνιασα , παιδί μ’ , να ζήσεις και καλά στέφανα» . Και η νέα δεν μπορούσε σε καμιά περίπτωση να φέρει αντίρρηση , γιατί ήταν μεγάλη ντροπή να πάει κόντρα στις επιλογές του πατέρα της , που φρόντιζε για το καλό της και την αποκατάστασή της .
Σπάνια είχαμε γάμους από έρωτα , γιατί οι ερωτικές σχέσεις αποτελούσαν απειλή για το σύστημα και η διαχείριση της σεξουαλικότητας , ένα  βασικό στοιχείο μέσω του οποίου κρινόταν η αξία μιας γυναίκας και –μέσω αυτής-όλης της οικογένειας .Αν κάποια κοπέλα ξεγελιούνταν και ενέδιδε στον έρωτα κάποιου αγοριού , είχε να αντιμετωπίσει σύσσωμη την οικογένεια και τους συγγενείς της . Κι  αν μεν ο νέος κρατούσε το λόγο του και έπαιρνε το κορίτσι , ξεπλένονταν η ντροπή . Σε αντίθετη περίπτωση αναγκαζόταν η οικογένειά της να δεχθεί τις παράλογες αξιώσεις της προίκας που ζητούσε ο γαμπρός για να την παντρευτεί . Αρκετά κορίτσια που «έπεφταν σε σφάλμα» , όπως συχνά άκουγα από πολλές πληροφορήτριες του χωριού μου , « παντρεύονταν σε άλλο χωριό και σπάνια τις ματαβλέπαμαν» .
Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω τραγούδι:
Όλες οι παπαρούνες με γέλια με χαρές
η δόλια η Παναγιούλα με δυο λαβωματιές .
Το λάβωμά της είναι πως δεν παντρεύεται
και μέσα στο χωριό της δεν προξενεύεται .
Η ντροπή που συνδέεται με τη γυναίκα , που δεν μπορούσε να ελέγξει τον εαυτό της  , πολλές φορές υποκινούσε απελπισμένες ή εξαιρετικά σκληρές συμπεριφορές , που έφταναν μέχρι την αυτοκτονία , το έγκλημα τιμής ή τη δολοφονία των καρπών του έρωτα , που το αναλάμβαναν  γυναίκες συνήθως  του συγγενικού περιβάλλοντος , προκειμένου να προστατέψουν την παραστρατημένη .
Μεγάλο το φορτίο  που κουβαλούσαν οι γυναίκες και πολύ απαξιωτικό , αφού ήταν αναγκασμένες ηθικά και υλικά να υποτάσσονται σε μια συγκεκριμένη  ανδροκρατική ιδεολογία , που υφαίνει ένα περίπλοκο σύστημα αγοροπωλησίας διάφορων αγαθών γύρω από το γάμο .
Ο λόγος της γυναίκας μέσα από τα τραγούδια
Όσα στην πραγματική τους ζωή δεν μπορούσαν να εκφράσουν οι γυναίκες τα λέγανε μέσα από τα τραγούδια , δίνοντας έτσι την δική τους οπτική για την πραγματικότητα , δημιουργώντας δε δίοδο για την έκφραση των συναισθημάτων τους . Έτσι μέσω της ποίησης κατόρθωναν τα άτομα με λιγότερη δύναμη και αυτονομία να αρθρώσουν ένα ξεχωριστό λόγο , διαφορετικό από αυτόν της καθημερινότητας . Ένα λόγο απελευθερωτικό . Μέσα δε από τα τραγούδια του γάμου φανερώνονταν  κύρια οι σχέσεις νύφης-μάνας και νύφης-πεθεράς .
Η σχέση της μάνας με το κορίτσι ήταν και εξακολουθεί να είναι δυνατή . Σ’ αυτή θα πει τα μυστικά της , από αυτή θα ζητήσει τη συμβουλή για ό,τι την απασχολεί , μ’ αυτή θα συζητήσει τα σχετικά με τον αρραβώνα και το γάμο της , σ’ αυτή θα πει τον πόνο της και το παράπονό της και από αυτή πρώτα θα ζητήσει την ευχή , όταν θα τους αποχαιρετήσει μετά το γάμο και θα αναχωρήσει για το νέο της σπίτι .
