Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

Χρηστικά αντικείμενα του καραγκούνικου παραδοσιακού μαγειριού, γεύσεις και προϊόντα των κατοίκων της πεδινής Θεσσαλίας ♥

Εισήγηση Βασιλικής Κοζιού στην Ημερίδα της 23ης Φεβρουαρίου στη Μαγούλα Καρδίτσας
Χρηστικά αντικείμενα του καραγκούνικου παραδοσιακού  μαγειριού, γεύσεις και προϊόντα των κατοίκων της πεδινής Θεσσαλίας
Ένα ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο θα πραγματοποιήσουμε σήμερα μέσα από τα χρηστικά αντικείμενα, τα προϊόντα και τις γεύσεις των κατοίκων της πεδινής Θεσσαλίας  με στόχο να γνωρίσουν οι νεότεροι και να αναστοχαστούν οι παλαιότεροι, οι οποίοι πρόλαβαν να γευτούν πολλές από τις  παραδοσιακές συνταγές, οι οποίες συνόδευαν τον κύκλο της ζωής των καραγκούνηδων (γέννηση, βάφτιση, γάμο κ. ά. ) και τον κύκλο του χρόνου (μεγάλες γιορτές, λατρευτικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις).
Σήμερα πολλά από τα χρηστικά αντικείμενα δε χρησιμοποιούνται και πολλές από τις παλιές παραδοσιακές συνταγές έχουν βγει από το πρόγραμμα διατροφής των κατοίκων της πεδινής Θεσσαλίας. Αξίζει όμως τον κόπο για ιστορικούς λόγους να προβάλλονται όλα εκείνα τα στοιχεία που αναδεικνύουν το λαϊκό πολιτισμό ενός τόπου και βοηθούν στη διατήρησή του. Ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού είναι και οι τροφές καθώς και οι διατροφικές συνήθειες των κατοίκων μιας περιοχής. Η γνώση και η μελέτη αυτών φανερώνει τις ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες καθώς και το βιοτικό επίπεδο και τη διαφοροποίηση κατά περιόδους των ανθρώπων της πεδινής Θεσσαλίας.
Η κουζίνα των Καραγκούνηδων εξελίχθηκε όπως και η ζωή τους. Όμως ακόμα και σήμερα που η μόδα των σύγχρονων τρόπων παρασκευής των διάφορων φαγητών έχει αλλάξει, ποτέ δεν έπαψε να βασίζεται στην απλότητα των προϊόντων της παράδοσης, που απλόχερα χάριζε και χαρίζει η απέραντη και εύφορη  Θεσσαλική πεδιάδα.
Η μαζική μετανάστευση στα μεγάλα αστικά κέντρα ερήμωσε σε ένα μεγάλο βαθμό την ύπαιθρο, η οποία απαξιώθηκε από πολλούς με αποτέλεσμα πολλοί να ταυτίζουν το λαϊκό πολιτισμό με την «υπανάπτυξη». Η ανάπτυξη των τεχνολογιών, της συγκοινωνίας, της επικοινωνίας και της ραγδαίας αστικοποίησης είχε ως επακόλουθο την αποδοχή νέων μορφών πολιτισμικής συμπεριφοράς στην ενδυμασία, στην κατοικία, στη μουσική,  στον οικιακό εξοπλισμό, στις κοινωνικές σχέσεις και φυσικά στη διατροφή.
 Η μαγειρική στο σπίτι άρχισε σιγά, σιγά να χάνει έδαφος. Πάμπολλα ταχυφαγεία ξεφύτρωσαν σε πόλεις και χωριά πουλώντας αμφιβόλου ποιότητας προϊόντα. Χρειάστηκε να ανησυχήσουν οι οργανισμοί υγείας για τις αρνητικές συνέπειες αυτής της πρόχειρης και αμφιβόλου ποιότητας διατροφής, για να γίνει μια στροφή σε παλιές διατροφικές συνήθειες και να ξεφυτρώνουν σιγά, σιγά και οι παλιοί μπαχτσέδες που παλιά είχαν όλοι οι νοικοκυραίοι.
 Ίσως σ’ αυτό να βοήθησε και η οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα μας, η οποία ανάγκασε πολλούς από μας να μην καταναλώνουμε μόνο, αλλά και να παράγουμε βοηθώντας με οποιοδήποτε τρόπο την οικιακή οικονομία, που τα τελευταία χρόνια ξεχάσαμε.
Καιρός είναι , πιστεύω, να προσπαθήσουμε να μεταβιβάσουμε στις νεότερες γενιές τη συσσωρευμένη γνώση και εμπειρία αιώνων που μεταβιβάζονταν από γενιά σε γενιά και οι οποίες αποτελούν ένα σημαντικό πολιτισμικό κεφάλαιο.  Εξάλλου η σημερινή Ημερίδα, οι διάφορες λαογραφικές συλλογές, όπως αυτή που εγκαινιάζεται σήμερα αυτό το σκοπό υπηρετούν.
Η σημερινή κουζίνα με την τεχνολογική εξέλιξη έγινε πιο άνετη και έκανε την παρασκευή του φαγητού πιο εύκολη. Πολλοί ίσως να μη θυμούνται καν  το παλιό μαγειριό. Από τη μεριά μου θα προσπαθήσω να σας το παρουσιάσω. Μέσα σ’ αυτό υπήρχαν τα απαραίτητα χρηστικά αντικείμενα για την παρασκευή του καθημερινού φαγητού και των διάφορων προϊόντων της χρονιάς ενός νοικοκυριού, όπως τραχανάδες, τυριά, βούτυρο κ. ά.
Μερικά από τα αντικείμενα ήταν : η τάβλα όπου έτρωγε η οικογένεια και άνοιγε τα φύλλα της πίτας η νοικοκυρά, το ξύλινο ζυμοσκάφιδο όπου ζυμώνονταν το ψωμί και οι ζύμες για τα φύλλα της πίτας και του τραχανά, το κόσκινο και η σήτα για το κοσκίνισμα, τα γκιούμια, οι στάμνες και τα λαγίνια για το κουβάλημα του νερού από τις βρύσες, διάφορες χαλκοματένιες κατσαρόλες , ταβάδες, τηγάνια και ταψιά, το λαδικό, ο μπουτινέλος για το κοπάνισμα του γάλακτος από το οποίο έπαιρναν το βούτυρο και το ξινόγαλο, ο μύλος του καφέ, το γουδί, το φανάρι για τη φύλαξη των φαγητών, τα μπρίκια για την παρασκευή του καφέ και του τσαγιού, το χαλκοματένιο καζάνι για το λιώσιμο της λίπας, διάφορα ποτήρια και κύπελλα μεταλλικά, πιάτα και γαβάθες πήλινες, κουτάλες ξύλινες και μεταλλικές, ο μπαλτάς και διάφορα μαχαίρια, το φραστερό για το σφράγισμά των π’ταριών, το κλειδοπίνακο, διάφορες κανίστρες, ένας νιπτήρας τσίγκινος για το ξέβγαλμα των πιάτων, διάφορα πιθάρια πήλινα, η κάδη και τα βαρέλια για το τυρί, η πυρουστιά, η γάστρα και πολλά άλλα.
Το κύριο προϊόν που φρόντιζαν να εξασφαλίζουν οι πρόγονοί μας ήταν το σιτάρι, αφού ήταν η βάση των περισσοτέρων συνταγών και κύρια του ψωμιού, που ήταν τροφή-σύμβολο κάθε πολιτισμού από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Σε κάποιες δύσκολες εποχές για τον τόπο μας έσωσε τις ζωές πολλών συνανθρώπων μας, γι’ αυτό υμνήθηκε όσο κανένα άλλο από τη λαϊκή μούσα.
Μόλις αλώνιζαν το σιτάρι, το κουβαλούσαν στο σπίτι  προς αποθήκευση, Από εκεί, αφού κρατούσαν το παρασπόρι για την επόμενη χρονιά, το υπόλοιπο το τσουβάλιαζαν , το φόρτωναν στα ζώα και το πήγαιναν στους μύλους για άλεσμα. Φεύγοντας έπαιρναν το αλεύρι, το πολύτιμο για τη διατροφή της οικογένειας αλλά και τα πίτουρα για τα ζώα που εξέτρεφαν σχεδόν όλες οι οικογένειες, όπως γουρούνια, κότες, αγελάδες πρόβατα και πολλά άλλα.
Το αλεύρι το αποθήκευαν σε μεγάλες κοφίνες παλαμισμένες εσωτερικά ή σε ξύλινα αμπάρια. Από εκεί έβγαζε κάθε φορά η νοικοκυρά και έφτιαχνε τους διάφορους χυλούς και τα κουρκούτια, τα ψωμιά, τις κουλούρες, τις πίτες, τον ξινό τραχανά, τις ρεγκστές, τις χυλοπίτες κ.ά.