Αφήνω γεια , μανούλα μου ,
αφήνω γεια , πατέρα μου ,
αφήνω γεια το σπίτι μου .
-Και στο καλό , παιδάκι μου .
Αφήνω γεια στ’ αδέρφια μου .
-Και στο καλό , αδερφούλα μας .
-Αφήνω γεια στη γειτονιά.
-Και στο καλό γειτόνισσα .
-Μάνα μου , γλυκιά μου μάνα ,
πότε μαλώσαμε αντάμα
και με διώχνεις τόσο αλάργα;
Εγώ στα ξένα θ’ αρρωστήσω ,
ποια μανούλα να ζητήσω;
-Να ζητήσ’ τη συννυφάδα
και την πρώτη σου κουνιάδα .
-Η κουνιάδα δεν αδειάζει ,
συννυφάδα δεν  τη νοιάζει .
Μέσα από τα λόγια του  παρακάτω τραγουδιού φαίνεται και ο πόνος της μάνας που αποχωρίζεται τη λουλουδιασμένη της τριανταφυλλιά και μυγδαλιά , τη γραμμένη πέρδικα».
-Απόψε που κοιμόμουνα
κακώς ονειρευόμουνα,
σε πύργο, πύργο ανέβαινα ,
σε περιβόλι έμπαινα ,
σε δυο ποτάμια με νερό
κινδύνευα για να πνιγώ
΄ξηγα το , μάνα μ’ , τ’ όνειρο .
-Το όνειρό σου είναι κακό ,
ο πύργος είναι θάνατος ,
το περιβόλι τάφος σου ,
τα δυο ποτάμια του νερό
 τα δάκρυα που χύνω ιγώ .
-Κακώς , μάνα μ’ το ξήγισις .
Ου πύργους είνι άντρας μου ,
το περιβόλι ο γάμος μου ,
τα δυο ποτάμια του νιρό
κρασί για το συμπεθεριό .
Κανείς δε μένει ασυγκίνητος και από τα λόγια του παρακάτω τραγουδιού , που εκφράζουν τη θλίψη της κοπέλας που αποχαιρετά την πατρική εστία και αναχωρεί για ένα ξένο σπίτι,  ξέροντας καλά τι περίμενε τις νέες νύφες από τα πεθερικά τους .
Μια Παρασκευή κι ένα Σαββάτο βράδυ
η μάνα μ’ μ’ έδιωχνε από το σπιτικό μου
 κι ο πατέρας μου κι αυτός μου λέει φεύγα .
Φεύγω κλαίγοντας , φεύγω παραπονιώντα .
Μέσα από τα λόγια αυτού του τραγουδιού φαίνεται η αδύνατη θέση του κοριτσιού που πρέπει να φύγει από το πατρικό της , γιατί ο προορισμός της αυτός ήταν και της το θύμιζαν αυτό συχνά . «Τα κορίτσια είναι ξενογωνιές» άκουγα συχνά μέχρι τώρα τελευταία και  σε καμιά περίπτωση δεν δικαιούνταν μερίδιο , ιδιαίτερα από την πατρική κατοικία . Περνώντας το κατώφλι του σπιτιού της ήξερε πως κόβονταν οι δεσμοί με την οικογένειά της . Θα εγκαθίστατο στο καινούργιο σπιτικό ανάμεσα στον άγνωστο άνδρα της , τα πεθερικά της,  τις συννυφάδες  και τις κουνιάδες της . Έτσι η παραμονή , έστω και για μια βραδιά ακόμα , μετρίαζε τον αβάσταχτο πόνο του αποχωρισμού .
Το παρακάτω τραγούδι δείχνει αυτόν τον αβάσταχτο πόνο .
-Πώς να βγω στολισμένη και μηλιά λουλουδιασμένη?
Δε μ’ αφήνει ο πόνος να ‘βγω απ’ τη γλυκιά μανούλα μ’ ,
δε μ’ αφήνει ο πόνος νά ’ βγω απ’ το γλυκό πατέρα μ’ ,
δε μ’ αφήνει ο πόνος νά ‘βγω απ’ τα γλυκά μ’ τ’ αδέρφια .
Και η επίκληση στα μπρατίμια να καθυστερήσουν λίγο ακόμα στη ρούγα της , φανερώνει τα καταθλιπτικά συναισθήματα που της δημιουργούσε ο τελικός αυτός αποχωρισμός από το σπιτικό της .
Φίλοι μου και μπράτιμοί μου , καινούργιοι φίλοι μου ,
για καρτερείτε μπροστά στη ρούγα μου,
για παίξτε τ’ άλογά σας μπροστά στη ρούγα μου
ώσπου να χαιρετήσει η μανούλα μου ,
ώσπου να χαιρετήσει ο πατέρας μου
ώσπου να χαιρετήσουν τα αδερφάκια μου ,
ώσπου να χαιρετήσουν οι φιλενάδες μου .
Μεγάλη συγκινητική φόρτιση , που συνοδευόταν με πολύ κλάμα , προξενούσε και το παρακάτω τραγούδι:
Κλάψε , μανούλα μ’ δυνατά ,να γίνουν λάσπες και νερά ,
να μείνω ακόμα μια βραδιά στης μάνας μου την αγκαλιά .
Το άγνωστο σπιτικό στο οποίο θα εγκαθίστατο  μετά τα στέφανα και η σχέση της με την πεθερά δημιουργούσαν μεγάλο άγχος στη νύφη . Δυναμική η παρουσία της πεθεράς και η γνώμη της σεβαστή από όλους .
«Διπλώστε τα προικιά καλά
 μη μας γελάσει η πεθερά»
τραγουδούσαν , όταν έρχονταν να πάρουν τα προικιά για το νέο σπιτικό της .
Και το παρακάτω τραγούδι δείχνει την ανησυχία και το φόβο της νύφης μήπως τη μαλώσει η πεθερά της .
Σιγανά πιρπάτχια , νύφη ,
σιγανά κι αγάλια αγάλια ,
μη λερώσεις το σαγιά σου
και τη λούτρινη ποδιά σου
κι τη ρούχινη ποδιά σου
θα σι μαλώσ’ η πιθιρά σου .
Όταν η νύφη πήγαινε στο σπίτι του γαμπρού , την υποδέχονταν με το παρακάτω τραγούδι , που σκοπό είχε να καλοπιάσει την πεθερά και να την προδιαθέσει ότι η νύφη της ήταν αντάξια των προσδοκιών της .
Έβγα , μανίτσα πιθιρά , να ιδείς το γιο σ’ ν-απόρτι ,
να δεις τουν γιο σ’ πως έρχιτι καβάλα και πεζούρα ,
σι φέρνει κόρη απού σειρά κι απού καλό νταμάρι ,
να ξέρει ρόκα κι αργαλειό ,να ξέρει να υφαίνει .
Όταν δε έφθανε στο κατώφλι του νέου της σπιτιού, η πεθερά την περίμενε με το γλυκό στο χέρι και με πολλές ευχές , για να την καλοπιάσει αλλά και γιατί η περίσταση το καλούσε. Αυτήν προσκυνούσε πρώτα τρεις φορές και τη φιλούσε το χέρι και αυτή μαντίλωνε , ένδειξη σεβασμού και υποταγής στο πρόσωπό της και μετά τον πεθερό και τους υπόλοιπους συγγενείς .
Παρατηρούμε , λοιπόν , πως η πεθερά είναι θεσμικό πρόσωπο και το ρόλο της κανείς δεν τον αμφισβητεί . Παινέματα και ωραία λόγια  την πρώτη μέρα του γάμου , γιατί η περίσταση το απαιτούσε και μετά το γάμο αλλαγή των ρόλων .Η πεθερά απαιτεί από τη νύφη υπακοή , πειθαρχία και προσαρμογή στις συνήθειες της δικής της οικογένειας. «Όχι , όπως ήξερες , νύφη μ’ , αλλά όπως βρήκες» λέει η παροιμία και φανερώνει ακριβώς την άμεση απαίτηση της πεθεράς για προσαρμογή της νύφης στα νέα της καθήκοντα . Ακολουθούν  συμβουλές και παραινέσεις και πολύ καταπίεση , η οποία πολλές φορές έφερνε προστριβές και «σιωπηλές» διαμαρτυρίες .
Στην κορφή απ’ το τραπέζι
κυπαρίσσ’ λουλουδιασμένο ,
τράβηξε βοριάς κι αέρας
και γκρεμίζει τα λουλούδια .
-Πάρε, νύφη, το φουκάλι
και φουκάλα το τραπέζι .