Για τους κατοίκους της πεδιάδας το σιτάρι και γενικά τα δημητριακά αποτελούσαν τη βάση της διατροφής τους. Από το σιτάρι, επίσης έφτιαχναν το μπλουγούρι, το γλυκό τραχανά, την πανυχίδα κ.ά.
Εκτός από το σιτάρι οι περισσότεροι έσπερναν και καλαμπόκι το οποίο άλεθαν στους νερόμυλους. Το καλαμποκάλευρο το είχαν για συμπλήρωμα της τροφής, όταν τελείωνε το σιτάλευρο. Μ’ αυτό έφτιαχναν την μπομπότα, διάφορες πίτες, μπατζίνες, πλαστό, γλυκούς χαλβάδες κ.ά. Το χοντρό αλεύρι που έμεινε στη σήτα, μετά το κοσκίνισμα το ανακάτευαν με τα πίτουρα και τάιζαν τα ζώα.
Ένα άλλο βασικό προϊόν ήταν το σουσάμι, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι νοικοκυρές , για να φτιάξουν τις σαμόπιτες, τα παστέλια, να πασπαλίσουν τη μουσταλευριά, τις κουλούρες και τις αποκριάτικες δίπλες. Αυτό που περίσσευε το πουλούσαν στον έμπορο, για να αγοράσουν είδη πρώτης ανάγκης.
Καλλιεργούσαν απαραίτητα κριθάρι, βρώμη, βίκο, ρεβίθια, φασόλια και φακές. Επίσης φρόντιζαν να έχουν το αμπέλι για να εξασφαλίζουν το κρασί και το τσίπουρο της χρονιάς και το λαχανόκηπο που ήταν απαραίτητος για κάθε νοικοκυριό.
 Κάθε σπίτι είχε επίσης την αγελάδα και τα πρόβατα για το καθημερινό γάλα αλλά και να φτιάχνουν το τυρί της χρονιάς, τη μηζήθρα, τη γιαούρτη, το βούτυρο και τα διάφορα ξινοτύρια. Τελείως απαραίτητο θεωρούσαν το γουρούνι από το οποίο έπαιρναν τη λίπα για το καθημερινό μαγείρεμα της χρονιάς, αφού το λάδι δεν το παρήγαγαν και ήταν ακριβό, γι’ αυτό το έριχναν με το σταγονόμετρο. Το κρέας δε του γουρουνιού το παστρούμιαζαν και το διατηρούσαν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Επίσης μ’ αυτό και τα έντερα έφτιαχναν τα λουκάνικα και τις τσιγαρίδες.
Όσον αφορά στις συνταγές ενδεικτικά σας αναφέρω μερικές από αυτές που σήμερα δε χρησιμοποιούνται. Κατσιαμάκι, τματς, ρεγκστές, μπουρανί, χουσμάρ, κουσιάφ,χουσάφτι, παπάρα, πρασοκουρκούτι, χόρτα με μπλουγούρι. Πολλές όμως από τις παραδοσιακές συνταγές διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα και μάλιστα πολλές σύγχρονες νοικοκυρές τις ενέταξαν στο εβδομαδιαίο διαιτολόγιό τους. 
Παρατηρούμε λοιπόν ότι οι πρόγονοί μας ήταν αυτάρκεις και φρόντιζαν να παράγουν τα απαραίτητα για τη διατροφή της οικογένειας. Δεν πετούσαν στα σκουπίδια τίποτε. Ανακύκλωναν τα πάντα και με αυτό τον τρόπο πετύχαιναν να περάσουν φυσικά και αβίαστα  στα παιδιά τους την έννοια της οικιακής οικονομίας και της προστασίας του περιβάλλοντος, τα οποία δυστυχώς τα τελευταία χρόνια ξεχάσαμε.
 Καιρός λοιπόν να μην είμαστε μόνο καταναλωτές αλλά και παραγωγοί, όπου οι συνθήκες το επιτρέπουν και να αναδιατυπώσουμε τη σχέση του σύγχρονου καταναλωτή και πολίτη με την πολιτισμική του κληρονομιά .
Μαγούλα 23-2-2014
Φωτογραφίες: Αγροτικό Λαογραφικό Μουσείο Ιτέας
http://www.karagkounides.gr/