Η πεθερά , θεματοφύλακας της τιμής και της υπόληψης της οικογένειάς της ,  τη Δευτέρα μετά το γάμο  θα έδειχνε το ματωμένο νυφικό πουκάμισο , σημάδι της παρθενίας τής νύφης της . Αν η νύφη δεν ήταν παρθένα , αυτό ήταν μεγάλη ατιμία και ντροπή για το γιο της . Στην περίπτωση αυτή ή διαλυόταν ο γάμος ή ο πατέρας της έδινε «πανωπροίκι» κι έτσι όλα   «αποσκεπάζονταν»  . Σε αυτή την περίπτωση το αίμα του κόκορα  αποκαθιστούσε την ηθική της νύφης .  
Οι γάμοι στα περισσότερα καραγκουνοχώρια του κάμπου γίνονταν συνήθως την άνοιξη , πριν αρχίσει ο θέρος και ο αλωνισμός των δημητριακών , γιατί χρειάζονταν εργατικά χέρια . Και τα δυνατά χέρια της καραγκούνας νύφης έπιαναν αμέσως το δρεπάνι και έδειχναν την εργατικότητά της και την αξιοσύνη της . Χαράματα σηκωνόταν να δέσει την μπερέτα της , να βάλει το νυφικό της σαγιά και τα φλουριά της και στολισμένη , για να μην τη γελάσει το χωριό και την πει ανεπρόκοπη , ξεκινούσε για το χωράφι . Και όταν ερχόταν το νέο της βλαστάρι , με το δρεπάνι στον ένα ώμο και στον άλλο τη σαρμανίτσα έπαιρνε ξανά το δρόμο προς το χωράφι και εξακολουθούσε να δουλεύει τη γη σιωπηλά και αδιαμαρτύρητα με καρφωμένα τα μάτια της στη γη από την οποία κρεμόταν η επιβίωσή τους .
Πολλές φορές παρατηρούνταν το φαινόμενο νέοι άνδρες να παντρεύονται μεγαλύτερες γυναίκες , επειδή η γυναίκα ήταν υπολογίσιμη εργατική δύναμη και οι γονείς της καθυστερούσαν να την παντρέψουν , για να μη τους λείψουν εργατικά χέρια . Άλλες πάλι φορές  οι υποψήφιοι για παντρειά νέοι δεν ήταν σε θέση να δώσουν το «αγαρλίκι» , που κατά κανόνα επικρατούσε στα παλιότερα χρόνια στους καραγκούνικους γάμους κι έτσι οι νέοι παντρεύονταν μεγάλες γυναίκες , οι οποίες  ήταν διαθέσιμες . Παρότι μεγαλύτερη η γυναίκα δε σήμαινε πως βελτίωνε τη θέση της , γιατί τον πρώτο λόγο δεν τον είχε ο άντρας της αλλά ο πατέρας της , ο αρχηγός της οικογένειας που είχε και τη σακούλα , καθώς και η πεθερά και οι άλλες γυναίκες με υψηλή θέση στην ιεραρχία της εκτεταμένης οικογένειας .
 Πάντως σε σχέση με τη γυναίκα ,  ο άνδρας ήταν σε πλεονεκτικότερη θέση μέσα στο γάμο , καθότι η κοινωνία των Καραγκούνηδων ήταν ανδροκρατούμενη , αυστηρή και συντηρητική , με πολλές προκαταλήψεις  και « πρέπει» που δύσκολα και πολύ αργά κατόρθωσαν να ξεπεράσουν .
Με την εργασία μου αυτή προσπάθησα  να παρουσιάσω τους έμφυλους ρόλους και τις σχέσεις στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον των Καραγκούνηδων της Θεσσαλίας , όπως αυτές αποτυπώνονταν μέσα από τα ήθη , τα έθιμα και τα τραγούδια της γαμήλιας τελετουργίας και πως η γαμήλια τελετουργία δεν προσφερόταν απλά σαν μια άμεση αναπαράσταση των πεποιθήσεων και των προσδοκιών της κοινωνίας και της εποχής για τους ρόλους των δύο φύλων , αλλά ότι την ίδια στιγμή , οι αντιλήψεις αυτές εσωτερικεύονταν από τη νέα γενιά και αναπαράγονταν με την εναλλαγή των ρόλων στον κύκλο της ζωής τους .